To κτίριο του μουσείου στο οποίο καθρεφτίζονται τα κτίρια της συνοικίας.
Με αφορμή δύο εκθέσεις: Ambienti 1956-2010 «Environments by Women Artists I» και ΕΜΣΤ «Κι αν οι γυναίκες κυβερνούσαν τον κόσμο;»|Μέρος πρώτο
Παραδοσιακά οι γυναίκες αποτελούσαν αγαπημένο θέμα των ζωγράφων που τις απεικόνισαν αμέτρητες φορές ως έξοχα σύμβολα κάλλους. Αντίθετα, η συμβολή τους ως δημιουργων έργων τέχνης πάντα χαρακτηριζόταν υποδεέστερη των αντρών συναδέλφων τους. Το 1971, η αμερικανίδα ιστορικός τέχνης Λίντα Νόχλιν έθεσε δημόσια το ερώτημα: Γιατί δεν υπάρχουν σπουδαίες καλλιτέχνιδες;
Από μέσα, ο εξωτερικός χώρος ως έργο.
Η επίκαιρη επισήμανση της Νόχλιν μετέφερε μια αίσθηση επείγοντος, που την συμμερίζονταν πολλές εικαστικοί και ιστορικοί τέχνης. Ενώ οι καλλιτέχνιδες ήταν πολυάριθμες και εξίσου αξιόλογες ή και περισσότερο από τους άντρες, εντούτοις με δυσκολία κατάφερναν να παρουσιάσουν η δουλειά τους. Την περίοδο, μάλιστα, του Μεσαίωνα, της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, οι γυναίκες αναγκάζονταν να μην υπογράφουν τα έργα τους ή, συχνά, να χρησιμοποιούν αντρικά ψευδώνυμα ενώ η δουλειά τους στα εργαστήρια που διαχειρίζονταν, αποκλειστικά, άντρες, σπάνια αναγνωριζόταν. «Τελικά, οι γυναίκες μόνο γυμνές μπορούν να μπουν στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Ν. Υόρκης;», αναρωτήθηκαν προκλητικά, με δυνατή φωνή, τα μέλη της φεμινιστικής ομάδας, Guerrilla Girls, 35 χρόνια πριν. Τα γυμνά σώματα των γυναικών προβάλλονταν σε κάθε τοίχο του μουσείου αλλά τα έργα των καλλιτέχνιδων απουσίαζαν, παρέμεναν άγνωστα. Όπως έχουν καταγγείλει πολλές φεμινιστικές ομάδες, σε ένα από τα πιο διάσημα και σοβαρά ιδρύματα του κόσμου, στο ΜΕΤ, τα έργα γυναικών μετά βίας άγγιζαν το 5% του συνόλου των εκθεμάτων ενώ το 85% του συνόλου ήταν γυναικείο γυμνό, εννοείται φιλοτεχνημένο από άντρες καλλιτέχνες. Όπως ξέρουμε, τα μέλη της ομάδας, η οποία συστάθηκε το 1985 και κρύβει την ταυτότητά της πίσω από τη μάσκα του Κινγκ Κονγκ, προωθούν ταυτόχρονα σημαντικά κοινωνικά και πολιτικά θέματα, όπως είναι το δικαίωμα στην άμβλωση και η καταδίκη του πολέμου.
Καταλυτικές για την αναγνώριση της πολύτιμης γυναικείας καλλιτεχνικής συνεισφοράς υπήρξαν οι δεκαετίες ’60 και ’70 με την ανάπτυξη του φεμινιστικού κινήματος. Τον τελευταίο χρόνο δυο μεγάλες εκθέσεις αποκλειστικά με έργα/εγκαταστάσεις γυναικών αναδεικνύουν την ουσιαστική συμβολή καταξιωμένων αλλά και λιγότερο γνωστών σημαντικών καλλιτέχνιδων.
Lea Lublin «Phallus Mobilis»
Το MAXXI, Museo nazionale delle arti del XXI secolo (Εθνικό Μουσείο των τεχνών του 21ου αιώνα) στη Ρώμη, σχεδιασμένο από τη Ζάχα Χαντίντ, που βρίσκεται στην πολύ όμορφη συνοικία Φλαμίνιο, πολύ κοντά στο ιστορικό κέντρο, μακριά από το πυκνό πλήθος των τουριστών, διοργάνωσε μια έκθεση με εγκαταστάσεις/περιβάλλοντα αποκλειστικά γυναικών, της περιόδου 1956-2010, τα οποία λειτουργούν διαδραστικά με τους επισκέπτες.
Ήδη με την είσοδο στο μουσείο πρέπει όλα τα προσωπικά αντικείμενα, με εξαίρεση το κινητό, να τα αφήσεις στην γκαρνταρόμπα, μαζί και τα παπούτσια σου, προστατεύοντας τα πόδια σου με νάιλον καλύμματα, αν θέλεις. Mε ξένισε η διαδικασία εισόδου στο μουσείο, παρότι στη συνέχεια η «επίσκεψη» στο εσωτερικό των έργων, αιτιολόγησε αυτόν τον αυστηρό όρο.
Η έκθεση είναι η πρώτη του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του μουσείου Φραντσέσκο Στόκι που συγκέντρωσε τα έργα/περιβάλλοντα πολλών γυναικών, καταρχάς από το 1956 έως το 1976 και στη συνέχεια τις επόμενες δεκαετίες μέχρι το 2010, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα συμμετοχής και στις εν ζωή καλλιτέχνιδες να κατασκευάσουν νέα έργα. «Tα περιβάλλοντα είναι εύθραυστα έργα», λέει η επιμελήτρια Μαρίνα Πουλιέσε, «έργα που συχνά χάνονται γιατί καταστρέφονται μετά το τέλος της έκθεσης. Έτσι υπάρχει μια απουσία στην ιστορία της τέχνης. Αλλά υπάρχει και η απουσία των γυναικών. Μια διπλή απουσία. Ένα περιβάλλον είναι ένας χώρος μέσα στον οποίο οι επισκέπτες μπορούν να κινηθούν, αποτελώντας έτσι αναπόσπαστο κομμάτι του έργου. Γι’ αυτό, δεν το χαρακτηρίζουμε ως έργο ζωγραφικής ή γλυπτικής αλλά ως μια σχέση με τον χώρο που μας περιβάλλει. Η έκθεση αυτό επιδιώκει». «Τα περιβάλλοντα», υπερθεματίζει ο συνεπιμελητής της έκθεσης Αντρέα Λισόνι, «είναι πολύ σημαντικά σήμερα όχι μόνο γιατί διαφοροποιούν την ιστορία της τέχνης με δραματικό τρόπο αλλά γιατί, ήδη από τη δεκαετία του ’50, οι καλλιτέχνες μας υποδέχονται σε αυτά τα δωμάτια, μέσα στα οποία εμείς καθρεφτιζόμαστε και αλληλεπιδρούμε».
Judy Chicago, «The dinner party», 1979
Η έκθεση προβάλλει θέματα όπως οι σχέσεις με τον δημόσιο χώρο, η επιρροή των νέων τεχνολογιών, η ενεργή συμμετοχή των θεατών. Ανάμεσα σε αυτές που συμμετέχουν είναι η Μάρθα Ρόσλερ, φωτογράφος και εννοιολογική καλλιτέχνις, θαυμάστρια του Ζαν Λικ Γκοντάρ και του Living Theatre, η Τζούντι Σικάγο, της οποίας το ολιγόλεπτο φιλμ από την «επική», όπως έχει χαρακτηριστεί, εγκατάστασή της «The dinner party» προβάλλεται επίσης στο πρόγραμμα μαζί με άλλες ταινίες, συνεντεύξεις και ντοκιμαντέρ. Η εγκατάσταση αποτελείται από ένα τριγωνικό τραπέζι στρωμένο για αιδοίο ενώ είναι κεντημένα τα ονόματα 39 σπουδαίων γυναικών όπως η Βιρτζίνια Γουλφ, η Τζόρτζια Ο Κιφ κ.ά. Ανάμεσα στα έργα και η εγκατάσταση του 1970 της αργεντινής Λέα Λουμπλίν «Penetracion/Expulsion» που στην έκθεση παρουσίασε μια μικρότερη εκδοχή το «Phallus Mobilis», ένα τούνελ που αποτελείται από διάφανους πλαστικούς σωλήνες, το οποία παραπέμπει στο θέμα της αναπαραγωγής, ενώ οι επισκέπτες με δυσκολία εισέρχονται και εξέρχονται από αυτό.
Μια έκθεση άμεσα συνδεδεμένη με την αρχιτεκτονική του MAXXI και που, όπως επισημάνθηκε, ο χώρος παρουσιάζεται ως ένας ανοιχτός και ευέλικτος οριζοντας, έχοντας δημιουργήσει ένα τοπίο για πλοήγηση όπου δεν υπάρχει πάνω ή κάτω, μέσα ή έξω, όλα ενεργοποιούνται από τις επιλογές των θεατών/τριών.
Δείτε περισσότερα στο βίντεο: www.maxxi.art/events/ambienti-1956-2010-environments-by-women-artists-ii