«Συνταγματάρχες», Γιάννης Γαΐτης, 1968
Η συγκρότηση και η εξέλιξη της Ακροδεξιάς στο μεταπολιτευτικό πολιτικό πεδίο χαρακτηρίζεται από ετερογένεια και αντιφάσεις, ενώ εκλογικά ο χώρος καταγράφει ισχνή επιρροή. Σε μεγάλο μέρος της Μεταπολίτευσης, η Ακροδεξιά υφέρπει είτε εντός της μεγάλης δεξιάς παράταξης, είτε σε βραχύβιους σχηματισμούς, ωστόσο στην ύστερη Μεταπολίτευση εισέρχεται στο προσκήνιο δυναμικά με ισχυρές τάσεις ρίζωσης στο πολιτικό σύστημα. Αποκορύφωμα αυτής της τάσης είναι τόσο η συμμετοχή της στη (μνημονιακή) κυβέρνηση Παπαδήμου, όσο και η διαρκής εκπροσώπησή της από το 2004 και έπειτα σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η οργανωτική και εκλογική πορεία της Aκροδεξιάς στην πρώιμη και μέση Mεταπολίτευση χαρακτηρίζεται από σποραδικότητα και ασυνέχεια, με τα πολιτικά οχήματα που την εκπροσωπούν να εμφανίζονται περισσότερο ως flash-parties (κόμματα πομφόλυγες), κόμματα δηλαδή που συγκεντρώνουν την προσοχή για μικρό διάστημα και έπειτα εξαφανίζονται απ’ τη δημόσια σφαίρα.
Στις πρώτες εκλογές της Mεταπολίτευσης (1974) ο κύριος όγκος της Aκροδεξιάς συμπορεύεται, είτε ανοιχτά είτε σιωπηρά, με τη ΝΔ, καθώς το πολιτικό προσωπικό της ήταν σε μεγάλο βαθμό απονομιμοποιημένο λόγω της συνεργασίας του με το χουντικό καθεστώς, ενώ ένα μέρος του χώρου επιχειρεί να εκπροσωπηθεί μέσω της ΕΔΕ του Π. Γαρουφαλιά, ενός βραχύβιου εκλογικού σχηματισμού που θα λάβει μόλις 1,07%. Οι εξελίξεις στο πολιτειακό, σε συνάρτηση με τη στάση «ουδετερότητας» του Κ. Καραμανλή, θα οδηγήσει την υπερ-συντηρητική πτέρυγα της ΝΔ και άλλων προσωπικοτήτων του εθνικόφρονος χώρου να πορευτούν με δικό τους όχημα, συγκροτώντας την Εθνική Παράταξη, η οποία στις εκλογές του 1977 θα λάβει 6,8%. Η ΕΠ δρα ως κόμμα εκβιασμού (blackmail party) με βασική επιδίωξη τη μετατόπιση της Δεξιάς στις (προδικτατορικές) ταυτοτικές εθνικόφρονες θέσεις του συντηρητισμού, ενώ μέχρι τις εκλογές του 1981 τα σημαντικότερα στελέχη της θα ενσωματωθούν και πάλι στη ΝΔ, ενισχύοντας τη συντηρητική πτέρυγα του κόμματος.
Οι ομαδώσεις του εξτρεμιστικού χώρου
Παράλληλα, σε όλη τη δεκαετία του ‘70 αξιοσημείωτη είναι η κινητικότητα μικρών ομαδώσεων, οι οποίες σχηματικά χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: α) οι φιλο-βασιλικές ομάδες, προσωποπαγείς, άμαζες και χωρίς ιδιαίτερο ακτιβισμό, που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον λόγω του αριθμού τους (πάνω από 40), και β) οι φιλοδικτατορικές και αντιδραστικές ομάδες που κινούνται στον εξτρεμιστικό χώρο, ανάμεσα στις οποίες εντοπίζονται στελέχη που θα πρωταγωνιστήσουν στη μέση Μεταπολίτευση (Ν. Μιχαλολιάκος) και στελέχη που διατηρούν δεσμούς με αντίστοιχες ομάδες του εξωτερικού, όπως η νέο-φασιστική Ordine Nuovo (Α. Καλέντζης).
Οι ομαδώσεις αυτές θα απασχολήσουν τη δημοσιότητα λόγω των συχνών επιθέσεών τους σε δημοσιογράφους και αριστερές νεολαίες, αλλά και λόγω των βομβιστικών επιθέσεων σε κινηματογράφους στο κέντρο της Αθήνας. Παρ’ όλο που αυτές οι ομάδες θα στρατολογήσουν και θα εκπαιδεύσουν το στελεχιακό δυναμικό του χώρου που θα πρωταγωνιστήσει στα μορφώματα που θα εμφανιστούν τη δεκαετία του ‘80, στην πραγματικότητα δεν κατάφεραν να ξεφύγουν από την αφάνεια και το περιθώριο.
Η σημαντικότερη δύναμη που εκκολάπτεται στα χρόνια της «Αλλαγής» είναι η ΕΠΕΝ, το κόμμα του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου που συγκροτήθηκε στις φυλακές του Κορυδαλλού και κατάφερε να εκλέξει μία φορά βουλευτή στις ευρωεκλογές του 1984 (2,29%). Αναλύοντας το πολιτικό προσωπικό του κόμματος, μπορεί να διακρίνει κανείς στελέχη με θητεία στο χουντικό καθεστώς, προσωπικό που πρωταγωνίστησε στις ομάδες του εξτρεμιστικού χώρου τη δεκαετία του ‘70, καθώς και νεότερα στελέχη που διεκδικούσαν θέση στο προσκήνιο (Μ. Βορίδης). Ο αντικρατισμός και η υιοθέτηση της νεο-φιλελεύθερης ατζέντας (που είχε ήδη εισάγει στον χώρο η ΕΠ) θα αποτελέσουν αιχμές του δόρατος για την ΕΠΕΝ, σχηματίζοντας σταδιακά μία γκρίζα ζώνη μεταξύ των οπαδών της αγοράς που βρίσκονταν στη Δεξιά και την Ακροδεξιά. Αυτή η γκρίζα ζώνη θα αποκρυσταλλωθεί ιδιαίτερα κατά την περίοδο των μνημονίων.
Η είσοδος στη Βουλή
Αν και τη δεκαετία του ‘90 ο ακροδεξιός χώρος θα παραμείνει κατά βάση εμφωλευμένος στη Δεξιά, ενισχύοντας την αντίστοιχη πτέρυγα του κόμματος και οξύνοντας τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της ΝΔ, στην αυγή της νέας χιλιετίας θα κάνει την εμφάνισή του ένα νέο κόμμα που θα αλλάξει τα δεδομένα στον χώρο. Η σημαντικότερη στιγμή για την Ακροδεξιά της Μεταπολίτευσης είναι, κατά τη γνώμη μου, η ίδρυση του ΛΑΟΣ από τον ηγέτη της ακροδεξιάς πτέρυγας της ΝΔ και πρώην στενό συνεργάτη του Κ. Μητσοτάκη, τον Γ. Καρατζαφέρη. Στο νέο κόμμα βρέθηκαν ομάδες από όλες τις φυλές της Ακροδεξιάς: την εθνικοσοσιαλιστική, τη ριζοσπαστική αλλά και την υπερ-συντηρητική. Μέχρι τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Παπαδήμου το 2011, καταγράφει μια συνεχώς ανοδική πορεία, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, και γίνεται έτσι το πρώτο ακροδεξιό κόμμα που εκλέγει βουλευτές σε συνεχόμενες εκλογικές διαδικασίες. Η σημαντικότερη παρακαταθήκη που αφήνει στο πολιτικό και κομματικό σύστημα είναι ένας διακριτός χώρος για ακροδεξιές οργανώσεις και προσωπικότητες, τον οποίο θα αποικήσουν μια σειρά από κόμματα έως σήμερα.
Με την πτώση του ΛΑΟΣ, τα στελέχη του θα βρουν καταφύγιο κυρίως στη ΝΔ –ειδικά οι θιασώτες της νεο-φιλελεύθερης ατζέντας, οι οποίοι είχαν ήδη ξεδιπλώσει κατά την κυβερνητική τους θητεία πολιτικές λιτότητας σε κρίσιμα υπουργεία. Σταδιακά το κόμμα πέρασε στην αφάνεια, δίνοντας, ωστόσο, τη σκυτάλη εκπροσώπησης του ακροδεξιού χώρου στη Χρυσή Αυγή, η οποία εισήλθε στα κοινοβουλευτικά έδρανα με σημαντικά ποσοστά (κοντά στο 7%), αλλά και στους Ανεξάρτητους Έλληνες, ένα κόμμα που βρίσκεται στο μεταίχμιο της λαϊκής Δεξιάς και της Ακροδεξιάς. Πιστότερο αντίγραφο του ΛΑΟΣ είναι η Ελληνική Λύση, που εμφανίζει μεγάλη συγγένεια με τις στρατηγικές επιλογές του, ενώ και ο αρχηγός της, Κυριάκος Βελόπουλος, μιμείται σε μεγάλο βαθμό την τακτική του πρώην συνεργάτη του. Είκοσι τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυση του ΛΑΟΣ, και το αποτύπωμά του είναι εμφανές τόσο σε κόμματα του κοινοβουλίου, όσο και σε σημαίνουσες προσωπικότητες που σήμερα βρίσκονται στην κυβέρνηση. Δε θα ήταν παράλογο να υποθέσουμε πως ο ΛΑΟΣ υπήρξε ο pater familias για τον ακροδεξιό χώρο.
Ο ρόλος της Δεξιάς
Αν και συχνά στον δημόσιο λόγο αναπαράγεται το σχήμα της «δεξιάς πολυκατοικίας», αυτό μπορεί να φανεί χρήσιμο με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και δεν είναι ικανό να εξηγήσει τις πολυτάραχες σχέσεις μεταξύ των δύο χώρων. Η ΝΔ πράγματι από την ίδρυσή της εμφανίζει ισχυρές εσωτερικές διαφοροποιήσεις με ενισχυμένη την υπερ-συντηρητική της πτέρυγα, ωστόσο η αποτίναξη του παρελθόντος και η μετατόπισή της στον «μεσαίο χώρο», απότοκα των νέων μεταπολιτευτικών ηθών, θα την οδηγήσει στην τακτική αντιμετώπιση του χώρου δεξιότερά της. Σημαίνων παράγοντας για τις στρατηγικές της Δεξιάς αποτελεί συνήθως ο αρχηγός της, ο οποίος καθορίζει τον χώρο και τις πολιτικές ευκαιρίες που μπορεί να διεκδικήσει η Ακροδεξιά. Η στρατηγική αυτή κρίνεται ως επιτυχημένη τουλάχιστον έως την εμφάνιση του ΛΑΟΣ. Με τη χάραξη ενός αυτόνομου ακροδεξιού χώρου και τη ρίζωση ακροδεξιών κομμάτων δεξιότερα της ΝΔ φαίνεται πως, ακόμα κι όταν λαμβάνει συντηρητικότερες θέσεις (όπως επί θητείας Α. Σαμαρά), η Δεξιά δεν είναι ικανή να καθορίσει πλέον τα τεκταινόμενα στα δεξιότερά της.
Η εκλογική πορεία του ΛΑΟΣ 2004-2012
Εθνικές εκλογές Ευρωεκλογές
2004 2,20% 4,10%
2007 3,80%
2009 5,6% 7,10%
2012 2,9%