Κωνσταντίνος Θεοτόκης «Κορφιάτικες ιστορίες», εκδόσεις Κείμενα και Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, 2024
Γεννημένος στην Κέρκυρα το 1872, από οικογένεια ευγενών, ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης σπούδασε στο Γκρατς της Αυστρίας και πέθανε το 1923, σε ηλικία 51 ετών. Επηρεασμένος από το ρωσικό μυθιστόρημα και τις σοσιαλιστικές ιδέες, ο Θεοτόκης έστρεψε το πεζογραφικό του έργο σε καθαρώς κοινωνική κατεύθυνση. Με τις αφηγηματικές συνθέσεις «Η τιμή και το χρήμα» (1912), «Ο κατάδικος» (1919), «Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα» (1920) και «Οι σκλάβοι στα δεσμά τους» (1922), ο συγγραφέας απεικόνισε φαινόμενα όπως η φανατική προσκόλληση στην αξία της ατομικής ιδιοκτησίας και στη λατρεία του κέρδους και του χρήματος. Με σκληρούς και αδέκαστους κατά κανόνα ως προς τα συμφέροντά τους χαρακτήρες, ο Θεοτόκης είναι οπωσδήποτε ένας ανατόμος των μεγάλων κοινωνικών συγκρούσεων των αρχών του 20ού αιώνα.
Τα διηγήματά του δημοσιεύονται ή γράφονται μεταξύ 1898 και 1922, από όταν είναι 36 ετών μέχρι και το τέλος της ζωής του και χωρίζονται στις Κορφιάτικες ιστορίες ή Χωριάτικα διηγήματα και στα Ιστορικά ή μυθολογικά διηγήματα (η διάκριση ανήκει στον ίδιο τον Θεοτόκη), όπως παρατηρούσε η Άννα Αφεντουλίδου στην έκδοση των διηγημάτων του από τον Σύλλογο Προς Διάδοσιν Ωφελίμων Βιβλίων το 2022 υπό τη φιλολογική εποπτεία του Γιάννη Παπακώστα. Οι Κορφιάτικες ιστορίες κυκλοφορούν τώρα σε επετειακή, αναθεωρημένη έκδοση, από τις εκδόσεις Κείμενα και την Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας.
Οι Κορφιάτικες ιστορίες δεν τονίζουν τυχαία τα στοιχεία του γεωγραφικού χώρου, παραπέμποντας στον κοινωνικό και στον ιστορικό χρόνο των διηγημάτων του Θεοτόκη και στον καθημερινό βίο όχι των αριστοκρατών και των οικονομικά ισχυρών της Κέρκυρας, αλλά στις πρακτικές και στις συνήθειες της αγροτικής και της εργατικής τάξης του νησιού. Δεν βλέπουμε ακόμη εδώ το σοσιαλιστικό βλέμμα του αριστοκράτη συγγραφέα ενόσω αποκαθηλώνει την άλλοτε κραταιή φεουδαρχία, όπως στους Σκλάβους στα δεσμά τους, αλλά τον ανατόμο των κυρίαρχων κοινωνικών συμβάσεων και των όρκων τιμής που επηρεάζουν μια παραδοσιακή, σχεδόν αρχαϊκή κοινωνία.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, ο Θεοτόκης πλάθει αρσενικούς χαρακτήρες που δεν διστάζουν να σκοτώσουν για λόγους συζυγικής απιστίας και προσβεβλημένης ανδρικής τιμής («Πίστομα», «Ακόμα;»), για ζητήματα ερωτικής αντιζηλίας («Ζωή του χωριού», «Η Παντρειά της Σταλαχτής»), για περιουσιακές διεκδικήσεις (όπως ο αδελφοκτόνος στον Κάιν) και για προσωπικές και πολιτικές ή κομματικές διαφορές («Τίμιος κόσμος»). Ο συγγραφέας κάνει ακόμα λόγο για πατεράδες που διαλύουν το σύμπαν επειδή ερωτεύονται τη νύφη του γιού τους («Αγάπη παράνομη») ή επινοεί καταστάσεις όπου το κακό μεταξύ δύο οικογενειών που μάχονται για την τιμή τους (πάντοτε η τιμή) αποφεύγεται την εσχάτη ώρα («Υπόληψη», «Οι δύο αγάπες») και όπου οι γυναίκες βρίσκουν τελικά τη δικαίωσή τους ύστερα από πλήθος παραγνωρίσεις και ταπεινώσεις («Αμάρτησε;» και «Ο παπα Ιορδάνης περίχαρος και η ενορία του»). Ο Θεοτόκης δεν διαλέγει ποτέ μόνο τον ένα ή τον άλλο δρόμο στις επιλογές τις οποίες αντιμετωπίζουν οι πρωταγωνιστές του. Αντιθέτως, επιτρέπει, όποτε το κρίνει, στους ανθρώπους να ξεπεράσουν την άτεγκτη κοινωνική τους νόρμα και να βαδίσουν σε έναν λυτρωτικό δρόμο.
Πλούσιο ερμηνευτικό και σχολιαστικό σώμα
Η ανά χείρας έκδοση συνοδεύεται με μελέτες των Γιάννη Δάλλα, Δημήτρη Ζυμάρη, Ανδρέα Ανδρέου –που υπογράφει τη νέα φιλολογική επιμέλεια–, Δημήτρη Θεοτόκη, Κώστα Λιντοβόη, Νάσου Μαρτίνου και Μαρίνας Παπασωτηρίου. Μαζί, εννέα ανέκδοτα χαράγματα του Μάρκου Ζαβιτζιάνου και εκτεταμένο γλωσσάρι του Φίλιππου Βλάχου. Όπως παρατηρεί ο φιλολογικός επιμελητής, τα διηγήματα της έκδοσής παρακολουθούν τις εκδόσεις των Κειμένων του 1978 και του 1982, απ’ όπου και το γλωσσάρι του Φ. Βλάχου, ιδρυτή του ιστορικού οίκου. Χάρη στη φροντίδα του γιού του Φοίβου Βλάχου, τα Κείμενα μας προσφέρουν τώρα όχι μόνο μια καθ’ όλα αξιόπιστη επαναθεωρημένη έκδοση, για την οποία πρέπει να μνημονεύσουμε εκ νέου τον Ανδρ. Ανδρέου, αλλά και ένα πλούσιο ερμηνευτικό και σχολιαστικό σώμα.
Δεν πρόκειται μόνο για την παλαιότερη εισαγωγή του αείμνηστου Γ. Δάλλα, που εξετάζει τα διηγήματα του Θεοτόκη σε σχέση με το σύνολο της πεζογραφίας του, αλλά και για τις σημερινές προσεγγίσεις. Μένοντας λίγο ακόμη στον Δάλλα, ας υπογραμμιστεί η θέση του ότι τα διηγήματα του Θεοτόκη είναι η γραμμή που συνδέει τη μετάβασή του από την Ιστορία και τη μυθολογία στον νατουραλισμό, ο οποίος προετοιμάζει με τη σειρά του το πέρασμα στον κοινωνικό ρεαλισμό των μεγάλων συνθέσεων και των μυθιστορημάτων. Και να τονίσω επιπροσθέτως πως ο Δάλλας βλέπει στον Θεοτόκη των διηγημάτων μια σταθερά διπλή όψη: από τη μια πλευρά είναι ο πεζογράφος που δεν θα υποτιμήσει επ’ ουδενί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τοπικής παράδοσης, ενώ από την άλλη μεριά είναι ο συγγραφέας ο οποίος θα εντάξει τα ίδια χαρακτηριστικά στο ευρωπαϊκό πλαίσιο της εποχής τους. Ας κρατήσουμε αυτή την παραδοχή γιατί η ανάγνωση του Θεοτόκη στις ημέρες μας την καθιστά ιδιαιτέρως εύστοχη, πρωτίστως μετά τα συμπεράσματα στα οποία έχει καταλήξει η νεότερη φιλολογική και κριτική έρευνα για το σύνολο της πεζογραφικής του παραγωγής.
Αυτό είναι το κλίμα εντός του οποίου κινούνται οι προσεγγίσεις των Δ. Ζυμάρη, Κ. Λιντοβόη και Ν. Μαρτίνου για ορισμένες από τις κρισιμότερες στιγμές στην πεζογραφία του Θεοτόκη: από τη σπάνια τύχη της στον κινηματογράφο και την τηλεόραση και την πολυσημία της όταν αναφέρεται στην ανθρωπογεωγραφία της Βόρειας Κέρκυρας μέχρι τις κοινωνικές, τις πολιτικές, τις ταξικές, τις δραματικές, τις ψυχολογικές και τις υπαρξιακές εκφάνσεις της. Να συμπληρώσω πως ο Δ. Θεοτόκης δίνει σε ένα ως έδει χαμηλόφωνο σχόλιο τις περιπέτειες των κρυμμένων χειρογράφων του Ντίνου (Κωνσταντίνου) Θεοτόκη ενώ η Μ. Παπασωτηρίου χαράσσει διαφωτιστικά τις παράλληλες πορείες του Ντίνου και του χαράκτη Μ. Ζαβιτζιάνου, οι οποίοι ήταν συντοπίτες, συνομήλικοι και στενοί φίλοι. Όσο για το γλωσσάρι του Φ. Βλάχου συνιστά, πέρα από τη χρηστική του αξία, μια ιδιότυπα πυκνή λαογραφική και ανθρωπολογική μελέτη – όπως είχε προλάβει να το διακρίνει ο Δάλλας.
Σοσιαλιστής αλλά πρωτίστως συγγραφέας
Η πολιτική στράτευση του Θεοτόκη οδηγεί την πεζογραφία του όχι στην καταγγελία του ταξικού συστήματος, αλλά στην ερμηνεία και στην κατανόηση των όρων της μεταβολής του. Και οι ήρωές του δεν είναι μηχανικά ενεργούμενα της κοινωνικής τους θέσης, αλλά χαρακτήρες που βιώνουν στα κατάβαθα της ψυχής τους τη μοίρα την οποία τους επιφυλάσσουν οι οικονομικές και οι ιδεολογικές αντινομίες του τόπου και του καιρού τους. Μοίρα η οποία καταλήγει είτε στην κυνική (πέραν παντός ηθικού έρματος) αποκατάσταση και καταξίωσή τους είτε στην πλήρη καταστροφή και στον θάνατο. Ο σοσιαλιστής Θεοτόκης, που δίνει τον πολιτικό του αγώνα παράλληλα με τη μάχη για την καθιέρωση της δημοτικής, είναι, πριν και πάνω απ’ όλα, συγγραφέας: ένας συγγραφέας που ξέρει πως χωρίς τα υλικά και την επεξεργασία του εργαστηρίου του, τίποτε δεν έχει σημασία.