Αυτή η σύνθετη προσωπικότητα του Περικλή επιχειρήθηκε να δοθεί από τους οργανωτές μιας πολύ όμορφης, με πολύ κόσμο και μεστής εκδήλωσης που έγινε για να τον τιμήσει, στο Κηποθέατρο Νίκαιας την προηγούμενη Τετάρτη. Η εκδήλωση οργανώθηκε από την πολύ δραστήρια στην πόλη δεκάχρονη πολιτικοκοινωνική, πολιτιστική συλλογικότητα “Φυσάει Κόντρα”. Ένα χώρο κοινωνικής δράσης και πολιτισμού. Με συντελεστές και υλικό που επιχειρούσε να δώσει μια, όσο είναι δυνατό για έναν πληθωρικό άνθρωπο όπως ο Περικλής Κοροβέσης, ολοκληρωμένη εικόνα στο πλαίσιο του 5ου Αντιφασιστικού Φεστιβάλ της. Ήταν φυσικό να υπερισχύσουν τα πολιτικά στοιχεία όχι μόνο για την πλούσια και διακριτή διαδρομή του στο πεδίο αυτό αλλά λόγω και της περιόδου που περνάμε: ο νεοφασισμός τολμά επικίνδυνα να εγκατασταθεί στο πολιτικό σύστημα, να ζει στις γειτονιές μας.
Το κατάμεστο Κηποθέατρο διέψευσε κάθε φόβο ότι η εκδήλωση γίνεται σε ένα απομακρυσμένο, κάπως, χώρο, εργάσιμη μέρα, αργά το βράδυ. Ο Περικλής κατάφερνε να αναπτύσσει ζωντανές σχέσεις με τους ανθρώπους, ήταν πάντα διαθέσιμος να συνεισφέρει σε μια κινηματική προσπάθεια, και πάνω απ’ όλα με τη γραφή του αφύπνιζε συνειδήσεις, κινητοποιούσε. Δηλαδή, η συμμετοχή του στην αντίσταση κατά της Χούντας, το βαρύ κόστος που κατέβαλε, που θα ήταν αρκετά για να τιμηθεί, δεν έμειναν καθόλου κάπου καταχωνιασμένα, πρόσφορα για επετείους. Υπήρξαν αφετηρία, ούτε καν σταθμός, για την αγωνιστική συμμετοχή του έως το τέλος. Καθόλου, λοιπόν, μη αναμενόμενο που ήλθε τόσος κόσμος στην Κοκκινιά εκείνο το βράδυ.
Εκπλήρωση χρέους
«Με το σημερινό αφιέρωμα στον Περικλή Κοροβέση αισθανόμαστε ότι εκπληρώνουμε, στοιχειωδώς, το χρέος μας απέναντί του και ευελπιστούμε, να ανοίξει ένας μεγαλύτερος κύκλος προβληματισμού και εκδηλώσεων» μας ενημέρωνε ανοίγοντας την εκδήλωση ο εκπρόσωπος του “Φυσάει Κόντρα”. Είχαμε ήδη ακούσει το τραγούδι του Θανάση Παπακωνσταντίνου, “Ερώτηση Κρίσεως” ερμηνευμένο από την κιθαρίστρια Άννα – Μαρία Λοϊζου, μέλος της ομάδας.
Στη συνέχεια προβλήθηκε μια ταινία, γροθιά στο στομάχι του Μαθιού Γιαμαλάκη με τίτλο “401” που περιγράφει τα βασανιστήρια του Περικλή στο στρατιωτικό νοσοκομείο 401. Γυρίστηκε στη Σουηδία το 1970, είναι βασισμένο στους “Ανθρωποφύλακες”, προβλήθηκε, πήρε καλές κριτικές αλλά η ελληνική χουντική πρεσβεία αφαίρεσε πάραυτα το διαβατήριο από τον σκηνοθέτη. Το βιβλίο, που ήταν το πρώτο του Περικλή και ο ίδιος θα πει αργότερα ότι έγινε συγγραφέας “για πολιτικούς λόγους”, έχει κάνει βέβαια πολλές επανεκδόσεις αλλά αυτή που μένει αξέχαστη είναι η πρώτη σε ένα χειροκίνητο πολύγραφο για 25 αντίγραφα.
Σε μια μακρά ομιλία, που επιχειρούσε να μας εισάγει στην εποχή εκείνη, ο Δημήτρης Ψαρράς αναφέρθηκε και σε πτυχές ελάχιστα γνωστές.
Όμως εισαγωγικά μας μίλησε για την προσωπικότητά του. “Δεν επαναπαύτηκε ποτέ στην αυτάρκεια του ατόμου, αλλά δεν χάρισε ποτέ και το δικαίωμά του να σχηματίζει και να διατυπώνει τη δική του γνώμη, όσο «αιρετική» και αν ήταν αυτή. Δεν διεκδίκησε τον ρόλο του ήρωα της αντίστασης. Δεν υπήρξε άλλωστε το μοναδικό θύμα των άγριων βασανιστηρίων του χουντικού καθεστώτος. Όμως ο αποφασιστικός τρόπος που αντιμετώπισε τους βασανιστές του και κυρίως το κουράγιο του να προβάλει τη μαρτυρική εμπειρία του στη διεθνή κοινότητα, τον κατέστησαν πολύ νωρίς σύμβολο του αγώνα για ελευθερία, για δικαιοσύνη και για ανθρωπιά. Ποτέ δεν χώρεσε σε έτοιμες συνταγές σκέψης και δράσης. Πέρασε από ποικίλες ομάδες αντίστασης, συλλογικότητες αγώνα και πολιτικά κόμματα, συμφωνώντας και διαφωνώντας κατά καιρούς, αλλά πάντοτε διατηρώντας την ιδιαίτερη προσωπική σκοπιά, με θεμέλιο όχι μόνο την ξεχωριστή εμπειρία ζωής, αλλά και τη βαθιά καλλιέργειά του, προϊόν της μαθητείας του κοντά σε σπουδαίους δασκάλους, αλλά κυρίως της επιμονής του στην αυτομόρφωση”.
Ο Παπαδόπουλος υποχρεώνεται να απαντήσει!
Ο ομιλητής μάς θύμισε, στη συνέχεια, τη συνέντευξή του στο αμερικανικό περιοδικό “Look” (Μάιος 1969) που λειτούργησε ως έμπρακτη διάψευση της χουντικής προπαγάνδας ότι όσα λέγονταν οφείλονταν σε ψίθυρο των λεγόμενων “ανθελλήνων” και δάκτυλο των κομμουνιστών. Έγινε πάταγος, διεθνώς, υποχρεώθηκε ο ίδιος ο δικτάτορας Παπαδόπουλος να απαντήσει. Αφού είπε τον Τύπο “πόρνη”, αποκάλεσε τον Περικλή “ψυχοπαθή” και όσα έλεγε “ευφάνταστες συκοφαντίες” κάλεσε το Look “να στείλει εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο στην Ελλάδα, φέροντας εν συνοδεία και τον καταμηνυτή …. να επισκεφθούν τη χώρα, να ερευνήσουν την αλήθεια”. Όταν όμως το Look αποδέχθηκε την πρόσκληση ο δικτάτορας υπαναχώρησε διότι όπως είπε “το περιοδικό Look παρεξήγησε την πρόσκλησή μου”. Είχε μεσολαβήσει η κατάθεση του Περικλή στο Συμβούλιο της Ευρώπης και η χούντα συνειδητοποίησε ότι το κλίμα είχε στραφεί εναντίον της ανεπιστρεπτί.
Ακολούθησε μια, επίσης, ελάχιστα γνωστή συνέντευξη του Περικλή στο Παρίσι στη σκηνοθέτιδα Ανιές Βαρντά στο πλαίσιο ταινίας της με αντιχουντικό περιεχόμενο. Η ταινία, ολοκληρώθηκε το 1970 όμως δεν παίχτηκε ποτέ, λόγω των ιδιοτελών -αγορά Φάντομ- “φιλικών” σχέσεων Γαλλίας με το Καθεστώς και ανασύρεται στην επιφάνεια μόνο το 2012. Στην Ελλάδα προβλήθηκε για πρώτη φορά στις 24/4/2017 στο Ινστιτούτο Γκαίτε. Την τοποθέτηση, στα γαλλικά, του Περικλή ανάγνωσε, εμφανώς συγκινημένη, η σύντροφός του Μαρία Κατεργάρη. Στην ταινία, με τίτλο Nausicaa, εμφανίζονται πολλοί γνωστοί Έλληνες εξόριστοι αντιστασιακοί. Ο Περικλής, τριάντα ετών τότε, είπε από την αρχή “η περίπτωσή μου δεν είναι μοναδική. Η ιστορία μου επαναλαμβάνεται μονότονα σε καθημερινή βάση”. Και σημείωσε το σημαντικό ΄έγινα συγγραφέας για πολιτικούς λόγους΄. Αφού σημείωσε “τα τεθωρακισμένα θα μπορούσαν ήδη να βρίσκονται στα αεροδρόμια των πόλεών σας” τόνισε κάτι τόσο τραγικά επίκαιρο: “Ο φασισμός στην Ελλάδα πρέπει να καταπολεμηθεί μέσω της καταστροφής του μηχανισμού που παράγει τον ευρωπαϊκό φασισμό”.
Ο συγγραφέας
Όμως ο Περικλής ήταν συγγραφέας και γι’ αυτό μίλησε ο επιμελητής των «Απάντων» του, ψυχαναλυτής και πανεπιστημιακός Νίκος Παπαχριστόπουλος. Μίλησε για την γραφή του τραύματος, για την σύνδεση της γραφής με το βίωμα του δημιουργού, για τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζεται το υποκείμενο της γραφής μέσα από την εμπειρία του, πώς ακριβώς η καταγραφή μιας εμπειρίας διαμορφώνει ένα συλλογικό βίωμα και στην συνέχεια ένα αντικείμενο προς ταύτιση. Εστιάζοντας στην στροφή του Περικλή Κοροβέση από την γραφή των «Ανθρωποφυλάκων» στον «Κοινό τόπο», το «Γυναίκες ευσεβείς του πάθους», το «Τάνγκο μπαρ» και το «Νοσταλγία μνήμης», μια γραφή κατ’ ουσίαν πέρα από τον καταναγκασμό του τραύματος, ο Νίκος Παπαχριστόπουλος ανέλυσε τη διεργασία μέσω της οποίας ο Περικλής Κοροβέσης επιτυγχάνει στην γραφή του, πέρα από την πολιτική της διάσταση, την εξισορρόπηση μεταξύ μελαγχολικότητας και επιθετικότητας, μοναχικότητας και συλλογικής έκφρασης.
Το μουσικό φινάλε
Η εκδήλωση έκλεισε με μουσική. Ένα τραγούδι με μουσική του Μάνου Χατζηελευθερίου που μελοποίησε ένα ποίημα του Περικλή και τραγούδησε η Γεωργία Δρακάκη έκανε την αρχή. Ακολούθησαν αυτή την όμορφη βραδιά η Μάρθα Φριντζήλα και η Φωτεινή Βελεσιώτου με συνοδεία του σχήματος Κubara Project.
O Περικλής, αν και αυτό κάπως έμεινε στο ημίφως, υπήρξε και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2007-2009. Ήταν ένας μαχητικός, και καλά οργανωμένος, ενημερωμένος κοινοβουλευτικός. Θυμάμαι το ραντεβού μας στην Ακράτα. Ο Πάνος Λάμπρου, ο γράφων και η εκδότρια της «Εποχής». Του προτείναμε να τον προτείνει η ΑΚΟΑ για υποψήφιο στην Α΄ Αθήνας. Είχε εκλεγεί και δημοτικός σύμβουλος νωρίτερα με τον αξέχαστο Λέοντα Αυδή το 1998. Το σκέφτηκε, κουβεντιάσαμε, δέχτηκε. Διέκρινε το γόνιμο και ειλικρινές της πρότασης. Είχαμε και εμείς εμπιστοσύνη, και σίγουρα η αποδοχή μας τίμησε. Γεια σου, Περικλή, θα σε θυμόμαστε και τώρα ακόμη σε ευχαριστούμε για τα άρθρα σου που αφιλοκερδώς μας έγραφες.