Φωτογραφία του Νικόλα Κοκοβλή
Η γερμανική –σοσιαλδημοκρατική, μάλιστα– κυβέρνηση προκάλεσε εντύπωση και ανησυχία με την απόφασή της να αναστείλει ουσιαστικά τη Συνθήκη Σένγκεν όσον αφορά τη μετακίνηση των προσφύγων. Το νομικό πλαίσιο τής δίνει αυτό το περιθώριο και τι επιπτώσεις θα έχει η απόφαση αυτή;
Η υπουργός Εσωτερικών χρησιμοποιεί μια σειρά από δυνατότητες που τις προσφέρει ο κώδικας του Σένγκεν για την τρίμηνη άρση του καθεστώτος ελεύθερης μετακίνησης. Αυτό που απαγορεύεται από τον κώδικα, είναι η διαρκής μονομερής αναστολή της Συνθήκης και είναι αυτό που νομίζει ο γερμανικός πληθυσμός πως θα γίνει. Και ο κ. Μητσοτάκης είχε προβεί σε τέτοια κίνηση λίγο πριν τα επεισόδια του 2020 στον Έβρο και ανά καιρούς έχει ξαναγίνει και από την Αυστρία, την Ουγγαρία, την Τσεχία και τη Σλοβενία. Άρα δεν είναι κάτι νέο, αλλά είναι κάτι πρωτόγνωρο όσον αφορά τη Γερμανία και τη σοσιαλδημοκρατία όπως την ξέρουμε –αν και έχουμε το προηγούμενο της δανικής σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης που εφαρμόζει τέτοιου είδους συνεχείς ελέγχους στα σύνορα. Να σημειώσουμε, επίσης, πως οι πληροφορίες θέλουν το υπουργείο Εσωτερικών να ανανεώνει αυτή την απόφαση και για άλλους τρεις μήνες μετά, άρα πάμε για 6μηνη αναστολή. Η κίνηση, λοιπόν, της γερμανικής κυβέρνησης είναι νόμιμη, αλλά είναι λάθος και καθόλου αναγκαία. Το να εισαγάγει η Γερμανία –η ατμομηχανή, δηλαδή, της ευρωπαϊκής ενοποίησης και της μεταναστευτικής πολιτικής, μαζί με τη Γαλλία– ένα καθεστώς μονομερούς αναστολής της Σένγκεν δεν συγκρίνεται με αντίστοιχες κινήσεις άλλων χωρών, όχι μόνο για γεωγραφικούς, αλλά και για γεωπολιτικούς λόγους. Η μονομερής αναστολή της Σένγκεν εν μέσω μιας μεγάλης συζήτησης για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, του οποίου η εφαρμογή δεν προβλέπει μονομερείς κινήσεις, είναι σαν να αποδέχεται η Γερμανία πως αυτά που αποφασίστηκαν για το άσυλο στην Ευρώπη, ουσιαστικά δεν πρόκειται να τηρηθούν. Είναι σαν να αφαιρεί από το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση σημαντικούς πυλώνες, όπως το θέσφατο των μη μονομερών πρωτοβουλιών για το καθεστώς ασύλου. Αυτό πριμοδοτεί και πυροδοτεί μια σειρά από άλλου είδους δυναμικές, όπως πχ στην Αυστρία και την Πολωνία, που καταστατικά δεν θεωρούνται χώρες άφιξης των δευτερογενών μετακινήσεων των προσφύγων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αποσυρθούν από δεσμεύσεις που αφορούν την εφαρμογή του ευρωπαϊκού Συμφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Αποδυναμώνεται, δηλαδή, η όποια δυνατότητα πανευρωπαϊκών πολιτικών διαχείρισης του μεταναστευτικού – προσφυγικού.
Να πούμε λίγο περισσότερα για το πώς επηρεάζει η γερμανική απόφαση την ευρωπαϊκή ατζέντα για τη μετανάστευση, όπως και τη στάση άλλων χωρών; Όπως ανέφερες, έχει ήδη αρχίσει ένα ντόμινο, με χώρες να ζητάνε είτε αυστηροποίηση των κανόνων, είτε δικαίωμα μονομερών κινήσεων.
Να θυμίσουμε για αρχή πως η ευρωπαϊκή ατζέντα άπτεται δύο πυλώνων, της νόμιμης μετανάστευσης και της παράτυπης –που δεν εξαντλείται μόνο στο άσυλο, αλλά με αυτό να λαμβάνει το μεγαλύτερο βάρος. Στον πυλώνα που αφορά τη νόμιμη μετανάστευση, μετανάστευση για εργασιακούς λόγους δηλαδή, υπάρχει ένα τεράστιο κενό όσον αφορά στη ζήτηση της ΕΕ, που ανέρχεται στα 7 εκατ. Έχουμε, δηλαδή, αρνητικό ισοζύγιο όσον αφορά τη νόμιμη μετανάστευση. Τα νούμερα της παράτυπης μετανάστευσης όπως καταγράφονται στις αιτήσεις ασύλου, είναι 470.000 τον χρόνο για όλη την ΕΕ, εκ των οποίων παραπάνω από τους μισούς κατευθύνονται στη Γερμανία. Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πως δεν συγκρίνονται ούτε με τις πραγματικές ετήσιες ανάγκες για εργατικό δυναμικό, ούτε με τη δυνατότητα που προβλέπει το ευρωπαϊκό σύμφωνο για «νομιμοποίηση» της παράτυπης μετανάστευσης με έκτακτες διαδικασίες, όπως έγινε πριν λίγο καιρό και στην Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Το αρνητικό αυτό ισοζύγιο, δηλαδή, η ΕΕ μπορεί να το ισορροπήσει πολύ άνετα με έκτακτες μορφές νομιμοποιήσεων. Άρα το πρόβλημα δεν είναι αριθμητικό, αλλά πολιτικό. Για παράδειγμα, η Πολωνία, όπως και η Ουγγαρία πληρώνουν συνεχώς πρόστιμο για τη μη υποδοχή προσφύγων και τις μαζικές απελάσεις. Προτιμούν, όμως, το πρόστιμο και ας είναι υψηλό –η Ουγγαρία, πχ, πληρώνει 150.000 ευρώ κάθε μέρα, σύνολο θα της επιβληθεί πρόστιμο 200 εκατ. ευρώ, που θα της αποσπαστούν από τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Αλλά οι κυβερνήσεις αυτές εκτιμούν πως το πολιτικό κόστος μιας υποδοχής προσφύγων και μεταναστών, θα είναι μεγαλύτερο από την απώλεια των πραγματικών εργαλείων που έχουν για τη ρύθμιση της μετανάστευσης, όπως είναι τα ευρωπαϊκά κονδύλια. Ο στόχος, όπως φαίνεται, της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς είναι η απονομιμοποίηση της Συνθήκης της Γενεύης, της Ευρωπαϊκής Χάρτας για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και των εγγυήσεων που απαγορεύουν τις επαναπροωθήσεις και τις διακρίσεις εις βάρος των μεταναστών, ώστε να προχωρήσει μια ολική κατάργηση του ευρωπαϊκού καθεστώτος ασύλου.
Η απόφαση της γερμανικής κυβέρνησης ήρθε τώρα μόνο λόγω του εσωτερικού προβλήματος που αντιμετωπίζει με την εκλογική άνοδο της Ακροδεξιάς ή επιθυμούσε να δώσει και κάποια μηνύματα στο εξωτερικό; Η κίνηση αυτή δεν θα λειτουργήσει ενισχυτικά τελικά για την Ακροδεξιά;
Η απόφαση πάρθηκε καθαρά για εσωτερικούς λόγους. Η καημένη η σοσιαλδημοκρατία έχει ξεκάθαρα ευρωπαϊκό πολιτισμό και καταλαβαίνει πολύ καλά τι σημαίνει να υπονομεύεις ευρωπαϊκά θέσφατα της ενοποίησης, αλλά έχει χάσει πλέον την πολιτική ηγεμονία στη συζήτηση γύρω από το άσυλο στη Γερμανία. Δεν είχε κάποια εξωτερική στόχευση αυτή η κίνηση. Βέβαια, στις Βρυξέλλες βρίσκονται όλοι σε μεγάλη ανησυχία, γιατί γνωρίζουν πως η αποδόμηση του Συμφώνου Μετανάστευσης και Ασύλου, με ό,τι προβλήματα και αν έχει αυτό, αποτελεί αποδόμηση των ελάχιστων εγγυήσεων που μπορούμε να έχουμε για το άσυλο στη βάση ανθρωπιστικών λύσεων.
Η επιλογή, ως νέου επιτρόπου Μετανάστευσης, του αυστριακού συντηρητικού, Μάγκνους Μπρούνερ, τι σήμα δίνει και σε τι κατεύθυνση εκτιμάς πώς θα κινηθεί;
Ο νέος επίτροπος, όπως και όλοι οι επίτροποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ανεξάρτητα από την πολιτική τους προέλευση, εφαρμόζουν τη γενικότερη ατζέντα της Επιτροπής. Βέβαια, δεν είναι τυχαίο πως ο κ. Μπρούνερ προέρχεται από το υπερσυντηρητικό κομμάτι του συντηρητικού κόμματος της Αυστρίας και είναι γνωστός ευρωσκεπτικιστής. Γεγονός που σημαίνει πως δεν υπάρχουν ελπίδες για θετικές παρεμβάσεις στο ζήτημα της μετανάστευσης. Σαν πρόσωπο δεν νομίζω πως πρόκειται να επηρεάσει σοβαρά τις κατευθύνσεις της κ. Φον ντερ Λάιεν, που ούτως ή άλλως, δυστυχώς, στην πολιτική της για τη μετανάστευση, το άσυλο παίζει δευτερεύοντα ρόλο.
Για την Ελλάδα βάσει όλων αυτών, αλλά και της τελευταίας συνάντησης Μητσοτάκη – Ερντογάν που μίλησαν για περαιτέρω «ενίσχυση της συνεργασίας στην αντιμετώπιση του μεταναστευτικού», πώς διαμορφώνεται η κατάσταση;
Για αρχή να πούμε πως ανεξάρτητα από το πώς αξιολογούμε το ευρωτουρκικό σύμφωνο, αυτό λειτούργησε και λειτουργεί και επί ΣΥΡΙΖΑ και επί ΝΔ. Αυτό σημαίνει πως η διενέργεια συνοριακών ελέγχων με τον τρόπο που γίνονται μέχρι τώρα εκ μέρους της Τουρκίας, θα συνεχιστεί ως έχει. Γεγονός που σημαίνει με τη σειρά του, δυστυχώς, πως θα συνεχιστεί και το καθεστώς των επαναπροωθήσεων εκ μέρους της Ελλάδας. Ως προς τη συνεργασία Ελλάδας - Τουρκίας, δηλαδή, στο ζήτημα, δεν νομίζω πως θα αλλάξει κάτι. Η Ελλάδα θα επηρεαστεί πιο πολύ από την ευρωπαϊκή πλευρά, καθώς αν η Γερμανία συνεχίσει να αναλαμβάνει τέτοιες μονομερείς πρωτοβουλίες και την ακολουθήσουν κι άλλες χώρες, τότε ούτε οι ποσοστώσεις που έχουν αποφασιστεί για τα επόμενα δύο χρόνια, ούτε οι ειδικές ρυθμίσεις για την ενίσχυση των τοπικών ταμείων των χωρών πρώτης υποδοχής, πρόκειται να εφαρμοστούν. Η συνέχιση τέτοιων μονομερών κινήσεων σημαίνει αποδιοργάνωση του υπάρχοντος ευρωπαϊκού καθεστώτος ασύλου και επανεκκίνηση των επιστροφών προσφύγων στην Ελλάδα και την Ιταλία από τη Γερμανία. Και η Ελλάδα δεν γίνεται να μην αναγνωρίζει τους ανθρώπους που περνάνε μέσα από την επικράτειά της. Έχει, μάλιστα, την υποχρέωση να αποδείξει γιατί δεν προωθεί τις επανεισδοχές –την επαναφορά, δηλαδή, των αιτούντων ασύλου που μετακινήθηκαν δευτερογενώς στη Γερμανία πίσω στην Ελλάδα– με τις σχετικές αιτήσεις να πρέπει να εφαρμοστούν μέσα σε τρεις μήνες. Με άλλα λόγια, το πεδίο σχεδιασμού της ελληνικής κυβέρνησης στο ζήτημα μειώνεται αποφασιστικά. Ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να επιμένει πως η Γερμανία δεν πρόκειται να στείλει πίσω κανέναν αιτούντα άσυλο, αλλά εμείς έχουμε ακριβώς τα αντίθετα στοιχεία, πως στο γερμανικό υπουργείο Εσωτερικών ετοιμάζουν ήδη τους φακέλους για τις επανεισδοχές στην Αθήνα.