Τεύκρος Μιχαηλίδης «Ένα πτώμα στην Αυλή της Αμαλίας», εκδόσεις Ψυχογιός, 2024

 

Βρισκόμαστε στα 1850. Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Αμερικάνοι, Αυστριακοί, Ιταλοί, Δανοί και άλλοι πηγαινοέρχονται στην Ελλάδα για διάφορους λόγους, για αναψυχή, από οριενταλιστική περιέργεια, για φιλελληνικές δράσεις. Κράτος εν κράτει οι ξένοι διπλωμάτες και οι κακούργοι κολαούζοι τους στήνουν διαρκώς σκευωρίες στην πλάτη του φτωχού νεοελληνικού κράτους, με άξονα τα μεγάλα γεωπολιτικά παιχνίδια της εποχής, που συνοψίζονται στο εξής ένα: τον έλεγχο της περιοχής με αναφορά στην τύχη του μεγάλου ασθενούς, της οθωμανικής αγκινάρας ή όπως αλλιώς ονομάζεται εκείνη την εποχή η πάσχουσα εκ των επαναστάσεων Οθωμανική Πύλη.

Ο Όθωνας και η Αμαλία έχουν κοντά είκοσι χρόνια στην Ελλάδα και άλλα δώδεκα ως να μας αποχαιρετίσουν. «Οι Αθηναίοι υποφέρουν, αλλά η χλόη έχει πολύ καλώς εις την υγείαν την», έγραφε ο Εντμόντ Αμπού για τον Εθνικό κήπο της Αμαλίας, που ξόδευε εκείνη την περίοδο τουλάχιστον 50.000 δραχμές τον χρόνο για τη συντήρησή του. Αυτό το διάστημα υποφέρουν λίγο περισσότερο, καθώς τον Απρίλιο του 1849, κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα, είχε απαγορευτεί από τις αρχές το έθιμο του καψίματος του Ιούδα: εξαγριωμένοι Αθηναίοι επέδραμαν στο σπίτι ενός εβραίου τυχοδιώκτη ονόματι Δαβίδ Πατσίφικο, στην οδό Καραϊσκάκη στου Ψυρρή, προξενώντας ασήμαντες ζημίες. Μια άλλη εκδοχή τοποθετεί το περιστατικό τη Μεγάλη Παρασκευή, όταν κατά την περιφορά του Επιταφίου του Αγίου Φιλίππου ο Πατσίφικο προκάλεσε τους πιστούς. Ο πανούργος Πατσίφικο, που είχε διατελέσει πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα και είχε απαλλαγεί των καθηκόντων του λόγω καταχρήσεων, είχε στραφεί κατά της ελληνικής κυβέρνησης και ζήτησε αποζημίωση 888.736 δραχμών και 57 λεπτών, βάζοντας στο παιχνίδι και την Αγγλία, αφού στο μεταξύ είχε αποκτήσει και τη βρετανική υπηκοότητα. Η πανίσχυρη «Αλβιών», που ανταγωνιζόταν σε επίπεδο επιρροής τη Γαλλία και τη Ρωσία στην περιοχή, είχε απαιτήσει την καταβολή του υπέρογκου αυτού ποσού στον υπήκοό της. Η κυβέρνηση Κριεζή είχε αρνηθεί και η Αγγλία είχε προχωρήσει στον ναυτικό αποκλεισμό του Πειραιά και άλλων μεγάλων λιμανιών, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για τον ανεφοδιασμό της χώρας.

Μέσα σ’ αυτή τη συγκυρία, μια δεσποινίδα επί των τιμών της βασίλισσας Αμαλίας, μαθήτρια του Θεόφιλου Καΐρη και «του σχολείου κορασίδων» του κ. Χίλλου, ενός εκ των «εκπαιδευτικών καταστημάτων» της Σχολής Χιλλ που λειτουργούσε από το 1831 στην Αθήνα και οι ιδρυτές της διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην πλοκή του βιβλίου, βρίσκεται νεκρή κάτω από το παράθυρό της. Η πρωτεργάτρια της σύγχρονης νοσηλευτικής Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ, η οποία βρίσκεται τυχαία στην Αθήνα, αναζητώντας το νόημα της ζωής της καθώς η οικογένειά της δεν της επιτρέπει να γίνει νοσοκόμα –παρεμπιπτόντως, η Νάιτινγκεϊλ βρέθηκε όντως στην Αθήνα εκείνη την περίοδο, όπως και όλα τα πρόσωπα που αναφέρονται στο μυθιστόρημα, το ζεύγος Μπρέισμπριτζ, ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, ο Γκυστάβ Φλωμπέρ παρέα με τον Μαξίμ ντυ Καν μεταξύ άλλων πολλών–, αναλαμβάνει, κατ’ εντολήν της Αμαλίας, να εξιχνιάσει το μυστήριο του θανάτου της, τον οποίο η ίδια θεωρεί εξαρχής και ορθώς δολοφονία.

Όσα λοιπόν θυμόμαστε οι μεγαλύτεροι από τα βιβλία με το σκληρό εξώφυλλο για την κυρία με τη λάμπα (αλλά και το σφυρί) στο Σκούταρι, στον Κριμαϊκό πόλεμο, ανάμεσα στους ετοιμοθάνατους φαντάρους, είναι του μέλλοντος. Προς το (μυθοπλασιακό) παρόν η Νάιτινγκέϊλ επιδίδεται σε υπαρξιακές αναζητήσεις και χαίρεται πολύ που μπορεί να ξεχαστεί ασχολούμενη με την επίλυση ενός δύσκολου και οπωσδήποτε τραγικού γρίφου –σε μια Αθήνα όπου, με τα Παρκερικά, για τον λαουτζίκο διαδραματίζονται καθημερινά σκηνές απείρου κάλλους, ενώ οι υπόλοιποι μετρούν μεν τις ζημιές τους, αλλά συνεχίζουν να συχνάζουν, μαζί και η αριστοκράτισσα Φλόρενς, στο θέατρο των Αθηνών, να παρακολουθούν όπερα, να παρευρίσκονται σε εκδηλώσεις μετά μουσικής σε σπίτια και ούτω καθεξής.

Ενώ έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο στην έρευνά της, χάρη στις γνώσεις της στα μαθηματικά στη στατιστική, στις οποίες άλλωστε θα βασιστεί και το έργο της στη νοσηλευτική), τις οποίες έχει αποκτήσει πλάι σε επιφανείς δασκάλους όπως ο Τζέιμς Σιλβέστερ και ο Λαμπέρ Κετελέ, η Νάιτινγκεϊλ έχει τη φαεινή ιδέα, να γνωρίσει τα χαμάμ. Βγαίνοντας από το Λουτρό των Αέρηδων, κάποιος προσπαθεί να τη δολοφονήσει. Θα την γλιτώσει την τελευταία στιγμή ο ερωτοχτυπημένος, στο μυθιστόρημα φυσικά, μαζί της Φλωμπέρ, μαζί με τον ντυ Καν και θα μπορέσει έτσι να εξιχνιάσει τον φόνο, συλλέγοντας τα στοιχεία της με ποικίλες μεθόδους: περιφερόμενη σε σαλόνια και ψάχνοντας σε σπηλιές· κάνοντας παρακολουθήσεις πεζή και καβάλα στο άλογο· στέλνοντας τον επίσης ορισμένο εκ της βασιλίσσης βοηθό της στα μέρη που ως κυρία δεν μπορεί να επισκεφτεί, στους καφενέδες και τις χαρτοπαικτικές λέσχες· ρίχνοντας επιτήδεια δίχτυα σε διάφορες κυρίες, καλές και μη, για να τις εξομολογήσει και άλλα πολλά.

 

Σχολιάζοντας μια ολόκληρη εποχή

 

Και στο καινούργιο του αστυνομικό μυθιστόρημα, ο Τεύκρος Μιχαηλίδης έχει κάνει ενδελεχή έρευνα: η μυθοπλασία του παρακολουθεί τα ιστορικά γεγονότα, προτείνοντας και νέες ερμηνείες τους, ορισμένες από τις οποίες δεν μοιάζουν και εντελώς απίθανες – βλ. τη δολοφονία του υπουργού Εκκλησιαστικών Κορφιωτάκη, για παράδειγμα… Έχει τοποθετήσει στο επίκεντρο της αφήγησής του και πάλι τα μαθηματικά, μέσω της Νάιντινγκέιλ και της παιδείας της. Αλλά τις πολύπλοκες διασυνδέσεις θεωρημάτων και θεωριών τις κρατά εν προκειμένω για την ίδια την πλοκή, που προφανώς έχει και έρωτες και αφελείς κορασίδες, λαμπρές καλλονές και ευφυείς κατασκόπους, αδίστακτους φονιάδες και υψηλά ιστάμενους γηραιούς κυνηγούς του ποδόγυρου: σκορπίζει τόσο δεξιοτεχνικά τα στοιχεία, που τα πλέον σημαντικά περνούν κυριολεκτικά απαρατήρητα, ως λεπτομέρειες που απλώς διανθίζουν την αφήγηση.

Όσο για το σασπένς είναι όπως πάντα διπλό: του φόνου και της εξιχνίασής του αφενός και του ακόμη πιο σκοτεινού ιστορικο-πολιτικού εγκλήματος αφετέρου, που δεν είναι καθόλου μα καθόλου υποφωτισμένο και οπωσδήποτε σήμερα μπορούμε και το διαβάζουμε πεντακάθαρα. Και μ’ αυτά και μ’ εκείνα, με κακούργους σε διατεταγμένη υπηρεσία και άλλους σε διπλωματικά γραφεία, με αφελείς οριενταλιστές φιλέλληνες και Έλληνες πολιτικούς σε νευρική κρίση, το πτώμα στην αυλή της Αμαλίας σχολιάζει μια ολόκληρη εποχή που σφράγισε τη μοίρα του ελληνικού κράτους, τότε, θυμίζοντας την ίδια στιγμή πολλά που γίνονται σήμερα.

Το έργο του Μιχαηλίδη επιμένει να τοποθετεί το μαθηματικό στοιχείο στην καρδιά της πλοκής και της αφήγησης, στην (πραγματική) αγάπη της Νάιτινγκεϊλ για τα μαθηματικά και τη στατιστική, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο το νήμα της ιστορίας μπλέκεται και ξεμπλέκεται σταδιακά με χάρη, στην ίδια τη δομή του κειμένου. Παράλληλα, αναδέχεται ασμένως το χαμόγελο και το γέλιο στην πλοκή του, με τα χαριτωμένα στοιχεία της να βρίσκονται στην καρδιά του αινίγματος. Αποτελεί έτσι άλλο ένα δείγμα του τρόπου με τον οποίο το σύγχρονο ελληνικό αστυνομικό μυθιστόρημα γίνεται και στην Ελλάδα μια σημαντική πτυχή της νέας λαϊκής, ρεαλιστικής, πολιτικοκοινωνικής λογοτεχνίας.

 

Πρόσφατα άρθρα ( Βιβλίο )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet