Στο δρόμο προς το συνέδριο της Νέας Αριστεράς, στο πλαίσιο των συζητήσεων, έχουν αναδειχθεί ορισμένες διαφωνίες που ωστόσο ξεπερνούν τα τείχη του συγκεκριμένου κόμματος, γι’ αυτό αξίζει να σταθώ στο παρόν σημείωμα σε κάποιες από αυτές.
Υπεράσπιση ή κριτική της διακυβέρνησης 2015-2019;
Εδώ και χρόνια όσοι/ες συμμετείχαν στην κυβερνητική περιπέτεια του ΣΥΡΙΖΑ και όσοι/ες δεν συμμετείχαν εμπλουτίζουν τις αντίστοιχες λίστες με τα υπέρ και τα κατά της διακυβέρνησης, τα επιτεύγματα και τις αποτυχίες, τις καλές και τις κακές παρακαταθήκες. Η επίτευξη συμφωνίας είναι αναμφίβολα αδύνατη. Τα διαφορετικά επίπεδα πληροφόρησης και οι διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις συνιστούν τις βασικές αιτίες γι’ αυτό. Η συνολικά απορριπτική στάση του (δεξιού και αριστερού) αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, βέβαια, και η αυτοπροστατευτική στάση του κόσμου του ΣΥΡΙΖΑ δεν επέτρεψαν τη διεξαγωγή ενός ψύχραιμου διαλόγου στο εσωτερικό της Αριστεράς.
Όμως, οι περισσότεροι από τους επικριτές δεν αρνούνται 1) ότι η ασφυκτική παρουσία της Τρόικας τελείωσε, 2) ότι ρυθμίστηκε το χρέος μέχρι το 2032, δίνοντας ανάσα κατά την περίοδο της πανδημίας και χρόνο για οικονομική ανασυγκρότηση, 3) ότι υπήρξε μέριμνα για τα πιο ευάλωτα στρώματα και αποφεύχθηκε η ανθρωπιστική κρίση, 4) ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στήριξε την εργασία, 5) ότι κυβέρνησε χωρίς πελατεία-πατρωνία και, 6) ότι έλυσε ένα μεγάλο πρόβλημα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.
Από την άλλη, οι περισσότεροι από τους υποστηρικτές δεν αρνούνται 1) ότι το τρίτο μνημόνιο επιβάρυνε οικονομικά έτι περαιτέρω μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, 2) ότι δεν απετράπησαν οι ιδιωτικοποιήσεις, 3) ότι η χώρα ανέλαβε οικονομικές υποχρεώσεις που θα δυσκολεύουν συνεχώς την ανάκαμψη, 4) ότι εμπεδώθηκε η ιδέα ότι δεν μπορούν να αλλάξουν πολλά πράγματα, με πολιτικά οδυνηρές επιπτώσεις για την εγχώρια Αριστερά, 5) ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν προσπάθησε ή απέτυχε να πραγματοποιήσει τομές σε πεδία όπου θα μπορούσε, 6) ότι οι εξορύξεις στη Χαλκιδική και οι άδειες για εξορύξεις πετρελαίου είναι αντιπεριβαλλοντικές.
Στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα να παρατηρήσω πως οι μεν κάνουν λάθος αν νομίζουν ότι, απαξιώντας τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, θα προκύψει γρήγορα μια επόμενη ευκαιρία για τη δική τους Αριστερά. Η αξιολόγηση της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ μεταφράζεται από την κοινωνία ως αξιολόγηση της Αριστεράς στην κυβέρνηση. Αν η περίοδος 2015-2019 περάσει στη λήθη, θα συμπαρασύρει μαζί της και τη δυνατότητα της ελληνικής Αριστεράς να απευθύνεται σε μεγάλα ακροατήρια. Θα ήθελα, ωστόσο, να παρατηρήσω ότι και οι δε παραγνωρίζουν ότι τόσο η διαχείριση της μνήμης της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ όσο και η δυνατότητα επανάληψής της βρίσκεται στα χέρια όλης της ελληνικής Αριστεράς και όχι μόνο στα δικά τους. Γι’ αυτό και επέλεξα να αναφέρω έξι επιτυχίες και έξι αποτυχίες της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ: για να γίνει σαφές και στους μεν και στους δε ότι δεν πρόκειται να γίνουν αποδεκτά τα δικά τους σημεία όσο δεν είναι διατεθειμένοι να σεβαστούν τα σημεία των άλλων. Τα θετικά δεν θα διασωθούν, αν δεν γίνουν κοινό κτήμα τα αρνητικά, και τα αρνητικά δεν πρόκειται να τροφοδοτήσουν αποτελεσματικότερες αριστερές πολιτικές, αν δεν ενσωματώσουν τη θετική παρακαταθήκη. Γενικά, το δίκιο του άλλου δεν το παίρνουμε και, ειδικά, πρέπει να κατακτηθεί ένας πολιτικός πολιτισμός αν είναι να προχωρήσει η ανασυγκρότηση του αριστερού ημισφαιρίου.
Προοδευτικές δυνάμεις ή αριστερό ημισφαίριο;
Η σθεναρή κοινωνική και πολιτική αντίδραση στην αδίστακτη δεξιά κυβέρνηση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη απαιτεί συμμαχίες. Στην καθ’ ημάς Αριστερά έχει εγερθεί μια διαφωνία σχετικά με το ποιες συμμαχίες πρέπει να μας ενδιαφέρουν. Στο πλαίσιο αυτό, οι λέξεις που επιδιώκουν να προσδιορίσουν το πολιτικό πρόσημο και το εύρος των συμμαχιών είναι κρίσιμες. Κατά τη γνώμη μου, πρέπει να σταματήσει η χρήση του όρου «προοδευτικές δυνάμεις» για μια σειρά από λόγους.
Διανύουμε μια ιστορική περίοδο όπου η πρόοδος δεν φαντάζει ο αναπόδραστος ορίζοντας των κοινωνιών, γι’ αυτό η έννοια της προόδου περνάει κρίση.
Στη συνείδηση των περισσότερων ανθρώπων σήμερα συνώνυμο της προόδου είναι μόνο η τεχνολογία. Και η ΝΔ, με την ψηφιοποίηση του κράτους και την τεχνολαγνεία της, κάνει την Αριστερά να μοιάζει οπισθοδρομική.
Η Αριστερά, για σωστούς λόγους, λέει συνέχεια «όχι», αντι-στέκεται. Αυτό όμως έχει και αρνητικές επιπτώσεις ως προς τη θέση της στον άξονα προόδου – συντήρησης, τουλάχιστον όπως αυτή προσλαμβάνεται από την κοινή γνώμη.
Η έννοια «προοδευτικές δυνάμεις» προέρχεται από μια περασμένη περίοδο όπου ρουτινοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας ΠΑΣΟΚικής αργκό και έχασε την προωθητική της ισχύ.
Ως εκ τούτου, το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι η χρήση «προοδευτικές δυνάμεις» παραπέμπει αποκλειστικά σε κεντροαριστερές συμμαχίες, αλλά και ότι δεν έχει την παραμικρή κινητοποιό δύναμη. Προσωπικά, θα προτιμούσα την αναφορά στο «αριστερό ημισφαίριο», γιατί και πολιτικό πρόσημο έχει και πολιτικό εύρος υποδεικνύει.
Τέλος, μου φαίνεται κάπως προβληματικό να λέμε πως οι «προοδευτικές δυνάμεις» θα πρέπει να συμμαχήσουν στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων. Δηλαδή, μπορεί το ΠΑΣΟΚ να μη συγκλίνει σε ένα «αντι-νεοφιλελεύθερο μέτωπο», αλλά να θεωρείται ούτως ή άλλως «προοδευτικό»; Αν ναι, τότε όντως έχουμε περιορίσει την έννοια της «προόδου» στον τομέα των δικαιωμάτων, στον οποίο δεν διαπρέπει κιόλας το ΠΑΣΟΚ.