Το αξιοπρόσεκτο χαρακτηριστικό της τρέχουσας περιόδου είναι ότι την αντικατάσταση της Νέας Δημοκρατίας στην ηγεσία της χώρας, διεκδικούν κομματικές ηγεσίες, επιτελεία, και στελεχικό δυναμικό, με θητείες διαδοχικών αποτυχιών. Το ΠΑΣΟΚ, αφού εγκατέλειψε την αρχική φορντιστική αναπτυξιακή στρατηγική του, μετατράπηκε στο πολιτικό εργαλείο της εγκατάστασης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και του συνδυασμού τους με το πελατειακό κράτος. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού αναγκάστηκε να διανύσει την περίοδο των μνημονίων, κάνοντας μεμονωμένες παρεμβάσεις με αναφορά στο κοινωνικό κράτος, δεν έκανε καμία προσπάθεια, μετά τον Αύγουστο του 2018, να ασκήσει πολιτικές που θα αμφισβητούσαν σε έναν αισθητό βαθμό την απόλυτη κυριαρχία του κεφαλαίου.
Στην πραγματικότητα το σύνολο των πολιτικών οργανώσεων που αναφέρονται στην Αριστερά απέχει πολύ από το να έχει να προσφέρει ένα πολιτικό σχέδιο ικανό να οδηγήσει στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που πλήττουν την ελληνική κοινωνία, και στην κάλυψη των αναγκών των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων. Αυτή η διαπίστωση δεν αφορά μόνο την τρέχουσα περίοδο, την περίοδο μετά το 2019, αλλά ισχύει στην πραγματικότητα από τότε που ξεκίνησαν το μνημόνια και οι εκτεταμένες λαϊκές κινητοποιήσεις οδήγησαν στην εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ. Από το 2008, είχε εκδηλωθεί μια κρίση που αφορούσε τον καπιταλισμό διεθνώς, στην οποία εντάχθηκε η κρίση χρέους και της ελληνικής οικονομίας, ενώ μερικά χρόνια πριν η κλιματική αλλαγή είχε φθάσει (η έκθεση Stern σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης στις καπιταλιστικές οικονομίες δημοσιεύτηκε το 2005) να είναι ένα επίκαιρο ζήτημα πολιτικής σε διεθνές επίπεδο.
Δύο προσεγγίσεις
Η μέθοδος του “Προγράμματος της Θεσσαλονίκης” ήταν μια υποτυπώδης εκδοχή ενός φορντιστικού προγράμματος, με έμφαση στο κοινωνικό κράτος και την κεϋνσιανή λειτουργία των δημοσίων δαπανών, αλλά χωρίς κάποιο σχέδιο που να τροποποιεί σε κάποιο βαθμό το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του ελληνικού καπιταλισμού. Από τότε ως τώρα, ακόμα και όταν άρχισε να γοητεύει η ιδέα της “σοσιαλδημοκρατίας”, ή με άλλα λόγια η ιδέα της εγκαθίδρυσης ενός “καλού καπιταλισμού”, το στελεχικό δυναμικό της Αριστεράς ως σύνολο που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο ήθελε και θέλει ένα “νεο παραγωγικό μοντέλο”, μια “πράσινη ανάπτυξη”, ένα “κοινωνικό κράτος”, δεν είχε ένα σχέδιο με συγκεκριμένες θεσμικές λύσεις για την εκπλήρωση αυτών των επιδιώξεων και η υλοποίηση μιας αριστερής στρατηγικής δεν είναι παρά η εγκατάσταση του στελεχικού δυναμικού σε κυβερνητικές θέσεις από όπου θα μετατραπούν σε πολιτικές οι “αριστερές” ή “προοδευτικές” ιδεολογικές τοποθετήσεις.
Μετά την καταιγίδα Daniel στη Θεσσαλία, που ήταν μια συνέχεια της καταιγίδας Ιανός, στην ίδια περιοχή, διαπιστώθηκε και πάλι ότι η συμβολή της κλιματικής αλλαγής στην πολυκρίση, είναι μια διάσταση των στρατηγικών για την οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον, που απαιτούν ριζοσπαστικές ανανεώσεις των αναλύσεων, των στόχων και των μεθόδων. Μετά από ατομικές παρεμβάσεις και τοποθετήσεις ενός αριθμού μελών του επιστημονικού δυναμικού της Θεσσαλίας πήρε την πρωτοβουλία η Νέα Αριστερά να συγκροτήσει μια επιστημονική ομάδα η οποία ανέλαβε τη σύνταξη μιας έκθεσης για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην περιφέρεια και τις προτάσεις στρατηγικών και πολιτικών που είναι αναγκαίο να υιοθετηθούν στις νέες συνθήκες. Η έκθεση αυτή αποτελεί στην πραγματικότητα την αφετηρία μιας διαδικασίας ανανέωσης των ταξικών συμμαχιών, των στρατηγικών επιλογών, των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων πολιτικών, και των μεθόδων δημιουργίας και λειτουργίας ενός νέου θεσμικού πλαισίου, με συνολικό στόχο την προστασία των εργατικών και λαϊκών τάξεων, και στην πραγματικότητα των συνολικών πληθυσμών.
Ηκαθυστέρηση υλοποίησης πολιτικών
Σε μια καπιταλιστική κοινωνία, σε ένα καπιταλιστικό καθεστώς, η διαδικασία συσσώρευσης κεφαλαίου, η αναπαραγωγή του όλο συστήματος, ο χαρακτήρας των ταξικών συμμαχιών, οι θεσμοί που εξασφαλίζουν τη συνέχεια, εξαρτώνται από τη στρατηγική που έχει επιλεγεί από την πλευρά του κεφαλαίου. Τα μεταπολεμικά φορντιστικά ή σοσιαλδημοκρατικά καθεστώτα στην Ευρώπη, μπόρεσαν να συγκροτηθούν και να αναπτυχθούν, καθώς υπήρχαν περιθώρια αξιοποίησης τεχνολογιών, συσσώρευσης και κερδοφορίας, και επομένως απασχόλησης εργατικού δυναμικού, ανάπτυξης θεσμών κοινωνικού κράτους, και αύξησης του βιοτικού επιπέδου. Όσοι ονειρεύονται μια νέα εκδοχή σοσιαλδημοκρατίας, κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν ότι σήμερα η προσέγγιση του κεφαλαίου, σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, χαρακτηρίζεται από επιθετικότητα σε σχέση με τις εργατικές τάξεις και τα κοινωνικά κράτη, χωρίς να ξεχνάμε τη δολοφονική πολλές φορές επιθετικότητα των καπιταλιστικών καθεστώτων απέναντι στους πρόσφυγες.
Μια μορφή επιθετικότητας απέναντι στους πληθυσμούς είναι και η καθυστέρηση της υλοποίησης των πολιτικών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής που στοχεύουν στη ματαίωση των εξορύξεων, αλλά και η υστέρηση σε ό,τι αφορά την άσκηση αμυντικών πολιτικών απέναντι στα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις επιπτώσεις των αλλαγών στις θερμοκρασίες σε ξηρά και θάλασσα, στις βροχοπτώσεις και στα τοπικά χαρακτηριστικά των καλλιεργειών. Η προσέγγιση των κυρίαρχων τάξεων και των συμμάχων τους, σχετικά με αυτές τις καταστάσεις που προκαλούνται από την κλιματική αλλαγή και που θα επιδεινωθούν περαιτέρω όσο συσσωρεύονται στην ατμόσφαιρα αέρια του θερμοκηπίου, έχει σχέση με την ψευδαίσθηση ότι ο πλούτος είναι το κύριο μέσο για την αντιμετώπισή τους, η ψευδαίσθηση δηλαδή ότι το ταξικό πλεονέκτημα προστατεύει από τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης. Μια τέτοια προσέγγιση απέναντι σε εξελίξεις και απειλές που αφορούν στην πραγματικότητα το σύνολο της κοινωνίας, είναι χειρότερη εκδοχή των κινδύνων που αντιμετώπισε η ανθρωπότητα όταν οι άρχουσες τάξεις την οδήγησαν σε παγκόσμιους πολέμους, καθώς η υπερθέρμανση του πλανήτη οδηγεί στο τέλος στην ολοκληρωτική καταστροφή.
Δεν είναι δύσκολο να κατανοήσουμε ότι αν δεν εγκατασταθεί ένα νέο σύστημα αλληλεγγύης, δεν πρόκειται να αποκτήσουμε τη δυνατότητα να υπερασπιστούμε τους πληθυσμούς των ανθρώπινων κοινωνιών, όχι μόνο από τα πλήγματα που φέρνει η κλιματική αλλαγή, αλλά και από την παρακμή των καπιταλιστικών αναπαραγωγικών διαδικασιών, που είναι η αιτία της εγκαθίδρυσης των επιθετικών αντιλαϊκών νεοφιλελεύθερων καθεστώτων. Και αυτό το σύστημα πρέπει να έχει ως στόχο την κυριαρχία του δημοκρατικού σχεδιασμού ως προτύπου διακυβέρνησης και αναπαραγωγής των κοινωνιών αυτών. Πρόκειται για ένα στόχο εξόδου από την κυριαρχία των ατομικών πρωτοβουλιών για το κέρδος. Για ένα στόχο που με διάφορες παραλλαγές είχε υιοθετηθεί ακόμα και σε περιόδους κατά τις οποίες είχε αναδειχθεί η ανάγκη θεσμών διεθνούς αλληλεγγύης. Θεσμοί του ΟΗΕ που αφορούν τα δικαιώματα των προσφύγων, ή την αντιμετώπιση των διεθνών ζητημάτων υγείας των πληθυσμών, ή την Κλιματική Αλλαγή (Διακυβερνητικό Πάνελ που εγκαθιδρύθηκε το 1988 – IPCC) είναι παραδείγματα τέτοιων πρωτοβουλιών.
Θεσμοί δημοκρατικού σχεδιασμού
Η αντιμετώπιση της ανάγκης για εκμηδενισμό σε ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, η απάντηση στις ανάγκες που προκύπτουν από τις εκδηλώσεις ακραίων καιρικών φαινομένων, από τις ξηρασίες, τους καύσωνες και τις πυρκαγιές, όπως και από την προετοιμασία για την αντιμετώπιση τέτοιων φαινομένων στο μέλλον, σε ότι αφορά την κατοικία, τις καλλιέργειες, τις υποδομές, και το φυσικό περιβάλλον, είναι δράσεις που μόνο με θεσμούς δημοκρατικού σχεδιασμού μπορούν να προετοιμαστούν και να υλοποιηθούν. Και δεν μπορούν να προκύψουν από την ενίσχυση και τη ρύθμιση των πρωτοβουλιών του ιδιωτικού κεφαλαίου. Μόνο με την επεξεργασία σχεδίων σε τοπικό και ταυτοχρόνως σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο, από ομάδες που κατέχουν την αναγκαία επιστημονική γνώση και διαχειριστική εμπειρία, αλλά και με τη συγκρότηση δομών εκπροσώπησης των επαγγελματικών και λαϊκών τάξεων, μπορεί να διαμορφωθεί ένα θεσμικό πλαίσιο το οποίο θα αποτελέσει ένα καθεστώς υλοποίησης του δημοκρατικού σχεδιασμού.
Σήμερα το ζήτημα της σχέσης των οργανώσεων που αναφέρονται στην Αριστερά με τον πληθυσμό των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων, είναι ανοιχτό και χρειάζονται πρωτοβουλίες με τις οποίες η σχέση αυτή θα ανοικοδομηθεί. Ο κόσμος που πρέπει να ενδιαφέρει την Αριστερά δεν είναι μόνο οι μισθωτοί, αλλά και πολλές κατηγορίες της “μεσαίας τάξης”, αγρότες και επιχειρηματίες μικρών επιχειρήσεων και ελεύθεροι επαγγελματίες, αλλά και τα μέλη συνεταιριστικών επιχειρήσεων στην ύπαιθρο ή τις πόλεις. Ο κόσμος αυτός, οι συσπειρώσεις κατοίκων σε τοπικό επίπεδο, μπορούν να αποτελέσουν συστατικά αφετηριακών συνεργασιών, που θα οικοδομηθούν αναπτύσσοντας δραστηριότητες που συνδυάζουν παρεμβάσεις σε τοπικό επίπεδο για δράσεις κοινού ενδιαφέροντος, αλλά και οργανώσεις εκπαιδευτικών διαδικασιών και θεματικών εκδηλώσεων μορφωτικού χαρακτήρα.