Άκουσα σχεδόν όλες τις εισηγήσεις της εκδήλωσης που διοργάνωσε το Ινστιτούτο Αλέξης Τσίπρας. Οι περισσότερες ήταν ενδιαφέρουσες γιατί εξιδεικευμένοι επιστήμονες, όπως, λόγου χάρη, ο Θωμάς Μαλούτας ή ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης, ήταν εκεί για να σκιαγραφήσουν την μεγάλη εικόνα. Προφανώς ο τζόγος ήταν στις ομιλίες των υπουργών πού κατείχαν οικονομικά χαρτοφυλάκια σε προηγούμενες εποχές καθώς και στην ομιλία του πρώην πρωθυπουργού.
Ισχυρίζομαι ότι τα τελικά συμπεράσματα δεν ήταν ιδιαίτερα πρωτότυπα, παρόλο που ακούσαμε συμπυκνωμένα ό, τι συμβαίνει στην οικονομία. Και, ακόμα περισσότερο, οι λύσεις που προτάθηκαν κατά την ομιλία του πρώην πρωθυπουργού όχι απλώς δεν είναι πιθανόν να υλοποιηθούν, αλλά αποτελούν ευσεβείς πόθους που δεν περιλαμβάνουν τα υποκείμενα αναφοράς τους και δεν ανάγονται σε έναν συγκεκριμένο στρατηγικό σχεδιασμό διότι εκτιμώ ότι εξυπηρετούν περισσότερο άλλες, διόλου συλλογικές ανάγκες ή δυνατότητες της ελληνικής κοινωνίας.
Το προβληματικό, ατελέσφορο παραγωγικό μοντέλο και η ανάγκη μετασχηματισμού του. H διαχρονικά όχι και τόσο υψηλή ποιότητα των επενδύσεων και η παραδοσιακά μικρή ποσότητά τους. Tο δεδομένο όσο και διογκούμενο από την κρίση επενδυτικό κενό. H ανάγκη της σύγκλισης με τους μέσους όρους της Ευρώπης που παραμετροποιείται σε συγκεκριμένα ποσοστά για την ανάπτυξη, τις εξαγωγές και τη (διαρκή) δημοσιονομική προσαρμογή. Το 2032 που είναι ιδιαιτέρως κοντά σε σχέση με το χρέος και η πανταχού παρούσα δημογραφική γήρανση σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες μεταναστευτικές ροές ατόμων παραγωγικών ηλικιών από τη χώρα μας προς την Ευρώπη. Η ανάγκη επαναβιομηχανίσης Ελλάδας και Ευρώπης και οι εκθέσεις Ντράγκι και Λέτα. Αυτός είναι ο καμβάς που ζωγραφίστηκε. Η εκδήλωση άνεδυε μια αίσθηση κατεπείγοντος, την ανάγκη για συγκρότηση επιμέρους πολιτικών σε βραχύ και μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα που θα καταλήξουν σε ένα “Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης” με ορίζοντα το 2030.
Μάλιστα. Ωστόσο, τα περισσότερα από όσα είπε ο πρώην πρωθυπουργός έχουν ακουστεί ξανά τα τελευταία χρόνια σε διάφορες εκδοχές και σε προσαρμοσμένα στην συγκυρία ρητορικά μείγματα από σοσιαλδημοκράτες ηγέτες της Ελλάδας και της Ευρώπης. Εδώ τίθενται δύο ερωτήσεις: πρώτον, γιατί ξανά περίπου τα ίδια, εφόσον υπονοήθηκε πολλαπλώς πως κάτι έχει αλλάξει τόσο δραματικά και, δεύτερον, γιατί επιτελεστής τους να ορίζεται ο ίδιος άνθρωπος και μάλιστα μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα από την έστω και προσωρινή απόσυρσή του;
Ας υποθέσουμε άδολα πως έγνοια του Αλέξη Τσίπρα ήταν να χτυπήσει την καμπάνα, να προειδοποιήσει για μια κρίση που (επαν)έρχεται, πως προσπαθεί να αναδείξει ότι οι πολιτικές μιας ανακαινισμένης/αναπαλαιωμένης και σίγουρα ενιαίας σοσιαλδημοκρατίας θα είναι περισσότερο “σόικες” ή, για να το πω καλύτερα, θα εμπεδωθούν από την ελληνική κοινωνία, τους οικονομικούς παράγοντες και την ΕΕ ως απαραίτητες και ρεαλιστικές, έτσι ώστε να υπάρξει επιτέλους ένα σχετικά καλύτερο μέλλον για τους περισσότερους πολίτες. Ας το σκεφτούμε υπ’ αυτήν την σκοπιά ή, ακόμα πιο ευνοϊκά για τον πρώην πρωθυπουργό, με δεδομένο ότι πράγματι υφίστανται δυνατότητες διεύρυνσης των ορίων του εφικτού παρά τον δυσμενή οικονομικό, πολιτικό και πλέον γεωπολιτικό συσχετισμό.
Ερωτήσεις:
- Η νέα, ενιαία ελληνική σοσιαλδημοκρατία που θα αντιγράφει καλές πρακτικές, ρητορική, οργανωτικά και στρατηγικά σχέδια από τον Στάρμερ στη Βρετανία, τον Σάντσεθ στην Ισπανία, την διακυβέρνηση Κόστα στην Πορτογαλία και τα όσα κάνει το Νέο Λαϊκό Μέτωπο στην Γαλλία θα προκύψει ως αντήχηση όλων αυτών των ετερόκλητων ποιοτήτων, θα συμβεί μοιραία ως ντόμινο, θα συσπειρωθεί γιατί θα είναι ante portas ο ανάστροφος αντικατοπτρισμός της, δηλάδη μια επελαύνουσα ενιαία ελληνική ακροδεξιά;
- Για να το σκεφτούμε και από μέσα. Η νέα, ενιαία ελληνική σοσιαλδημοκρατία -ως προσδοκία στο πολύ κοντινό μέλλον γιατί χανόμαστε- έχει ή πρόκειται να επιδείξει τόσο σύντομα κάποιον συγκεκριμένο, πραγματιστικό, “κοστολογημένο” σχεδιασμό ανά τομέα ή οι αναγκαίες και επιτακτικές συγκλίσεις κορυφής θα αποδώσουν θέλοντας και μη χωρίς την κοπιώδη πειραματική προσπάθεια ενός προγράμματος αληθινού κι όχι όπως του ΣΥΡΙΖΑ, λόγου χάρη, το 2023;
- Η νέα, ενιαία ελληνική σοσιαλδημοκρατία περιλαμβάνει υποκείμενα, οργανωμένα κι αφανή, αναδείξεις από τα κάτω ηγεσιών, κοινωνικές κινήσεις ως αληθινά και παράλληλα υπόγεια ρεύματα, ρητορική που να τροφοδοτείται από το πάθος για ολιστική ανάπτυξη του κάθε μέλους της κοινωνίας ή “θα ελέγχει δήμους/συνδικάτα/επιμελητήρια/συλλόγους” κατά την έξη του ελληνικού κομματικού συστήματος και στην πραγματικότητα οι πολίτες θα την αγνοούν;
Σταματάω εδώ, αν κι έχω πολλές ερωτήσεις ακόμα. Ας είναι γνωστό όμως πως ούτε ο μπαμπούλας της ακροδεξιάς συσπειρώνει, ούτε η κρίση που σίγουρα θα επανέλθει. Ούτε και είναι δυνατόν κανείς να προσπεράσει τις ανεπαρκείς ηγεσίες του χώρου πέραν της δεξιάς που έχουν κυβερνητική ροπή ή να αναμένει να τον καλέσουν ως σωτήρα. Οι πολιτικές αποσύρσεις απαιτούν αναστοχασμούς, ψυχική ευρυχωρία, παραδοχές λαθών, ανατροφοδοτήσεις με θεωρία και νέες κοινωνικές συναναστροφές αν θέλουν να είναι δυνάμει κοινωνικά χρήσιμες στο μέλλον. Στο μέλλον όμως, όχι στο “τώρα δα, πριν λίγο έφυγα για τσίγαρα, επανήλθα σύντροφοι”.
Οι διατυπώσεις κοινών τόπων και τα διαγράμματα λύσεων σε μια all star παρουσίαση είναι πυροτεχνήματα στην επικράτεια της επικοινωνίας. Στο rebranding που γίνεται, τα επιτελεία που το φιλοτεχνούν ίσως ξεχνούν ένα πράγμα απλό, βαθύ, σχεδόν αυτονόητο. Την αντινομία μέσων (από τα πάνω) και σκοπών (για τους από κάτω), τουλάχιστον στο δημόσιο χώρο, την μεταχειρίζονται κυρίως οι ‘αργόσχολες τάξεις’ όπως ευφυώς τις στιγμάτισε ο Θορστάιν Βέμπλεν. Και συνήθως για τέτοια ευτελή ζητήματα δεν ενδιαφέρονται οι επιδιωκώμενες κοινωνικές πλειοψηφίες γιατί ενστικτωδώς, ακόμα κι αν δεν μπορούν να το εκφράσουν έτσι, μυρίζονται πως “τα μέσα κυριαρχούν πάνω στους σκοπούς”.