Στις 22 Οκτωβρίου 2024 πέθανε, χορτασμένος από κοντά έναν αιώνα ζωής, ο Γκουστάβο Γκουτιέρες (Gustavo Gutiérrez), περουβιανός θεολόγος, φιλόσοφος και ιερέας, ιδρυτής της Θεολογίας της Απελευθέρωσης. Ο Γκουτιέρες χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο το 1968 στην ομιλία του «Προς μια θεολογία της απελευθέρωσης» (Hacia una teología de la liberación) στο πλαίσιο μιας συνάντησης κληρικών στο Περού[1], βαπτίζοντας επί της ουσίας ένα ρεύμα το οποίο είχε ήδη αρχίσει να αναπτύσσεται χρόνια πριν, κυρίως μετά τη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού και την αποφασιστικής σημασίας τοποθέτηση της Καθολικής Εκκλησίας υπέρ της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, του κοινού καλού, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αλλά και της ειρήνης. Το νέο αυτό πνεύμα εντός του Καθολικισμού βρήκε την πλέον πολιτικά ριζοσπαστική του μορφή στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθώς συναντούσε τις οξυμένες κοινωνικές ανισότητες που παρήγαγε το εκμεταλλευτικό μοντέλο υπανάπτυξης των χωρών αυτών, όπως επιβαλλόταν από τον βορειοαμερικανικό καπιταλισμό.
Ήταν οι Λατινοαμερικάνοι επίσκοποι –μεταφέροντας το κοινωνικοπολιτικό κλίμα των κοινωνιών τους– που άσκησαν πίεση στη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού, ώστε να αποδεχτεί επίσημα τη δυνατότητα των κληρικών να εμπλέκονται οι ίδιοι στην οργάνωση λαϊκών και εργατικών κινημάτων ώστε να αγωνίζονται για τα δικαιώματα των καταπιεζόμενων στρωμάτων της κοινωνίας. Στο «Συνέδριο του Μεντεγίν» του 1968, τη δεύτερη διάσκεψη των Λατινοαμερικάνων επισκόπων που αποτέλεσε τη συνέχεια της Β’ Βατικανής Συνόδου, προσαρμοσμένης στο πλαίσιο της Λατινικής Αμερικής, επισφραγίσθηκε η στροφή του λατινοαμερικάνικου Καθολικισμού, καθώς αποκήρυξε τις δομές κοινωνικής αδικίας κι εκμετάλλευσης και πρόταξε αυτό που σχηματοποιήθηκε, επίσης από τον Γκουστάβο Γκουτιέρες, ως «προνομιακή επιλογή υπέρ των φτωχών» (opción preferencial por los pobres), όπου ως φτωχοί ορίζονται αυτοί των οποίων η κοινωνική και οικονομική κατάσταση είναι αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής τάξης και μιας συγκεκριμένης ιστορίας των χωρών και κοινωνικών ομάδων. Το ιδρυτικό κείμενο του ρεύματος «Θεολογία της Απελευθέρωσης. Προοπτικές»[2], που εκδόθηκε το 1971, αποτέλεσε το πρώτο βήμα για τη συστηματοποίηση του μεγάλου φιλοσοφικού, ερευνητικού και ιδεολογικού προγράμματος της Θεολογίας της Απελευθέρωσης και ο Γκουτιέρες θεωρείται εξ αυτού ο ιδρυτής της, καθώς θεμελίωσε φιλοσοφικά και θεολογικά μια πολιτικο-θρησκευτική κοινωνική δυναμική που στόχευε στην απελευθέρωση, δηλαδή στη σωτηρία.
Η Θεολογία της Απελευθέρωσης ισχυρίστηκε πως η εσχατολογία και η θεολογία της αποκάλυψης μας έκανε να ξεχάσουμε το Βασίλειο του Θεού επί της γης. «Κατέβασε», λοιπόν, τη χριστιανική πίστη από τον ουρανό στη γη, στη ζωή των ανθρώπων που υποφέρουν, αναθέτοντας στο χριστιανισμό την αποστολή να συμβάλλει στον κοινωνικό αγώνα για έναν δίκαιο κόσμο. Ο πλησίον, όπως εξηγεί ο Γκουτιέρες[3], δεν είναι απλά ένας άνθρωπος, αλλά ένα άτομο φτιαγμένο από τον ιστό των κοινωνικών του σχέσεων, οικονομικών, κοινωνικών, φυλετικών, πολιτισμικών. Είναι η εκμεταλλευόμενη τάξη, οι αποκλεισμένοι, οι κυριαρχούμενοι. Με αυτό τον τρόπο, περιγράφει ο Γκουτιέρες, προχωράμε πέρα από την ατομικιστική πρόσληψη της σχέσης με το θείο, σε μια σχέση με τον πλησίον, εκείνον του οποίου «τα ανθρώπινα χαρακτηριστικά έχουν παραμορφωθεί από την καταπίεση, την ερήμωση και την αποξένωση και ο οποίος δεν έχει ούτε ομορφιά, ούτε μεγαλείο».[4] Η προνομιακή επιλογή υπέρ των φτωχών είναι δεμένη με τον απελευθερωτικό ευαγγελισμό[5] (evangelización liberadora), ο οποίος δεν μπορεί παρά να πραγματωθεί σε κοινωνία αλληλεγγύης με τους φτωχούς και το δικό τους ιστορικό σχέδιο. H ευφυής συσχέτιση του Γκουτιέρες μεταξύ σωτηρίας και απελευθέρωσης, αφενός, διασώζει τη σωτηρία από αντικοινωνικές και αντιανθρώπινες αιτιάσεις και την επιστρέφει στη ζωή των ανθρώπων και, αφετέρου, υπογραμμίζει την παρουσία του Θεού και τη σχέση του με τον άνθρωπο στο παρόν, δημιουργώντας μια σύνδεση μεταξύ των εσχατολογικών και των ιστορικών υποσχέσεων: «Η σωτηρία δεν είναι κάτι απόκοσμο, σε σχέση με το οποίο η παρούσα ζωή είναι απλώς μια δοκιμασία. Η σωτηρία –η κοινωνία των ανθρώπινων όντων με τον Θεό και η μεταξύ τους– είναι κάτι που αγκαλιάζει όλη την ανθρώπινη πραγματικότητα, τη μεταμορφώνει και την οδηγεί στην εν Χριστώ πληρότητά της».[6]
Η κληρονομιά της Θεολογίας της Απελευθέρωσης είναι τέτοιας αξίας για την αλλαγή του πνεύματος και της νοοτροπίας μεγάλου τμήματος της Καθολικής εκκλησίας που ο Λεονάρντο Μποφ, βραζιλιάνος θεολόγος και φιλόσοφος του ίδιου ρεύματος, παρατήρησε[7] πως ο Πάπας (Φραγκίσκος) έχει καταστήσει τη Θεολογία της Απελευθέρωσης πλήρες μέρος της επίσημης αφήγησης της Εκκλησίας.
Σημειώσεις:
1. Maduro, Otto (2008). «Liberation Theology». Στο Darity, William A. Jr. (επιμ.). International Encyclopedia of the Social Sciences. Vol. 4. Michigan: Macmillan Reference USA. σ.σ. 434–437.
2. Στα ελληνικά σε μετάφραση Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, από τις εκδόσεις Άρτος Ζωής, 2012.
3. Gutiérrez, Gustavo (1973). A Theology of Liberation. History, Politics, and Salvation. NY: Orbis Books. σ. 116.
4. Στο ίδιο.
5. Ο όρος διατυπώθηκε στην Σύνοδο της Πούεμπλα (την τρίτη διάσκεψη λατινοαμερικάνων επισκόπων), στο Μεξικό, το 1979. Περισσότερα στο Roberto Oliveros Maqueo SJ, Historia Breve de la Teología de la Liberación (1962-1990). Τελευταία προσπέλαση Οκτώβριος 2024. https://servicioskoinonia.org/relat/300.htm#_ftnref46
6. Gutiérrez, ό.π., σ. 85
7. Brie, Michael, Callebaut, Bernhard (2022). In Search for a Common Future in Solidarity: Joint Position Paper on the Christian-Socialist Dialogue. Vienna: Dialop Project. Τελευταία προσπέλαση Οκτώβριος 2024. https://dialop.eu/wpcontent/uploads/2022/10/DIALOP_PositionPaper_U_20220930.pdf