Από τις 25 έως τις 27 Οκτωβρίου πραγματοποιήθηκε μια διαδικτυακή συνάντηση που οργάνωσε το Transform!Europe, όπου μεταξύ άλλων συζητήθηκε εκτενώς το ζήτημα της Ακροδεξιάς και της Συντηρητικής Αριστεράς, καθώς και των κοινωνικών δυναμικών από τις οποίες αμφότερες αρδεύουν. Διαπίστωσα ότι η ακαδημαϊκή Αριστερά μπορεί να προσφέρει σημαντική βοήθεια στην πολιτική Αριστερά. Όμως, η τελευταία σπάνια ακούει. Αναλώνεται υπερβολικά στην καταγγελία, ενώ θα έπρεπε να δίνει περισσότερο χρόνο στην κατανόηση. Στο πλαίσιο αυτό, νομίζω πως δεν κατανοεί κάτι πολύ κρίσιμο πάνω στο οποίο και η καθ’ ημάς Αριστερά θα πρέπει να πάρει άμεσα καθαρή θέση.
Οι ψηφοφόροι της Ακροδεξιάς δεν είναι άλλο είδος ανθρώπου, απ’ αλλού φερμένο – τουλάχιστον όχι περισσότερο από εμάς της βραχμανικής Αριστεράς. Όπως έδειξε μια μεγάλη έρευνα της Prorata και του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών στην οποία έχω εκτενώς αναφερθεί σε προηγούμενο σημείωμα, εκτός από τους βολεμένους που ψηφίζουν ΝΔ και μερικώς ΠΑΣΟΚ, όλοι οι υπόλοιποι κρατούν την ίδια αντιπολιτευτική στάση στη μεγάλη πλειοψηφία των ζητημάτων (εκτός από ζητήματα όπως οι μετανάστες, η θρησκεία, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα). Επομένως, η μεγάλη κοινωνική δεξαμενή της δυσαρέσκειας αναζητεί εκπροσώπηση σε παρόμοια βάση – όχι ίδια, επαναλαμβάνω, παρόμοια. Επομένως, δεν καλείται η καθ’ ημάς Αριστερά να αναλύσει την κοινωνική κακοδαιμονία κατά τον τρόπο που το κάνουν ακροδεξιοί πολιτικοί, καλείται όμως να ακούσει αυτή την κοινωνική βάση και να την εκπροσωπήσει συγκρουόμενη με την εξουσία.
Πώς μπορεί να το κάνει αυτό; Λαϊκότητα και ευρωσκεπτισκισμός, έμφαση στα συναισθήματα που δημιουργούν ταυτίσεις χωρίς ταυτοτική συμφωνία. Τα έχω ξαναγράψει αυτά και μπορεί να κουράζω. Όμως, το ίδιο κουραστική είναι η επιμονή της καθ’ ημάς Αριστεράς να υπερασπίζεται αυτή την Ευρώπη λες και όλοι είναι κερδισμένοι της νεοφιλελεύθερης αναδόμησης των δυτικών κοινωνιών, ή λες και δεν μοιράζεται ο αριστερός κόσμος τη διαπίστωση των ψηφοφόρων της Ακροδεξιάς ότι είναι πολύ προβληματικό να παράγονται τα πάντα μακριά από τον έλεγχο των ανθρώπων (πολιτικές αποφάσεις, οικονομικά αγαθά, ιδέες και πολιτιστικές νόρμες). Το ίδιο κουραστικές είναι οι επιδείξεις ακαδημαϊκού τύπου επάρκειας, εξαντλητικής τεκμηρίωσης και ρητορικής δεινότητας –που συχνά διολισθαίνουν σε φλυαρία και υπεκφυγή– λες και η καθ’ ημάς Αριστερά απευθύνεται μόνο στους νικητές τους εκπαιδευτικού ανταγωνισμού. Το ίδιο κουραστικό είναι να μην μπορούν οι πολιτικοί της Αριστεράς, στην εποχή του εκδημοκρατισμού του status, να μιλήσουν «απ’ την καρδιά τους», δείχνοντας ότι είναι ένας ή μία από μας. Το ίδιο κουραστική είναι η εμμονή στην αριστερή ταυτότητα λες και αυτή αποτελεί κάποιο τρομερό ζητούμενο για την κοινωνία, η οποία άλλωστε δεν έχει πρόβλημα να ταυτιστεί με έναν πολιτικό της Αριστεράς όταν αυτός εκπροσωπεί τα συμφέροντά της. Το ίδιο κουραστική είναι η ανικανότητα της Αριστεράς να πει: «η Δεξιά σας λέει να μισείτε τους ανίσχυρους και τους φτωχούς, εμείς σας λέμε να μισείτε τους πανίσχυρους και τους πλούσιους».
Ενώ, λοιπόν, το ζητούμενο είναι αν η καθ’ ημάς Αριστερά θα φέρει στο προσκήνιο τους ανίσχυρους και αυτούς που δεν τα βγάζουν πέρα –καθήκον πολιτικής εκπροσώπησης–, αυτή ασχολείται συνεχώς με την ταυτότητά της. Το ξέρω ότι αυτό συνδέεται στενά με τον εκπαιδευτικό ρόλο της Αριστεράς, αλλά η Αριστερά πρέπει να κατανοήσει ότι δεν έχει σχέση δάσκαλου – μαθητή με την κοινωνία. Το ξέρω ότι οι αριστεροί έχουν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, αλλά στην εποχή της μαζικής εκπαίδευσης και της online πληροφόρησης έχουν και οι άλλοι μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους.
Στο ελληνικό πολιτικό και κομματικό συγκείμενο όσοι και όσες νιώθουν outsiders έχουν πολλές επιλογές, οι περισσότερες από τις οποίες αφορούν προσωποπαγή κόμματα (Βελόπουλος, Λατινοπούλου, Κωνσταντοπούλου, Βαρουφάκης, αλλά και Κασσελάκης – γιατί όχι και Πολάκης;– αν τα πράγματα εξελιχθούν σύμφωνα με ένα από τα πιθανά σενάρια μετεξέλιξης του εναπομείναντος ΣΥΡΙΖΑ). Δεν πρόκειται για κάποια θεωρία των δύο άκρων, αλλά για μια υπόμνηση ότι οποιοσδήποτε παίχτης εμφανίζεται ως outsider σε σχέση με ό,τι προσλαμβάνεται ως σύστημα μόνο για insiders έχει καλύτερες πιθανότητες να προσελκύσει το ενδιαφέρον της δυσαρεστημένης κοινωνικής δεξαμενής. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης συμπεριφέρονται ως ενεργές μειονότητες όταν συγκρούονται με την κυβέρνηση –όχι με τα άλλα κόμματα– για να επηρεάσουν τον πληθυσμό – όχι για να δώσουν λογαριασμό σε υπερβατικές έννοιες (αριστερή ιδεολογία/ταυτότητα/ιστορία). Η καθ’ ημάς Αριστερά, επομένως, πρέπει να συμπεριφερθεί ως ενεργή μειονότητα, κατά τον τρόπο που το έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν συνθηκολογήσει, ως outsider.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να αναλογιστούμε πόσο εξυπηρετεί την τοποθέτησή μας (positioning) στο πολιτικό πεδίο η επίμονη καταδίκη του «λαϊκισμού», η επίμονη αναφορά στην πολιτική «σοβαρότητα» και την «υπευθυνότητα», η επίμονη υπενθύμιση ότι η Ευρώπη κινδυνεύει από την Ακροδεξιά, κ.ο.κ. Αλήθεια, αυτά δεν τα ακούμε παραδοσιακά από τα mainstream πολιτικά κόμματα; Κατανοώ το διαφορετικό συγκείμενο στο οποίο λέγονται όλα αυτά. Όμως, δεν είμαι σίγουρος ότι η δυσαρεστημένη κοινωνική βάση εκλαμβάνει τους πομπούς αυτής της ρητορικής ως outsiders. Μάλλον ως insiders της ακούγονται.