Στις 4 Οκτωβρίου 2022 εκδόθηκε η ευρωπαϊκή οδηγία για επαρκείς κατώτατους μισθούς, με διετή διορία για να μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο του κάθε κράτους μέλους. Η οδηγία 2022/2041 θεσπίζει νέους κανόνες σχετικά με «διαδικασίες για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση της επάρκειας των νόμιμων κατώτατων μισθών και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών». Ωστόσο, δεν προβλέπει συγκεκριμένο επίπεδο κατώτατου μισθού, το αφήνει στην ευχέρεια του κάθε κράτους μέλους, ούτε ορίζει πότε θα επιτύχει το κάθε κράτος μέλος το στόχο του 80% κάλυψης από συλλογικές συμβάσεις, παρά το υποχρεώνει να καταρτίσει σχέδιο δράσης για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Σε αυτά τα δύο παραθυράκια στηρίχθηκε η ελληνική κυβέρνηση, η οποία στην εκπνοή της διορίας ενσωματώνει την οδηγία, αφού την έχει προσαρμόσει στο δικό της καλούπι.
Έτσι, φέρνει νομοσχέδιο που δεν επιτρέπει τη μείωση του κατώτατου μισθού, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία, αλλά θεσμοθετεί το πάγωμά του, σύμφωνα με ελληνική πρωτοβουλία και δεν θεσμοθετεί καθεστώς ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, αλλά βάζει τους κοινωνικούς εταίρους στη γνωμοδότηση, όπως ίσχυε επίσης από τους μνημονιακούς νόμους. Μεταφέρει έτσι στο εθνικό δίκαιο νόμους που πέρασαν υπό καθεστώς έκτακτης ανάγκης και ασφυκτικών δημοσιονομικών περιορισμών, και τους μετονομάζει εθνική πολιτική· συμπέρασμα που περιλήφθηκε σε όλες τις ανακοινώσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης αλλά δεν τέθηκε δημοσιογραφικά ως ερώτημα σε κανένα κυβερνητικό στέλεχος. Αντίθετα, οι τίτλοι ήταν διθυραμβικοί για την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 950 ευρώ (μεικτά) το 2027. Η μιντιακή κυριαρχία αποδεικνύεται το μεγαλύτερο «προσόν» της κυβέρνησης αυτής, κάθε μέρα.
Το τέλειο μαγείρεμα δεδομένων
Μέρες πριν το υπουργικό συμβούλιο, όπου ανακοινώθηκε το πλαίσιο για τον κατώτατο μισθό, υπήρξαν τοποθετήσεις κυβερνητικών στελεχών και αντίστοιχα «αποκλειστικά ρεπορτάζ» για το πώς αυτή η κυβέρνηση έχει επιτύχει να υλοποιήσει το μότο της «καλύτερες δουλειές, καλύτεροι μισθοί». Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αφήγημα -διότι περί διηγήματος πρόκειται, και όχι γεγονότος- ότι «κερδίζεται ένα από τα πιο μεγάλα στοιχήματα της κυβέρνησης Μητσοτάκη: το brain gain, η επιστροφή δηλαδή μιας γενιάς νέων και παραγωγικών πολιτών που έφυγαν από τη χώρα την περίοδο της κρίσης». Η κυβέρνηση στηρίχθηκε σε έρευνα του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και σε στοιχεία της Eurostat, για να ανακοινώσει ότι «έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα πάνω από 350.000 πολίτες που έφυγαν στο εξωτερικό, πάνω από τους μισούς δηλαδή». Μάλιστα, όσοι επέστρεψαν, σύμφωνα με την εξιστόρηση της κυβέρνησης, έχουν «υψηλές μισθολογικές απολαβές» (μέσος μισθός 2.370 ευρώ το μήνα). Αυτούσια τα στοιχεία που έδωσε η κυβέρνηση αναπαράχθηκαν από όλα τα ΜΜΕ. Κανείς δεν αναρωτήθηκε, μήπως δεν είναι αυτή η εικόνα; Αρκεί μόνο μία σκέψη, για να μπει το ερώτημα: πόσοι από αυτούς που έφυγαν από το περιβάλλον μας έχουν επιστρέψει στην Ελλάδα;
Αναζητώντας ερευνητικά στοιχεία για το θέμα, πέσαμε στην ανακοίνωση ημερίδας του Ελληνικού Ιδρύματος Έρευνας και Καινοτομίας (ΕΛΙΔΕΚ), του φορέα δηλαδή που χρηματοδοτεί την ακαδημαϊκή έρευνα στην Ελλάδα, με θέμα: «Brain Gain – Brain Drain: Ερευνητικά δεδομένα, εμπειρίες στρατηγικές» (7/11/2024, 10 πμ. στην Εστία Νέας Σμύρνης). Στην ημερίδα κεντρικός ομιλητής είναι ο Λόης Λαμπριανίδης, οικονομικός γεωγράφος, αφ. καθηγητής Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Επικοινωνήσαμε μαζί του για να δούμε αν επιβεβαιώνεται το αφήγημα της κυβέρνησης ότι το brain gain είναι η μεγάλη επιτυχία. Ο ίδιος δήλωσε, μεταξύ άλλων: «Τα δεδομένα δείχνουν ακριβώς το αντίθετο: Το 89% των συμμετεχόντων μετανάστευσε για οικονομικούς ή επαγγελματικούς λόγους, ενώ το 82% επέστρεψε για συναισθηματικούς | Το 60% των επαναπατρισμένων δυσκολεύεται οικονομικά, με το 53% να λαμβάνει μισθό κάτω των 1500 ευρώ | Μόνο το 45% δηλώνει ικανοποιημένο από τις συνθήκες εργασίας | Μετά την επιστροφή, αυξάνεται το χάσμα μεταξύ δεξιοτήτων και θέσεων εργασίας, π.χ. μείωση του ποσοστού που εργάζονται ως διευθυντικά στελέχη από 23% στο εξωτερικό σε 16% στην Ελλάδα | Το 84% δεν αξιοποίησε τα φορολογικά κίνητρα της κυβέρνησης για τους παλινοστούντες» Όπως, λοιπόν, προκύπτει από μια προσεκτικότερη ανάγνωση των στοιχείων: 6 στους 10 (58%) είχαν υψηλότερο μισθό στο εξωτερικό, μόλις το 23% αναφέρει ότι γύρισε επειδή βρήκε δουλειά με αντίστοιχες απολαβές και προοπτικές με εκείνη του εξωτερικού, ενώ μεθοδολογικά το δείγμα περιλαμβάνει και το 21% αποφοίτων Λυκείου που δεν περιλαμβάνεται στην κατηγορία του brain drain. Το τέλειο μαγείρεμα δεδομένων.
Η αντιστροφή της πραγματικότητας
Και δεν είναι η πρώτη φορά. Η ψηφιακή κάρτα εργασίας, η οποία εφαρμόζεται σταδιακά από τον περασμένο Ιούλιο, και σύμφωνα με τον υπουργό Κ. Χατζηδάκη, ο οποίος επικαλείται στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ, έφερε αύξηση των υπερωριών που καταγράφονται και πληρώνονται, βύθισε τους εργαζόμενους ακόμα περισσότερο στο βούρκο της εργοδοτικής αυθαιρεσίας. Σύμφωνα με το ΕΡΓΑΝΗ, λοιπόν, καταγράφηκε εκρηκτική άνοδος των ευέλικτων μορφών απασχόλησης τον Σεπτέμβριο, με τις συμβάσεις πλήρους απασχόλησης να μετατρέπονται σε μερικής (450 ευρώ μεικτά) μαζικά. Πρόκειται για αρνητικό ρεκόρ της μεταπολίτευσης μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης συμβάσεων. Επίσης, ανάλυση της Τράπεζας της Ελλάδος που στηρίχθηκε σε στοιχεία του ΕΡΓΑΝΗ ανέδειξε μια ασύμμετρη μεταβολή της κατανομής αμοιβών μεταξύ των ετών 2016 και 2023, δείχνοντας ότι δεν αυξήθηκαν οι αμοιβές του πιο εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Ακόμα, σύμφωνα με την Επιθεώρηση Εργασίας το επίδομα προϋπηρεσίας ύψους 10% για κάθε τριετία δεν έχει περάσει από την πλειονότητα των εργοδοτών, ενώ η όποια αύξηση επιβαλλόταν να γίνει από την τελευταία προσαρμογή του κατώτατου μισθού δεν εφαρμόστηκε με την μετατροπή της σύμβασης σε μερικής. Όσον αφορά δε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, για το 2024 και το 2025 έχουν υπογραφεί και ισχύουν μόλις 17 κλαδικές συμβάσεις, που καλύπτουν το 24% της μισθωτής εργασίας, αφήνοντας μίλια μακριά τον ευρωπαϊκό στόχο κάλυψης του 80% των μισθωτών. Όπως ανακοίνωσε η αρμόδια υπουργός, ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων θα περιορίζεται στη συμμετοχή τους σε μια Επιτροπή Διαβούλευσης και επομένως δεν επανέρχονται σε καμία περίπτωση οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, αντίθετα ενταφιάζονται.
Αν και στην περίπτωση που κάποιοι εργοδότες έχουν περάσει στους μισθούς την αύξηση και τις τριετίες, αυτά τα χρήματα απορροφούνται άμα τη εμφανίσει, καθώς ο πληθωρισμός συνεχίζει να ροκανίζει το διαθέσιμο εισόδημα, παρότι ο Κ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε τη «συνέχεια της προσπάθειας να περιοριστεί η επιβάρυνση των νοικοκυριών από την ακρίβεια, το οποίο θα συμβεί κατόπιν συμφωνίας με την Ένωση Σούπερ Μάρκετ Ελλάδας για μείωση από 6-15% της τιμής αρχικά σε 123 βασικά καταναλωτικά προϊόντα (όλων των ετικετών, δεν πρόκειται για κωδικούς) και σταδιακά σε 600». Στο 3,2% αυξήθηκε ξανά ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Οκτώβριο, έναντι του 2% στην ευρωζώνη, σύμφωνα με την Eurostat, στοιχείο που δείχνει ότι ό,τι κάνει η κυβέρνηση για τον περιορισμό της ακρίβειας δεν αποδίδει.
Έχουν διαλέξει πλευρά
Η 20ή Νοέμβρη έχει οριστεί μέρα γενική απεργίας. Τα υπουργεία έχουν δείξει τη στάση που τηρούν απέναντι στους εργαζόμενους, έχουν διαλέξει πλευρά. Το Παιδείας κατάφερε να κηρυχθεί παράνομη η απεργία των δασκάλων και καθαιρεί όσους διευθυντές συμμετείχαν στην απεργία-αποχή για την ατομική αξιολόγηση. Το Ναυτιλίας δεν δέχτηκε να συναντηθεί με τους ναυτεργάτες απεργούς που διεκδικούν συλλογική σύμβαση και αυξήσεις στους μισθούς. To Εργασίας καλύπτει πλήρως τις πολυεθνικές που εφαρμόζουν εργολαβίες στις εταιρείες ντελίβερι (απεργούν σήμερα Σάββατο) και δεν παίρνει θέση για την υπογραφή συλλογικής σύμβασης. Το Κλιματικής Κρίσης δεν δέχτηκε να συναντηθεί με τους απεργούς εποχικούς πυροσβέστες και έδωσε εντολή για την εκκένωση του υπουργείου αφήνοντας πίσω τραυματίες. Το «καλύτεροι μισθοί» αποδεικνύεται με στοιχεία επίπλαστο, το «καλύτερες δουλειές» είναι για το μεγάλο κεφάλαιο. Το «καλύτερα μυαλά» κρύβει ότι οι εργαζόμενοι είναι στα κάγκελα. Το «καλύτερη ζωή» κερδίζεται στους δρόμους· πάντα.