Πέρασαν 34 χρόνια από την ημέρα που αποχώρησε ο Βασίλης Χατζηπαναγής
 

«Ξεκίνησα να παίζω ποδόσφαιρο στη γειτονιά μου. Μπορεί στην αρχή η ζωή μας στην Τασκένδη να ήταν λίγο φτωχική, αλλά δεν μας έλειπε τίποτα. Εξάλλου και στην Ελλάδα η ζωή δεν ήταν πιο εύκολη. Τότε στην Τασκένδη, ήμασταν 35.000 πολιτικοί πρόσφυγες. Εμένα η μόνη μου έγνοια ήταν να παίζω ποδόσφαιρο. Έπαιζα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου». Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στον Βασίλη Χατζηπαναγή, τον βιρτουόζο ποδοσφαιριστή που πριν από 34 χρόνια μια τέτοια μέρα του Νοέμβρη ανακοίνωσε ότι εγκαταλείπει την ενεργό δράση, σε ηλικία 36 ετών. Ο Βάσια γεννήθηκε στη Τασκένδη στις 26 Οκτωβρίου 1954. Ο πατέρας του Κυριακός ήταν κύπριος αριστερός από τη Μακράσυκα της Κύπρου και η μητέρα του Χρύσα γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήρθε ως προσφυγοπούλα στην Ελλάδα. Ο πατέρας του ζούσε στην Αγγλία, μέχρι που, μαζί με έξι ακόμη οικογένειες, ήρθε στην Ελλάδα και πήρε μέρος στον εμφύλιο. Δεν γνωρίστηκαν όμως στο βουνό, αλλά στην Σοβιετική Ένωση, όπου έφτασαν το 1949 ως πολιτικοί πρόσφυγες. Παντρεύτηκαν και τις 26 Οκτωβρίου του 1954 έκαναν τον Βασίλη. Ο Χατζηπαναγής θυμάται στο HumanStories.gr: «Ο πατέρας μου ήταν µεγάλος πατριώτης. Αγαπούσε πολύ την Ελλάδα και την Κύπρο. Ήταν πραγματικός αγωνιστής για τα πιστεύω του. Ήθελε να µε δει µε τη φανέλα της Εθνικής παρά το ότι ήταν πολιτικός πρόσφυγας. Μου έλεγε: “Θέλω πριν πεθάνω να δω ελεύθερη την Κύπρο” αλλά δεν τα κατάφερε. Μόλις πέθανε η µητέρα µου, ήθελε να µετακοµίσουµε στην Κύπρο και να ζήσουµε εκεί. Εγώ του είπα ότι έχω συνηθίσει στη Θεσσαλονίκη και ότι δεν ήθελα να αλλάξω και πάλι κατοικία. Εκείνος ήταν γραµµένος στην Ένωση Κυπρίων της Θεσσαλονίκης. Πήγαινε συνέχεια στα γραφεία και τους ήξερε όλους. Ήταν ο πρώτος που είδε το ταλέντο μου και πίστεψε σ’ εμένα. Ο ίδιος ήταν φανατικός φίλαθλος. Υποστήριζε την Τορπέντο Μόσχας. Θυμάμαι ότι με έπαιρνε από το χέρι και με πήγαινε στο γήπεδο από πέντε χρονών. Η μητέρα μου, γκρίνιαζε λιγάκι. Ήθελε να δίνω μεγαλύτερη βαρύτητα στα μαθήματά μου. Ο πατέρας μου όμως με βοηθούσε πολύ. “Άντε, ετοιμάσου. Σήμερα έχουμε αγώνα” μού έλεγε. Ποτέ δεν γκρίνιαξε, γιατί σπαταλούσα το χρόνο μου με την μπάλα. Με πίστευε πραγματικά και με στήριζε. Μόλις άρχιζα να παίζω στη Δυναμό Τασκένδης, έγινε ο φανατικότερος φίλαθλός της. Δεν έχανε παιχνίδι. Δεν ανακατευόταν ποτέ στο πώς παίζω ή τι κάνω. Ήταν απλώς φίλαθλος. Χαιρόταν να με βλέπει να παίζω. Αντίθετα, η μητέρα μου δεν ήρθε ούτε μία φορά στο γήπεδο. Εξάλλου, όλα τα παιχνίδια μας τα έδειχνε η τηλεόραση».  
Ήταν 22 Νοεμβρίου 1975 μετά τα μεσάνυχτα όταν έφτασε ο Χατζηπαναγής στη Θεσσαλονίκη και τουλάχιστον 1.000 άτομα είχαν πάει στον σταθμό των τρένων για να υποδεχθεί έναν παίκτη για τον οποίον ήδη η φήμη του είχε ταξιδέψει. Η υποδοχή που µου επιφύλαξαν ήταν µοναδική. Μετά όµως απογοητεύτηκα. “Τα γήπεδα ήταν ξερά, σε κακή κατάσταση. Δεν µετάνιωσα όµως. Απλώς έχω µια πικρία που δεν έπαιξα στην εθνική οµάδα. Κάποιοι µου λένε ότι αν έπαιζα σε ομάδα της Αθήνας θα φορούσα την φανέλα της εθνικής. Ο πατέρας µου έλεγε ότι τα λάθη των γονέων παιδεύουν τα τέκνα», θυμάται ο Βασίλης Χατζηπαναγής. Έκανε το ντεμπούτο του την Κυριακή, στις 7 Δεκεμβρίου του 1975 όταν στο Δημοτικό Στάδιο Βέροιας, όπου έδωσε την πρώτη του παράσταση. Ο Ηρακλής Θεσσαλονίκης παραχώρησε ισοπαλία 1-1 στον Ατρόμητο Αθηνών με τον Χατζηπαναγή να μην τον εκμεταλλεύονται οι συμπαίκτες τους, όπως ανέφεραν την επόμενη ημέρα οι εφημερίδες. 3000 οπαδοί του Ηρακλή Θεσσαλονίκης ακολούθησαν την ομάδα τους μέχρι τη Βέροια για να δουν το πρώτο ματς του Βασίλη Χατζηπαναγή, η μεταγραφή του οποίου είχε προκαλέσει αίσθηση σε όλη την Ελλάδα και άκρατο ενθουσιασμό στους «κυανολεύκους». Με τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδος το 1976.  Το 1984 μαζί με τον Θωμά Μαύρο κλήθηκε και αγωνίστηκε στη Μικτή Κόσμου εναντίον της αμερικανικής ομάδας Νιου Γιορκ Κόσμος, σε φιλανθρωπικό αγώνα που έγινε στις 22 Ιουλίου 1984 στο Νιού Τζέρσεϊ, στο Στάδιο των «Τζάιαντς», ενώπιον 40.000 θεατών, από τους οποίους 15.000 Ελληνοαμερικανοί ομογενείς. Συμπαίκτες του ήταν, μεταξύ άλλων, οι: Πίτερ Σίλτον, Ζαν-Μαρί Πφαφ, Ρούντι Κρολ, Ούγκο Σάντσες, Ελίας Φιγκερόα, Φραντς Μπεκενμπάουερ, Κέβιν Κίγκαν, Μάριο Κέμπες και ο Θωμάς Μαύρος. Ο Θωμάς Μαύρος είχε πει για τον Βάσια: «Ήταν ένας παίκτης που με τη μπάλα στα πόδια ήταν άφταστος. Βιρτουόζος, δεξιοτέχνης, με φοβερές εμπνεύσεις που δεν υπάρχουν στο σημερινό ποδόσφαιρο. Ένας παίκτης που έκανε πολύ κόσμο να πηγαίνει στο γήπεδο για να τον παρακολουθήσει, χωρίς να είναι Ηρακλής. Πήγαινε μόνο και μόνο για να τον δει να ντριμπλάρει και να τον δει να μιλάει στην μπάλς». Η Μικτή Κόσμου νίκησε 3-1 και ο Χατζηπαναγής μπήκε στο 65ο λεπτό στη θέση του Κίγκαν,  δημιουργώντας πολλές ευκαιρίες. 

Πηγή: www.humanstories.gr

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2024 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet