Αυτό τον καιρό ζούμε μια ακόμη πράξη του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, σε περιβάλλον αφάνταστα ευνοϊκό για τους αρχιτέκτονές του. Θα υπάρξουν, σίγουρα, και άλλες στο μέλλον γιατί το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ είναι ανάγκη, αφού σπιλωθεί με όλους τους δυνατούς τρόπους, να νικηθεί, εξουδετερωθεί, ξεριζωθεί ακόμη, αν αυτό είναι εφικτό, ως παράδειγμα. Ο Χρήστος Χατζηϊωσήφ, πρόσφατα, χρησιμοποίησε τον όρο «αταξία», αναφερόμενος ειδικά στη στάση της Γερμανίας έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, ότι έτσι τον εξέλαβε και ηγήθηκε της πάταξής της. Δανείζομαι τον όρο και τον διευρύνω.
Αρκετά βιαστικά, με ιστορικούς όρους, οι αντίπαλοί του, εκκινώντας απ’ όσα τραγικά συμβαίνουν τον τελευταίο χρόνο, σπεύδουν να εορτάσουν τη νίκη τους υποστηρίζοντας ότι αυτές οι εξελίξεις ήταν νομοτέλεια. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε ένα πρόσκαιρο πολιτικό συμβάν, εξέφρασε αντίδραση, θυμό του κόσμου κατά των μνημονίων και επωφελήθηκε να αναλάβει και την κυβέρνηση. Όλα αυτά παρήλθαν και ήταν λογικό να παρέλθει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο εκφραστής τους. Τι πιο λογικό; Ανάλογα με τον αναλυτή ή συγγραφέα –συχνά ακροκεντρώο– αυτό το συμπέρασμα είναι λιγότερο ή περισσότερο επεξεργασμένο, ο πυρήνας του συλλογισμού και ιδίως ο στόχος είναι κοινός.
Η ιδεολογική επίθεση γίνεται σε ευνοϊκό –καλλιεργημένο από την από ‘δω όχθη με όσα ζούμε– περιβάλλον, κατεξοχήν έδαφος όπου βάλλεται και εξουδετερώνεται το «ηθικό πλεονέκτημα» που απέδιδε η κοινωνία στην Αριστερά. Διότι αυτό που βαθμιαία χάνεται, είναι ο σεβασμός του αντίπαλου τον οποίο είχαν κατακτήσει οι αριστερές και αριστεροί με αφάνταστο κόστος. Όλα είναι τώρα σε δοκιμασία, παρά τις προσπάθειες διάσωσης.
Κοιτώντας προς τα πίσω
Κοιτώντας προς τα πίσω ενισχύεται το συμπέρασμα ότι η ηγεσία δεν αντιλήφθηκε, σε βάθος, την πλευρά που ήταν η θεμελιώδης: ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξε απάντηση στη συγκυρία μεν, αλλά εδραζόμενη στο ιστορικό, πολύπτυχο, υπόβαθρο της Αριστεράς. Ότι δεν ήταν απλώς μια δυνατότητα, πολύ σπουδαία σίγουρα, να κυβερνήσει η Αριστερά τη χώρα έστω υπό αντίξοες συνθήκες, αλλά και εξέλιξη που άλλαξε τους συσχετισμούς, τη δομή του πολιτικού συστήματος. Αυτή η κατάκτηση, με ιστορικούς όρους, είτε θεωρήθηκε δεδομένη, είτε υποτιμήθηκε. Δόθηκε όλο το βάρος της προσπάθειας να κρατηθεί η κυβέρνηση, να την ξανακατακτήσει αντί πάσης θυσίας. Μάλιστα αυτό έγινε με ξεπερασμένα επικοινωνιακά στερεότυπα, ξεπερασμένες πολιτικές θεωρίες, ενώ η νέα ύλη της Αριστεράς του 21ου αιώνα ήταν φανερή, κινητοποιούσε κόσμο, ιδίως νέους. Αντίθετα, αυτή η ύλη, ως κατεξοχήν αντισυστημική και καθόλου «κεντρώα», θεωρήθηκε ότι θα δυσκολέψει την επάνοδο στην εξουσία αν έφτανε στις διεκδικήσεις και στα μέτωπα πάλης του κόμματος!
Αν έπρεπε να επιδιωκόταν κάτι πάσης θυσίας, ήταν το αντίθετο από αυτό που επιλέχθηκε: να διατηρηθεί η κατακτημένη ισχυρή θέση της –καθ’ ημάς– Αριστεράς στη δομή του πολιτικού συστήματος. Αντ’ αυτού τώρα έχουμε οπισθοδρόμηση με ισχυροποίηση της παρωχημένης και συντηρητικής εκδοχής της Αριστεράς και με εκδοχή συντηρητικής σοσιαλδημοκρατίας που προσπαθεί να κρατά, ως πολιτικό σχέδιο, την ιστορική ύβρη «ΠΑΣΟΚ και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις». Το αποτέλεσμα δεν ήταν προδιαγεγραμμένο. Αναλύσεις σοβαρών πολιτικών επιστημόνων και όχι μόνο αριστερών κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ πλέον είναι ένα μεγάλο κόμμα που μπορεί να διεκδικεί και, με την πολιτική του των συμμαχιών, να συμμετέχει με όρους ηγεμονικούς στην κυβέρνηση. Να θυμηθούμε εδώ τον αξέχαστο σύντροφο Ηλία Νικολακόπουλο –σοφά και έγκαιρα προειδοποίησε για το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο, αλλά η ηγεσία φοβούμενη να εντοπίσει και δικές της δράσεις που το τροφοδοτούσαν εκώφευσε– που επιχειρηματολογούσε γι’ αυτή την εξέλιξη. Το 31,5%, εξάλλου, των εκλογών του 2019, δηλαδή η άποψη που κυριαρχούσε στους αριστερούς και στα λαϊκά στρώματα, το επιβεβαιώνει.
Η απουσία ως πολιτική
Δεν μπορούμε να ξεφύγουμε, κανένας, απ’ αυτά τα ιστορικά ερωτήματα, ιδιαίτερα λόγω των όσων, στενάχωρων, συμβαίνουν. Αυτό ισχύει και για τον Αλέξη Τσίπρα. Δεν μπορούμε να τα παραχώνουμε όλα αυτά, πόσο μάλλον οι αριστεροί πολιτικοί. Διότι η κοινωνία χρειάζεται την Αριστερά και αυτό πρέπει να είναι συνεχώς στο προσκήνιο και να οργανώνεται η ανασυγκρότησή της, η ανασύνθεσή της, ο σύγχρονος βηματισμός της. Όσο και αν καταλαβαίνει κάποιος τη δυσκολία να συμμετάσχει σε ένα σπαρασσόμενο συνεδριακό σώμα ο Αλέξης Τσίπρας, ωστόσο η μη παρουσία στο Συνέδριο του κόμματός του παράγει πολιτική. Παράγει πολιτική −που τώρα είναι φανερή− ως συνέχεια της έως τώρα αποστασιοποίησης, αφενός, και δραστηριοποίησής του σε άλλες πολιτικές παραμέτρους, αφετέρου. Αθροίζεται στην επιδίωξή του να επανασυστηθεί.
Δια ταύτα; Είναι δύσκολο το δια ταύτα ακόμη και για ανθρώπους με μακρά διαδρομή στη συνεχώς αναδυόμενη κριτική Αριστερά. Ταυτόχρονα με το τραγικά σπαρασσόμενο συνέδριο, υπάρχει και αυτό της Νέας Αριστεράς. Με κίνδυνο να υποβαθμισθούν οι φιλοδοξίες του για τον ρόλο του κόμματος στην ελληνική κοινωνία και πολιτική, την αξιοποίηση του πελώριου κενού που υπάρχει στην Αριστερά, τη συμμετοχή του στους αγώνες για τα επείγοντα προβλήματα, φιλοδοξίες και σχεδιασμοί απολύτως εφικτοί, υπάρχει και η ανάγκη να μπορούμε να συνεχίσουμε τη συμμετοχή μας στη συλλογική προσπάθεια με όρους αξιοπρέπειας.