Η καθημερινότητα της γενιάς μας
Η νέα γενιά σήμερα βιώνει γενικευμένη ανασφάλεια. Είμαστε η γενιά στην οποία προσπαθούν να επιβληθούν χαμηλές προσδοκίες για την ζωή μας, ως απότοκο των συνεχόμενων κρίσεων. Στα σχολεία είμαστε η γενιά, που η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να μας κάνει την ζωή δυσκολότερη, εκτός αν έχουμε πλούσιες οικογένειες και απολαμβάνουμε τα αντίστοιχα ταξικά προνόμια. Κατά τη
διάρκεια της πανδημίας, ήταν επιλογή της κυβέρνησης να μην στηρίξει την δημόσια παιδεία και νατη μεταφέρει σε καθαρά ηλεκτρονικό περιβάλλον, χωρίς μέριμνα καθολικής προσβασιμότητας ή εκτίμησης του εκπαιδευτικού αποτελέσματος. Μια αντίληψη της παιδείας ως πεδίο κερδοφορίας (ηλεκτρονικές πλατφόρμες, “σκόιλ ελικικού’’), η οποία δημιούργησε τρομερά εκπαιδευτικά κενά αλλά και κενά στην ομαλή κοινωνικοποίηση σε μαθητές/τριες/α σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Με την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής η Νέα Δημοκρατία επέλεξε να εμποδίσει σε χιλιάδες
από εμάς από την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ενώ η επαναφορά της Τράπεζας Θεμάτων γιγαντώνει την ανάγκη να καταφύγουμε στην παραπαιδεία. Στόχος της ήταν από την μία να αυξήσει την πελατεία στα ιδιωτικά κολλέγια και από την άλλη να μετατρέψει χιλιάδες νέους/ες σε φθηνό, αναλώσιμο ανειδίκευτο προσωπικό. Οι κυβερνητικές πολιτικές στην παιδεία την τελευταία 5ετία, αλλά και ο δημόσιος λόγος που τις συνοδεύει κανονικοποιεί τις ταξικές διακρίσεις στην εκπαίδευση.
Στο ίδιο αντιδραστικό κλίμα συνεχίστηκαν οι νομοθετικές ρυθμίσεις, με την συγχώνευση δεκάδων τμημάτων, σε σχολεία που παρέμειναν και παραμένουν υποστελεχομένα, με τελικό στόχο τις συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων. Ταυτόχρονα, τα επαγγελματικά λύκεια είναι παραμελημένες εκπαιδευτικές κοινότητες, και σε ορισμένες περιπτώσεις ακροδεξιές ιδέες και πρακτικές αναπτύσσονται εντός αυτών, ενώ παράλληλα αποκρύπτεται αριστοτεχνικά η σημασία και οι δυνατότητές τους στην ανεξάρτητη από την τριτοβάθμια εκπαίδευση επαγγελματική κατάρτιση. Ως μέτρο πειθάρχησης μάλιστα επανέρχονται οι αποβολές και οι τιμωρητικές προσεγγίσεις
περασμένων δεκαετιών, που καμία σχέση δεν έχουν με ένα σύγχρονο και μαθητοκεντρικό σχολείο που έχουμε ανάγκη. Το σύνολο των εφαρμοζόμενων πολιτικών στην εκπαίδευση, όπως περιγράφονται παραπάνω, χαμηλώνει αυτόματα τις προσδοκίες στις μαθήτριες και στους μαθητές, δημιουργώντας μια αίσθηση προδιαγεγραμμένης ήττας.
Στα Πανεπιστήμια είμαστε η γενιά που η Κυβέρνηση επέλεξε να σηκώσει ΄΄το γάντι της
σύγκρουσης΄΄. Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση τα χρόνια της Μεταπολίτευσης έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην διαμόρφωση και στην σφυρηλάτηση της Αριστεράς. Αποτέλεσε χώρο αμφισβήτησης της κυρίαρχης πολιτικής, ζύμωσης εναλλακτικών αντιλήψεων, φορέας ενδυνάμωσης της Δημοκρατίας. Ο χώρος που οργανώθηκαν οι αντιστάσεις για μια σειρά λαϊκών – νεολαιίστικων αγώνων του 20ου και του 21ου αιώνα. Ένας χώρος που η ηγεμονία της δεξιάς, του νεοφιλελευθερισμού, του τρόπου οργάνωσης της οικονομίας και της κοινωνίας δεν γινόταν αποδεκτός ως μονόδρομος. Ένας χώρος
στον οποίο σαφώς δεν είχε θέση ένα άσυλο ελεύθερης διακίνησης ιδεών και διαλόγου.
Όλα αυτά η ΝΔ τα αντιλαμβανόταν, και σε αυτή την κατεύθυνση επέλεξε να πάρει οριστική ρεβάνς. Υποστελέχωσε τα Ιδρύματα μας, μείωσε την χρηματοδότηση, τσάκισε την φοιτητική μέριμνα, εμπόδισε χιλιάδες φοιτητές/τριες μέσα από την ΕΒΕ και επιδιώκει να διαγράψει όσους/ες/α έχουν ξεπεράσει τα ν + 2 χρόνια φοίτησης, μέτρο βαθύτατα ταξικό, καθώς επηρεάζει κατα κύριο λόγο τα άτομα που είχαν ανάγκη να εργαστούν παράλληλα με τις σπουδές τους. Κορωνίδα της πολιτικής της
αποτέλεσε ο νόμος, που ανοίγει τον δρόμο για την δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων, κόντρα στις λαϊκές ανάγκες αλλά καταπατώντας και το ίδιο το Σύνταγμα. Για να υλοποιήσει το αντιεκπαιδευτικό της πρόγραμμα όμως, έπρεπε να θεσμοθετήσει και την αυστηροποίηση των ποινών εντός των σχολών, της καταστολής κάθε φωνής που αντιδρά και αγωνίζεται απέναντι στα σχέδια της με τα ΜΑΤ να λειτουργούν ως εγγυητής αυτής της επιβεβλημένης σιωπής. Παράλληλα,
από εκεί που πριν μερικά χρόνια, η κοινωνία και οι λαϊκές οικογένειες αντιλαμβάνονταν το πανεπιστήμιο ως φορέα κοινωνικής κινητικότητας, σήμερα, φαίνεται χάσιμο χρόνου και χρημάτων, στρέφοντας το βλέμμα προς την ανειδίκευτη εργασία, στην ιδιωτική κατάρτιση σε τεχνικά επαγγέλματα ή τα ιδιωτικά κολέγια.
Στην εργασία είμαστε η γενιά που σπουδάσαμε για ένα καλύτερο μέλλον, και αφού λάβαμε το πτυχίο, αντιληφθήκαμε ότι δεν είναι αρκετό ως αποκλειστικό εφόδιο για την είσοδο μας στην αγορά εργασίας. Η γενιά που εξαναγκάζεται σε ένα ατέρμονο κυνήγι εξειδίκευσης μέσα από επί πληρωμή μεταπτυχιακά προγράμματα. Που εκπονούμε διδακτορικό απλήρωτο στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο και ζούμε με την ελπίδα μιας ολιγόμηνης σύμβασης ή υποτροφίας. Είμαστε η γενιά που είτε επιλέγει
να εργάζεται ως ανειδίκευτη «ήλιο με ήλιο», είτε προσπαθεί να χτίσει τον εργασικό της βίο πάνω στην εξειδίκευση που έχει λάβει, και λίγο πριν μπει στην 3η δεκαετία της ζωής της κινδυνεύει να αναγκαστεί να γυρίσει στο παιδικό της δωμάτιο, καθώς τα έξοδα για την συντήρηση ενός σπιτιού στις μέρες μας είναι πολυτέλεια. Βιώνουμε την εργασιακή επισφάλεια, τη συνεχή αλλαγή εργασιακών ρόλων, την υποασφαλισμένη ή ανασφάλιστη εργασία, τους χαμηλούς μισθούς που δεν φτάνουν ούτε για τα βασικά, σε μια εργασιακή ζούγκλα που κοιτάμε τα καθημερινά εργατικά ατυχήματα και δυστυχήματα και γνωρίζουμε πως το επόμενο ίσως είμαστε εμείς. Οι εργαζόμενοι/ες
με μπλοκάκι, οι ντελιβεράδες, οι εργαζόμενοι/ες/α στη γαλέρα του τουρισμού και της εστίασης, στις πλατφόρμες, της εξ’ αποστάσεων και χωρίς δεδομένο ωράριο εργασίας, εκείνοι/ες/α που τα απογεύματα κάνουν ιδιαίτερα για ένα μαύρο χαρτζιλίκι και πουλάνε επιστημονικές εργασίες για να πληρώσουν τη ΔΕΗ. Η γενιά που οι φίλοι μας φεύγουν ο ένας μετά την άλλη στο εξωτερικό, και στα μάτια μας η μετανάστευση φαντάζει μονόδρομος για μια αξιοπρεπή δουλειά και ζωή. Η γενιά που
την έπεισαν ότι το να δουλεύει τη γη ή κάποια άλλη δουλειά έξω από τα αστικά κέντρα δεν είναι για αυτή, και συρρέει αθρόα στις πόλεις προς αναζήτηση μιας καλύτερης ευκαιρίας, επαγγελματικής και κοινωνικής.
Είμαστε η γενιά που βιώνει την συμπίεση του ελεύθερου χρόνου ως αποτέλεσμα της
εντατικοποίησης της ζωής και της εργασίας. Ακόμη και η ίδια η προσβασιμότητα στη διασκέδαση και την ψυχαγωγία, αποτελεί σημείο πάλης. Η γενιά που σε αρκετές περιπτώσεις προσπαθεί να διατηρήσει ζωντανές τις έννοιες του ελεύθερου χώρου, της διασκέδασης, των προσβάσιμων πλατειών και θαλασσών κόντρα στον ακράδαντο υπερτουρισμό. Η γενιά που είτε πάει διακοπές με επιδόματα είτε βλέπει τα νησιά του Αιγαίου μόνο από το πόστο της εποχικής της εργασίας στη βιομηχανία του τουρισμού.
Είμαστε η γενιά που αντιλαμβανόμαστε τον αντίκτυπο της πατριαρχίας στις ζωές μας και προσπαθούμε να τις σπάσουμε με κάθε τρόπο. Η γενιά στην οποία τα δικαιώματα των ΛΟΑΤΚΙ+ συνανθρώπων μας δεν μπαίνουν στην ντουλάπα και από κοινού θέλουμε να χτίσουμε ένα κόσμο αποδοχής και ισότητας, όπου δεν θα αυξάνεται απλά η ανοχή σε σεξουαλικούς προσανατολισμούς και ταυτότητες διαφορετικές από τα εκάστοτε κυρίαρχα πρότυπα.
Είμαστε η γενιά της καταστολής, της αστυνομοκρατίας, της καραντίνας. Η νέα γενιά βίωσε την καραντίνα που την ώθησε στην αποξένωση ενώ ταυτόχρονα διέκοψε βίαια τη ζωή της (οι πρωτοετείς φοιτητές/τριες/α γύρισαν στο Πανεπιστήμιο στο 3ο έτος). Ταυτόχρονα, η αστυνομοκρατία κανονικοποιήθηκε κατά την περίοδο της καραντίνας, από την μία με τους ελέγχους εξόδου μέσω μηνυμάτων και από την άλλη με τις επιθέσεις των δυνάμεων καταστολής στις πλατείες. Ο κύκλος της αστυνομικής βίας συνεχίστηκε, στις φοιτητικές καταλήψεις, στις πορείες, με τις αστυνομικές δολοφονίες νέων ανθρώπων με ραστιστικά χαρακτηριστικά (Φραγκούλης, Σαμπάνης). Δεν ξεχνάμε και δεν συγχωρούμε την ολιγωρία των αρχών σε ζητήματα έμφυλης βίας,
που μάλιστα κατέληξε στη δολοφονία μίας νέας γυναίκας έξω από το αστυνομικό τμήμα, αλλά και τις καταγγελίες περί βιασμών εντός των ίδιων των αστυνομικών τμημάτων. Ταυτόχρονα όμως, είμαστε κομμάτι αυτής της νέας γενιάς στην οποία καλλιεργούνται βαθιά συντηρητικά αντανακλαστικά ως αποτέλεσμα της δουλειάς των ιδεολογικών μηχανισμών του κράτους όπως το σχολείο, ο στρατός, η εκκλησία. Δίνοντας περιεχόμενο στην οργή που προκαλεί η έλλειψη προοπτικών στη καθημερινότητά μας, αξιοποιώντας το υπόβαθρο που χτίζουν οι
ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους, με την Αριστερά να ασθμαίνει στη προσπάθεια να παράξει ένα σχέδιο που θα συγκρούεται με τα συμφέροντα και θα οικοδομεί τις ζωές μας σε εντελώς άλλη κατεύθυνση, η Ακροδεξιά κερδίζει χώρο ως ο αντισυστημικός πόλος στις συνειδήσεις της γενιάς μας, έχοντας μάλιστα μεγαλύτερη διεισδυτικότητα στα ταξικά χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα που
είναι και αυτά που πλήττονται πιο βάναυσα.
Η νέα γενιά στην πολιτική
Η σχέση της γενιάς μας με την πολιτική δοκιμάζεται. Όλο και περισσότερο οι μικρότεροι ηλικιακά άνθρωποι αποδοκιμάζουν στο σύνολό του το πολιτικό σύστημα, αποκτώντας οριζόντιο τρόπο αντιμετώπισης και κριτικής των πολιτικών κομμάτων, αδιαφορώντας σε πολλές περιπτώσεις για τις διαφορετικές ιδεολογικές, αξιακές, πολιτικές αναφορές. Τα κόμματα σήμερα δε μπορούν να εμπλέξουν τη νέα γενιά πλειοψηφικά, ούτε και να την εκφράσουν. Είναι μια γενιά που βιώνει κρίση
πολιτικής εκπροσώπησης.
Η συνολική στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ δημιούργησε μια σειρά ματαιώσεων στη νέα γενιά. Ο μνημονιακός συμβιβασμός του ΣΥΡΙΖΑ, παρ΄ότι υπήρξε ο κυρίαρχος αντισυστημικός φορέας που εξέφρασε τη κοινωνική δυσαρέσκεια 2010-2015, ατόνισε την κινηματική έξαρση εκείνης της περιόδου. Παρά τα θετικά μέτρα που προώθησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ όπως η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού και ταυτόχρονη η αύξηση του κατώτατου μισθού. Η αναγκαστική υλοποίηση του σχεδίου του αντιπάλου, δηλαδή το μνημόνιο, επέτεινε αυτό το αδιέξοδο. Επίσης η περίοδος
2019-2023 χαρακτηρίζεται από την αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να παράξει καθαρή γραμμή και σαφή αντιπολιτευτικό λόγο. Αδυνατώντας ως εκ τούτου να αποτελέσει τον πολιτικό χώρο που θα εκφράσει τα κοινωνικά στρώματα που υφίσταντο τα αρνητικά αποτελέσματα των κυβερνητικών επιλογών επιτείνοντας τη δυσφορία των νέων στο πολιτικό σύστημα.
Η συμμετοχή των νέων σε κάθε έκφραση του πολιτικού βίου αποδυναμώνεται. Στα Σωματεία, στους Φοιτητικούς Συλλόγους, σε πολιτιστικούς φορείς, στις εθνικές εκλογές. Η ρίζα του προβλήματος έγκειται στην επικράτηση ενός αφηγήματος το οποίο θέλει συλλογικά προβλήματα να λύνονται με ατομικό τρόπο, ενώ σεχταριστικές πρακτικές και ένα μοντέλο συνδικαλιστικής δράσης με έντονο αυτοαναφορικό στίγμα εμπέδωσε αυτό το αδιέξοδο. Η αποστροφή και η αποξένωση της γενιάς μας
από την πολιτική στηρίζεται σε αντικειμενικούς παράγοντες.
Από την μία η εποχή των πολλαπλών κρίσεων, της γρήγορης πληροφορίας, της εντατικοποιημένης εργασίας, του περιορισμένου ελεύθερου χρόνου, της οικονομικής ανασφάλειας, της επαγγελματικής αβεβαιότητας δεν αφήνουν περιθώρια στην πολιτική ένταξη. Από την άλλη το ριζωμένο δόγμα TINA, η εμπεδωμένη αντίληψη σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας ότι δεν μπορεί και δεν θα αλλάξει τίποτα δημιουργούν ματαίωση και απογοήτευση, αποθαρρύνοντας αρκετούς/ες από την πολιτική. Το ΄΄ όλοι ίδιοι είναι΄΄ τείνει να γίνει ηγεμονικό δόγμα στους νέους ανθρώπους.
Από την άλλη η κρίση αξιοπιστίας ανοίγει τον δρόμο πολλές φορές για μορφές ένταξης και αγώνα που στο επίκεντρο έχουν την ατομικότητα, που υποτάσσουν το ΄΄εμείς΄΄ στο ΄΄εγώ΄΄. Η κρίση αξιοπιστίας διαπερνά και την Αριστερά, που είναι επιτακτική ανάγκη να κατανοήσει το πρόβλημα, να μην θολώνει το στίγμα της, να μην κάνει ΄΄εκπτώσεις΄΄ στις αξίες της. Να λέει αυτά που πιστεύει και να πιστεύει αυτά που λέει. Για να δώσει διέξοδο και απαντήσεις σε όλους/ες όσοι ΄΄παγιδεύονται΄΄ στον εύκολο δρόμο του μηδενισμού και της απολιτίκ δράσης.
Είμαστε όμως και μια γενιά με κοινωνικές και πολιτικές ευαισθησίες: έμφυλες διακρίσεις, δικαιώματα, αντίσταση στην αστυνομοκρατία, μίσος για τον πόλεμο και όσους τον γεννούν, με περιβαλλοντικές και καλλιτεχνικές ανησυχίες, ανησυχίες για τη διανομή του πλούτου, που όμως δεν εμπιστεύεται τη συλλογική και οργανωμένη πολιτική ζωή ως οδό βελτίωσης της καθημερινότητας, αλλά μάλλον την αντιλαμβάνεται ως κάτι παρωχημένο και χρονοβόρο. Έτσι λοιπόν προκύπτει ο
μετασχηματισμός των παραδοσιακών τρόπων άσκησης πολιτικής. Δεν είναι λίγοι οι νέοι/ες που παίρνουν θέση για ζητήματα των καιρών μας, όχι όμως με τον πατροπαράδοτο τρόπο. Μια εικόνα στα social media μπορεί να είναι αρκετή, για να δείξουν, την απογοήτευση τους, την αντίδρασή τους,
την εναντίωσή τους.
Εστίες αμφισβήτησης στην καθημερινότητα
Μπορεί η συλλογική ζωή μέσα από τις γραμμές της Αριστεράς να βιώνει κρίση, υπάρχουν όμως και εστίες αντίστασης που αποτυπώνουν μια γενιά που ασφυκτιά και ψάχνει εναλλακτικές. Μεγάλα πολιτιστικά γεγονότα τα οποία σημαδεύονται από αντιιμπεριαλιστικά συνθήματα, πλημμυρίζουν από αλληλεγγύη στον παλαιστινιακό λαό, που στέλνουν την συμπαράστασή τους στον λαό του Λιβάνου. Αυθόρμητες πράξεις εναντίωσης στο ισοπέδωμα των ελεύθερων χώρων, με την ανυποχώρητη διεκδίκηση του αυτονόητου. Ότι τα πάρκα, οι χώροι πρασίνου, οι παραλίες, τα
βουνά δεν ξεπουλιούνται. Η αμέριστη στήριξη σε κάθε θύμα έμφυλης διάκρισης, η σύγκρουση με την πατριαρχία σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, η έμπρακτη υποστήριξη της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας σε κάθε δίκαιο αίτημα της. Τα γεμάτα φοιτητές/τριες/α αμφιθέατρα του προηγούμενου χειμώνα απέναντι στα σχέδια της Κυβέρνησης για την καταστρατήγηση του άρθρου 16, οι πλημμυρισμένοι
δρόμοι του κέντρου της Αθήνας στα Πανεκπαιδευτικά - Πανελλαδικά συλλαλητήρια που ύψωσαν ανάχωμα στα σχέδια της ΝΔ για δημιουργία ιδιωτικών σχολών. Οι αυθόρμητες, μεγαλειώδεις, κινητοποιήσεις για δικαιοσύνη αλλά και για εκδίκηση για τα θύματα των Τεμπών, που δεν επέστρεψαν ποτέ στις δουλειές τους, στα Πανεπιστήμιά τους, στις οικογένειες τους.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν νησίδες αντίστασης και αμφισβήτησης, που ωστόσο στερούνται ενός συνολικού αφηγήματος, το οποίο συνενώνει τα επιμέρους αιτήματα, αναγνωρίζει τη μήτρα που τα γεννά και παράλληλα προτείνει ένα ριζοσπαστικό σχέδιο ανατροπής, δημιουργώντας θετική προοπτική για την κοινωνία, και ως εκ τούτου κατά μόνας δεν μπορούν να πυροδοτήσουν κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.
Η μάχη για την ασφάλεια, μια μάχη ιδεών
Είναι σαφές πως στην δεκαετία που έχει περάσει από την περίοδο που η Ελλάδα χαρακτηριζόταν “εργαστήρι κινημάτων” η Αριστερά στο σύνολό της έχει υποχωρήσει σημαντικά στο πεδίο των ιδεών. Οι στρατηγικές που ακολουθήθηκαν από τα κόμματα του χώρου στα χρόνια αυτά, μικρότερα και μεγαλύτερα, συνέβαλαν σημαντικά στην δημιουργία των συνθηκών που εκμεταλλεύτηκαν και εκμεταλλεύονται ακροδεξιές φωνές καλλιεργώντας (με διαρκώς αυξανόμενη απεύθυνση) πλήρως αντικοινωνικές ιδέες.
Η καθολική οικειοποίηση της έννοιας της ασφάλειας από τα συντηρητικά και νεοφιλελεύθερα κέντρα παραγωγής ιδεολογίας και πολιτικής είναι χαρακτηριστική αυτού του προβλήματος. Η κυριαρχία που χτίζεται γύρω από την άποψη πως η ασφάλεια είναι ο αυταρχισμός της αστυνομίας στους δρόμους, της συνοριοφυλακής απέναντι σε πρόσφυγες στον Έβρο και στα νησιά, ο αυταρχισμός του κράτους εν συνόλω τελικά απέναντι στους πολίτες και η παραχώρηση του ρόλου
του στην ιδιωτική πρωτοβουλία ως λύση δια πάσα νόσον, πλην φυσικά της καταστολής. Είναι ζήτημα ζωτικής πια σημασίας, ειδικά για τη γενιά μας, τη γενιά που από το 2008 έβλεπε πως θα ζήσει χειρότερα από τους γονείς της και δεν είχε καμία διάθεση να συμβιβαστεί με αυτό, να βγει επιθετικά στο κοινωνικό πεδίο δηλώνοντας εμφατικά πως η ασφάλεια είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Ασφάλεια είναι να ξέρεις πως θα βρεις εργασία στο αντικείμενο στο οποίο εκπαιδεύτηκες, ανεξάρτητα με το αν αυτό συνέβει σε τεχνικά λύκεια και σχολές κατάρτισης ή μέσα από πτυχία και μεταπτυχιακά. Ασφάλεια είναι να ξέρεις πως το κράτος εγγυάται σε όλους, όλες και
όλα ισότιμη πρόσβαση σε βασικά για την ζωή κοινωνικά αγαθά (ενέργεια, νερό, υγεία, παιδεία, στέγη κ.ά.). Ασφάλεια είναι να ξέρουμε πως δεν παίζουμε τη ζωή μας κορώνα γράμματα όταν χρησιμοποιούμε βασικές υποδομές μεταφορών της χώρας, όπως τα τραίνα ή τα λεωφορεία.
Ασφάλεια είναι να παρθούν μέτρα ανάσχεσης της κλιματικής κρίσης και προστασίας του μοναδικού πλανήτη που έχουμε για να ζήσουμε. Ασφάλεια είναι να γυρνά μια θηλυκότητα στο σπίτι της χωρίς να κοιτάζει διαρκώς πίσω από τον ώμο της, ενώ σφίγγει τα κλειδιά στο χέρι. Ασφάλεια είναι να οικοδομήσουμε την Eυρώπη των λαών, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας, που δεν θα έχει ενεργό συμμετοχή σε εμπόλεμες συρράξεις, δεν θα επενδύει σε στρατιωτική βιομηχανία, δεν θα
βασίζεται στην επιβολή της λιτότητας και δεν θα ταϊζει το ακροδεξιό τέρας των σοβινιστικών αφηγημάτων.
Είναι αυτή η δεσμίδα αιτημάτων με την οποία πρέπει να βγούμε επιθετικά, κόμμα και νεολαία, στα σημεία εκείνα όπου γεννάται και ζυμώνεται η ιδεολογία και τα οποία δεν είναι άλλα από τις γειτονιές που ζούμε, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια που διδασκόμαστε, τους χώρους που εργαζόμαστε. Με πολιτικό σχέδιο, με αιχμές που αγκαλιάζουν τις κοινωνικές ανάγκες στο σήμερα, παραμένοντας όμως ανοιχτό στην συνδιαμόρφωση όσο αυτό θα βρίσκεται σε κίνηση και θα
δοκιμάζεται στη πράξη.
Οι μάχες απαιτούν οργάνωση
Η μάχη των ιδεών στην κοινωνία, μια μάχη πρωτίστως ιδεολογική. Προϋποθέτει πολιτική μακριά από την λογική του "μέσου όρου". Προϋποθέτει όμως και οργάνωση. Οφείλουμε να ενισχύσουμε το νέο πολιτικό εγχείρημα, το κόμμα μας, τη Νέα Αριστερά. Οφείλουμε ταυτόχρονα να επιδιώκουμε μέσα από την πρακτική μας την ανασυγκρότηση και ανασύνθεση της Αριστεράς απέναντι στην πολυδιάσπαση, τον κατακερματισμό και τις αλλεπάλληλες ήττες της. Έχουμε καθήκον να
αντιστρέψουμε τις συνθήκες που δημιούργησαν απογοήτευση και αποστράτευση. Είναι αναγκαίο λοιπόν να ενώσουμε δυνάμεις με εκείνες τις φωνές αμφισβήτησης που ασφυκτιούν στη κοινωνία του σήμερα και να δημιουργήσουμε εστίες πάλης και αντίστασης και να συννενόσουμε όσες υπάρχουν. Να δομήσουμε λοιπόν την Νέα Αριστερά ως ένα κόμμα της Αριστεράς, ριζοσπαστικό και πρωτοπόρο, που θα λειτουργεί χειραφετητικά για τα μέλη του και την κοινωνία και θα είναι σε θέση
τα συνενώσει όλα τα επιμέρους αιτήματα για ένα καλύτερο κόσμο σε μια ολοκληρωμένη στρατηγική. Στρατηγική, που θα συμβάλει στη δημιουργία ενός νέου αντικαπιταλιστικού δρόμου και αντλεί έμπνευση από τις θεωρητικές και πρακτικές παραδόσεις μας. Άλλωστε, για εμάς ο μαρξισμός δεν αποτελεί ούτε "ευαγγέλιο" αλλά ούτε και ξεπερασμένο θεωρητικό εργαλείο.Αποτελεί ένα επιστημονικό έργο που εξελίσσεται και φωτίζει τις σύγχρονες όψεις της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, βάζοντας στο επίκεντρο την κοινωνική χειραφέτηση απέναντι σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης του ανθρώπου και της φύσης.
Η Νέα Αριστερά καλείται να έχει σαφή ταξική αναφορά στο πλευρό του κόσμου της εργασίας και των πληττόμενων συνολικά κοινωνικών ομάδων, μακριά από λογικές περιχαράκωσης, απομόνωσης και στείρας καταγγελίας βάζοντας τις υλικές και πνευματικές βάσεις, τις σκέψεις και τις δράσεις, ώστε να δημιουργηθεί εναλλακτική πορεία απέναντι σε αυτό το υπάρχον μοντέλο παραγωγής και διανομής του πλούτου, το οποίο έχει γίνει αποδεκτό ως το μόνο αποτελεσματικό εδώ και μια
δεκαετία. Αυτό απαιτεί Οργανώσεις Βάσης και όργανα που θα δοκιμάζουν την εφαρμογή στη πράξη, στον κοινωνικό χώρο αναφοράς τους, του σχεδίου που θα παράγεται ως προϊόν σύνθεσης των απόψεων στο εσωτερικό τους, επικοινωνώντας το με τρόπο ενιαίο στη δημόσια σφαίρα. Από τις γειτονιές, τα τοπικά κινήματα και την αυτοδιοίκηση, έως τον συνδικαλισμό σε όλα τα επίπεδα και τα εθνικά και υπερεθνικά κινήματα (Κίνημα ειρήνης) στα οποία πρέπει να πρωτοστατήσει. Απαιτεί
επίσης οργανώσεις που θα εκπαιδεύουν σε θεωρητικό και πρακτικό επίπεδο τα μέλη τους λειτουργώντας στη βάση του τρίπτυχου σχεδιασμός - υλοποίηση - απολογισμός. Οργανώσεις που θα είναι το κόμμα στο χώρο τους και τα μέλη τους θα εκκινήσουν όπου απαιτείται και θα συμμετέχουν όπου ήδη συμβαίνει στην όσμωση ιδεών για τα χαρακτηριστικά και τις στοχεύσεις που πρέπει να έχει η Αριστερά σήμερα. Απαιτεί μια οργάνωση νεολαίας οργανωτικά αυτόνομη με την δική της πολιτική τοποθέτηση για την γενιά της και διαρκή μέριμνα για παρέμβαση στα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τους χώρους δουλειάς όπου μαζικά ζουν και δημιουργούν οι νέοι άνθρωποι σήμερα.
Έχοντας πάντα στο μυαλό μας πως η πολιτική είναι μετρήσιμο μέγεθος, μέσα από τους ανθρώπους που πείθεις να στρατευτούν στην υπόθεση της Αριστεράς, είναι η στιγμή με όχημα το κόμμα μας να πρωτοστατήσουμε στην οικοδόμηση του κόσμου στο μπόϊ των ονείρων μας. Να αθροίσουμε δυνάμεις ανοίγοντας το δρόμο για τον Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα.