Η 20η του Νοέμβρη έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι εξακολουθούμε να ζούμε σε κοινωνίες που δεν βρίσκει χώρο το διαφορετικό, αλλά αντίθετα βρίσκει χώρο το μίσος. Κάθε χρόνο λοιπόν, με το που το ημερολόγιο δείχνει 20 Νοεμβρίου, η τρανς κοινότητα καλείται να κάνει έναν θλιβερό απολογισμό· έναν απολογισμό που δε «χωρά» μόνο σε αυτή την ημέρα, καθώς κάθε μέρα που περνά, τουλάχιστον ένα τρανς/φυλοδιαφορετικό άτομο δολοφονείται σε κάποια μεριά του πλανήτη μας, από στυγνά εγκλήματα μίσους, με μόνο λόγο την έκφραση ή την ταυτότητα φύλου του.
Τη χρονιά που μας πέρασε, συγκεκριμένα από τον Οκτώβριο του 2023 έως και τον Σεπτέμβριο του 2024, καταγράφηκαν 350 δολοφονίες τρανς/φυλοδιαφορετικών συνανθρώπων μας. Σε αυτές εάν προσθέσουμε και τις δολοφονίες που δεν έχουν εξιχνιαστεί ακόμη τα αίτια τους, οι καταγραφές ξεπερνούν τις 400, ενώ από το 2008 μέχρι και σήμερα οι καταγεγραμμένες καταγραφές ξεπερνούν κατά πολύ τις 5.000 δολοφονίες.
Εάν κοιτάξουμε τα αναλυτικά στοιχεία που μας δίνει το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Τρανς Δολοφονιών, θα δούμε ότι από το σύνολο των τρανς προσώπων, αυτά που γίνονται θύματα της τρανσφοβικής βίας και δολοφονιών, είναι τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινότητάς μας: τρανς πρόσωπα με μεταναστευτικό/προσφυγικό προφίλ, που έρχονται στις ευρωπαϊκές χώρες μετά από φρικτά βασανιστήρια, διώξεις, φυλακίσεις, βιασμούς που έχουν υποστεί στις χώρες καταγωγής τους και αντί να βρουν ένα ασφαλές περιβάλλον, έρχονται αντιμέτωπα με το πιο φρικτό πρόσωπο της βίας. Τρανς γυναίκες, που είτε έχουν περιορισμένη πρόσβαση στον χώρο της εργασίας, είτε αποκλεισμένες από τον χώρο της εργασίας, καταφεύγουν να ασκούν εργασία στο σεξ, σε ένα μεροκάματο του τρόμου, και εν τέλει στον ίδιο τον τρόμο. Τα εγκλήματα, δηλαδή, έχουν σε ένα μεγάλο βαθμό, ρίζες με τον μισογυνισμό και την πατριαρχία. Έχουν θα λέγαμε μία εξουσιαστική υφή.
Επίσης, αυτό που διακρίνεται μέσα από τα αναλυτικά στοιχεία είναι ότι δεν αυξάνεται κάθε χρόνο μόνο ο αριθμός των δολοφονιών, αλλά ότι και τα εγκλήματα γίνονται όλο και πιο βάναυσα, ότι η φρίκη και η αγριότητα γίνεται ακόμη πιο ανήκουστη. Το ερώτημα που γεννάται είναι μονολεκτικό. Γιατί;
Η απάντηση είναι, γιατί εξακολουθούμε να ζούμε σε κοινωνίες που δεν βρίσκει χώρο το διαφορετικό, αλλά αντίθετα βρίσκει χώρο το μίσος. Γιατί ζούμε μέσα σε μία κοινωνία που δεν θέλει να υπάρχουμε με μόνο λόγο γιατί δεν της μοιάζουμε. Γιατί όταν αυτή η κοινωνία κοιτάει το πρόσωπο της στον καθρέφτη δεν βλέπει τον Ζακ, τη Δήμητρα, την Άννα και δεκάδες χιλιάδες ακόμη ΛΟΑΤΚΙ+ παιδιά που έπεσαν θύματα βίας και εγκλημάτων μίσους, αλλά έναν νοικοκυραίο, οικογενειάρχη, ευυπόληπτο, αρσενικό, χριστιανό, λευκό έλληνα πολίτη. Κάθε τι άλλο που παρεκκλίνει κάπως από αυτό το καλούπι, δεν θα πρέπει να υπάρχει. Ούτε στο σχολείο, ούτε στον εργασιακό τομέα, ούτε στην ίδια τη ζωή, πουθενά. Αλλά κι αν ακόμη για κάποιο λόγο πρέπει να υπάρχει, ας μην είναι πια και τόσο ορατό. «Ας κάνουν ότι θέλουν αλλά μέσα στα σπίτια τους», είχαν αναφέρει πολιτικοί μέσα στο ελληνικό κοινοβούλιο, τόσο στις συζητήσεις, όσο και κατά την ψήφιση του νόμου για την ισότητα στο γάμο το Φεβρουάριο που μας πέρασε.
Όμως, τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και αξίες, όπως η ελευθερία του συνέρχεσθαι, του συνεταιρίζεσθαι, η ελεύθερη έκφραση ιδεών, το δικαίωμα στην ιδιωτική και οικογενειακή ζωή, το δικαίωμα στην αξιοπρέπεια και στην απαγόρευση της απάνθρωπης και εξευτελιστικής μεταχείρισης, το δικαίωμα στην ίση μεταχείριση και στην απαγόρευση των διακρίσεων σε όλους τους τομείς: στην παιδεία, στην εργασία, στην υγεία κλπ, και εν τέλει το δικαίωμα στην ίδια τη ζωή, δεν είναι μια προαιρετική επιλογή, όπου η Πολιτεία μπορεί να αναστέλλει ή και να επανενεργοποιεί κατά βούληση, αλλά είναι ουσιαστικές σταθερές και δεσμεύσεις της ως προς το κράτος δικαίου.
Η φετινή Διεθνής Ημέρα Τρανς Μνήμης, 50 χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα μας και 51 χρόνια από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως η ισότητα, η ισονομία και η ισοπολιτεία, δεν έχουν κερδηθεί ακόμα στην ολότητα τους. Πως κάποιοι άνθρωποι εξακολουθούν να είναι πολύ πιο ίσοι από όλους τους υπόλοιπους. Πως η δημοκρατία δεν είναι απλά ένα κεκτημένο, μία λέξη που αναγράφεται πάνω σε μία κόλλα χαρτιού, αλλά το ύψιστο αγαθό που πρεσβεύει την καθολική ελευθερία και που διασφαλίζει στην πράξη την ισότητα, την ισονομία και τη δικαιοσύνη για όλους τους πολίτες χωρίς διακρίσεις, χωρίς εξαιρέσεις και αστερίσκους. Πως ο αγώνας για μια πιο δίκαιη και συμπεριληπτική κοινωνία, που θα μας χωρά όλες, όλα και όλους, είναι διαρκής και ασταμάτητος και θα πρέπει να επιβεβαιώνεται κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, και πως το «ελεύθερο φρόνιμα» –όπως είχε πει πολύ σοφά και ένας νομικός– είναι ελεύθερο όταν αυτό γράφεται με γιώτα και όχι με ήτα!