Ίσως ο τίτλος να σας φαίνεται παράξενος και να σας παραπέμπει σε πραγματικές ταξιδιωτικές αναμνήσεις. Πλην όμως είναι κάτι διαφορετικό. Είναι οι εμπειρίες που αποκτήσαμε τα εκλεγμένα από το συνέδριο του 2022 μέλη της Επιτροπής Δεοντολογίας του ΣΥΡΙΖΑ. Σκεφτόμουν πολύ πριν γράψω αυτό το κομμάτι. Αλλά μοίρα αγαθή το νοιώθω ως καθήκον. Είδα σταδιακά ένα κόμμα να αλλάζει προς το χειρότερο. Ήμασταν το όργανο που συνεδρίαζε τακτικά και έβλεπε τον μέσο συριζαίο, τον συριζαίο των διευρύνσεων να λειτουργεί στην πραγματική ζωή με πραγματικά συναισθήματα. Είδα τις οργανώσεις μελών σταδιακά να αλλάζουν. Και πράγματα που μας φαινόντουσαν αυτονόητα στην Αριστερά γινόντουσαν ακριβά ζητούμενα. Από το 2019 και ύστερα, επαναπαυμένα πολλά από τα ηγετικά μας στελέχη της λεγόμενης τότε πλειοψηφίας, στο 32% περίμεναν απλώς να ξαναγίνουμε κυβέρνηση. Η πολιτική συζήτηση μέσα στις οργανώσεις είχε σταματήσει και οι οργανώσεις γίνονταν σε πολλές περιπτώσεις όργανα του βουλευτή, ο οποίος εν πολλοίς ενδιαφερόταν μόνο για την επανεκλογή του. Αντί να δίνει την συνδρομή του στο κόμμα και το κόμμα να δίνει στις οργανώσεις, πλήρωνε ο ίδιος το ενοίκιο των γραφείων και τα άλλα έξοδα, ώστε να φαίνεται στα μέλη της οργάνωσης ότι είναι, τρόπο τινά, ο προστάτης τους.
Κουρασμένοι γραμματείς Νομαρχιακών προσπαθούσαν να βγάλουν το όλο κόμμα προς τα έξω, πλην όμως προσέκρουν στις εσωτερικές αντιθέσεις των βουλευτών του νομού τους με αποτέλεσμα το πρόβλημα να εντεινόταν. Ο ΣΥΡΙΖΑ γινόταν ένα κόμμα βουλευτοκεντρικό, χωρίς πολιτική συζήτηση. Και σταδιακά, απουσία πολιτικής συζήτησης, τα ζητήματα άπτονταν προσωπικών αντιπαραθέσεων. Με αποτέλεσμα να φτάνουν πολλά περιστατικά κακών σχέσεων στην Ε.Δ. Δηλαδή, το πολιτικό πρόβλημα του κόμματος δεν απασχολούσε την Κ.Ε., η οποία σπανίως συνεδρίαζε, ή την Πολιτική Γραμματεία. Μοιραία η Ε.Δ. καλούνταν επί της ουσίας να ασχοληθεί με κάτι που δεν ήταν αρμοδιότητα της. Παραδείγματος χάριν, αν ένας βουλευτής, μέλος της Κ.Ε., διαμαρτυρόταν στην ηγεσία για την δράση της Επιτροπής Δεοντολογίας, ο βουλευτής αυτός και μέλος του καθοδηγητικού οργάνου λησμονούσε πως είχε ψηφίσει το Καταστατικό, αλλά και τον Κανονισμό λειτουργίας της επιτροπής και λειτουργούσε ως τοπάρχης της οργάνωσης που προστάτευε τα μέλη, ακόμη και αν έπρεπε να διαγραφούν, γιατί τα μέλη αυτά θα του ήταν χρήσιμα στις εκλογές. Το κόμμα είχε πάψει να είναι ο συλλογικός διανοούμενος και γινόταν ένα άδειο κέλυφος που δεν παρήγαγε πολιτική.
Έτσι, ο βουλευτής θεωρούσε φυσιολογικό να πηγαίνει σε εκδηλώσεις για την φωτογραφία της στιγμής και να είναι μακρυά από εργατικούς, ας πούμε, αγώνες και αγωνίες. Αλλά αυτό το πρόβλημα ήταν πρόβλημα πολιτικής διεύθυνσης και όχι θέμα της Ε.Δ. Το μέλος έβλεπε ότι έπρεπε να προσκολληθεί στον βουλευτή και πίσω από τον βουλευτή υπήρχε μόνο ο ηγέτης. Το τι σημαίνει μέλος ενός κόμματος της Αριστεράς ελάχιστα απασχολούσε την καθοδήγηση. Μοιραία σε διάφορες επισκέψεις που κάναμε ακούγαμε από αγριεμένα για την παρέμβαση μας μέλη να μας εγκαλούν για “σταλινισμό” και για “δίκες της Μόσχας”. Ήταν πρόδηλο ότι πολλοί από αυτούς είχαν άγνοια και για τα δύο αλλά δεν είχε σημασία. Όπως άλλωστε δεν είχε σημασία που τοπικά στελέχη του κόμματος θέλανε να κλείσουμε την πόρτα στους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Η απουσία διαπαιδαγώγησης πολιτικής ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Βουλευτής επαρχίας άλλωστε μου είχε πει πως η Ε.Δ. είναι περίπου ένα διακοσμητικό όργανο και πως την πολιτική την κάνουν οι βουλευτές γιατί αυτοί είναι μέσα στον κόσμο.
Θυμάμαι πως είχα θέσει ένα ερώτημα σε στελέχη της τότε Πολιτικής Γραμματείας. Τους είχα πει να κλείσουν τους βουλευτές συγκεκριμένης περιφέρειας σε χωριστά δωμάτια, όπως και τον γραμματέα της Ν.Ε. Και να ρωτήσουν από πότε έχουν να βγουν όλοι μαζί περιοδεία. Και αφού κάνουν αυτές τις συζητήσεις να πουν στην Ε.Δ. ποιος πρέπει να λύσει το πρόβλημα, η Ε.Δ. ή η Πολιτική Γραμματεία; Όπως αντιλαμβάνεστε αυτό δεν έγινε. Έτσι οι αντιθέσεις των βουλευτών περνούσαν στα μέλη, τα οποία συγκρούντουσαν επί προσωπικού με αποτέλεσμα να φτάνουν στην Ε.Δ.
Όταν, λοιπόν, τα κορυφαία καθοδηγητικά όργανα αφυδατώνουν το κόμμα, μοιραία το κόμμα πεθαίνει, κλείνει και οδηγείται στην εκλογή ενός τυχαίου ανθρώπου. Γιατί όταν δεν προνοείς πως θα γίνεται κάποιος μέλος, πως θα διαπαιδαγωγείται πολιτικά, είναι επόμενη η πτώση. Όταν θεωρείς ότι ο Αλέξης Τσίπρας θα είναι νυν και αεί πρόεδρος του κόμματος, μοιραία δεν σκέφτεσαι διαφορετικά. Ανθ'ημών Γουλιμής. Και αυτό το βλέπαμε σε κάθε σχεδόν υπόθεση που αναλαμβάναμε. Η απουσία του πραγματικού κόμματος οδηγούσε στεναχωρημένους συντρόφους επίσης να μας ευχαριστούν που είχαμε παρέμβει, πως κάποιος τους άκουσε. Σύντροφοι ευγενικοί και αξιοπρεπείς που ένιωθαν πια ότι δεν άντεχαν στην κατάσταση που είχε δημιουργηθεί σε αρκετές οργανώσεις.
Μεγάλη ευθύνη για την παρακμή του κόμματος και στην σήψη είχε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο τυχαίος από την Αμερική ήταν το σύμπτωμα, όχι η αιτία. Όλοι και όλες θυμόμαστε την υπόθεση Πολάκη. Μια υπόθεση που μπορούσε να αλλάξει την φορά των πραγμάτων, αλλά δυστυχώς η τότε Πολιτική Γραμματεία και ο πρόεδρος δέχτηκαν την συγγνώμη του εκ Κρήτης ορμώμενου βουλευτή και όλα θεωρηθήκαν καλώς καμωμένα. Γι' αυτό άλλωστε όταν ο τυχαίος από την Αμερική, ούρλιαζε πέρσι για πέμπτη φάλαγγα, για αυλικούς των τραπεζών και άλλα συναφή, ουδείς από τα στελέχη πρώτης γραμμής που σήμερα διαμαρτύρονται βγήκαν να στηρίξουν τους επί χρόνια συντρόφους τους και να αποδοκιμασουν την ύβρη. Γιατί πολύ απλά είχαν συνεργήσει στην απαξιωση του κόμματος επί σειρά ετών. Είχαν δεχτεί σε μεγάλο βαθμό την τοξικότητα και την εχθροπάθεια που υπήρχε στις οργανώσεις, ανάμεσα σε μέλη. Απλώς θεωρούσαν ότι κάποιες παρατραβηγμένες καταστάσεις θα τις έλυνε η Επιτροπή Δεοντολογίας. Πλην όμως δεν ήθελαν να καταλάβουν, ή ακόμη και αν το καταλάβαιναν σιωπούσαν, πως η απουσία σοβαρής πολιτικής συζήτησης μέσα στις οργανώσεις και η ανάθεση καθηκόντων στους συντρόφους και τις συντρόφισσες θα έλυνε πολλά δομικά προβλήματα.
Όταν όμως στόχος σου αποκλειστικός είναι το πως θα ξανακυβερνήσεις δεν σου μένει χρόνος για να ασχοληθείς με λεπτομέρειες περί πολιτικής. Η σήψη και η παρακμή του κόμματος απλώς ήταν η αναπόφευκτη κατάληξη. Στο νέο εγχείρημα που φτιάχνουμε, νομίζω ότι ξέρουμε τι πρέπει να αποφύγουμε. Και ξέρουμε που να ρίξουμε το βάρος.