Εν μέσω παγκόσμιας πολιτικής και κοινωνικής δυστοπίας και επέλασης ακραίου κυβερνητικού νεοφιλελευθερισμού, η Αριστερά αντιμετωπίζει προκλήσεις επιβίωσης. Υπάρχει δυνατότητα ανασύνθεσης; Για την αναγκαιότητα, τους όρους και τα πιθανά σημεία εκκίνησης συζητούν οι: Ιφιγένεια Καμτσίδου, καθηγήτρια Συνταγματικού Δικαίου στο ΑΠΘ, Αλεξάνδρα Κορωναίου, καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μέλος πολιτικής γραμματείας ΜέΡΑ25, Βασίλης Παπαστεργίου, δικηγόρος και ανένταχτος αριστερός.

 

 

 

Άνοδος της Ακροδεξιάς, συρρίκνωση της Αριστεράς. Ο ΣΥΡΙΖΑ, πάλαι ποτέ ισχυρότερη αριστερή κοινοβουλευτική δύναμη, χάνει την αξιωματική αντιπολίτευση. Ας σχολιάσουμε το νέο τοπίο.

Ιφιγένεια Καμτσίδου: Ένταση των ανισοτήτων, επιστροφή των προκαταλήψεων, δραματική υποχώρηση της Δημοκρατίας, δίνουν χώρο ανάπτυξης της ακροδεξιάς αντισυστημικής ρητορικής, ώστε όσοι βιώνουν τις ανισότητες να πιστεύουν ότι εκφράζει τις ανάγκες τους. Δυστυχώς, δυνάμεις που ήταν ή αυτοπροσδιορίζονταν ως αριστερές, εγκατέλειψαν τον αγώνα για άμβλυνση των ανισοτήτων και υποστήριξη του κοινωνικού κράτους ως εργαλείο ενίσχυσης της συλλογικής αλληλεγγύης, συντασσόμενες με τη νεοφιλελεύθερη νεορθοδοξία. Όταν η Αριστερά αγωνίζεται για κοινωνική ισότητα, πολιτική ελευθερία, ουσιαστική δημοκρατία, αυτοδιαχείριση, ανακόπτει την επέλαση της Ακροδεξιάς. Συνέβη στην Ελλάδα το 2012 -15, όταν η Χρυσή Αυγή διεκδικούσε ισχυρή εκπροσώπηση και πολιτικό ρόλο. Ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλοντας ένα σχέδιο αμφισβήτησης των κυρίαρχων πολιτικών, έγινε ο ίδιος κυβερνητική δύναμη.

 

 

Αλεξάνδρα Κορωναίου: Η Ακροδεξιά στην πραγματικότητα έχει πολλές μορφές, για «ακροδεξιές οικογένειες» μιλάει ο Ζαν Υβ Καμί. Ερευνώντας το 2012 τη Χρυσή Αυγή, ανακαλύπταμε έναν σκληρό πυρήνα φασιστικών μισαλλόδοξων αντιλήψεων, στο 10% με 15%, με τη μορφή της «εγγύτητας ιδεών» με την ΧΑ. Η Ακροδεξιά, βεβαίως, ξέρει να προσαρμόζει τον λόγο της στις εκάστοτε συνθήκες ψευδόμενη, με έντονα στοιχεία λαϊκισμού και δημαγωγίας, όπως βλέπουμε στη Γαλλία, τη Γερμανία και αλλού. Στην Ελλάδα καταφέραμε να αναχαιτίσουμε τη ΧΑ (η δολοφονία Φύσσα υπήρξε εφαλτήριο ενός μεγάλου αντιφασιστικού κινήματος). Όμως στο παρόν, η Αριστερά βρίσκεται σε διάλυση. Αν η χώρα μας το 2012 ήταν πειραματόζωο της κρίσης χρέους, τώρα θα λέγαμε πως είναι ένα εργαστήρι διάλυσης και ανασυγκρότησης της Αριστεράς. Η Αριστερά δυσκολεύεται, αγνοεί σε μεγάλο βαθμό τη νέα συνθετότητα, την πολυπλοκότητα των κοινωνικών τάξεων και κατ’ επέκταση αποτελεσματικούς τρόπους προσέγγισης των απογοητευμένων από αυτήν, αυτών που ματαιώθηκαν και απέχουν. Θέμα που πρέπει να συζητηθεί σοβαρά. Εκεί καλείται να απευθυνθεί η ριζοσπαστική Αριστερά, αφού ξεκαθαρίσει πράγματα και με τον εαυτό της.

Βασίλης Παπαστεργίου: Η κατάσταση αυτή μπορεί να ερμηνευτεί μέσω της πρόσφατης ιστορίας μας, αλλά και ως απόηχος του 1989, όπου αποδυναμώθηκε όλη η πέραν της σοσιαλδημοκρατίας Αριστερά για προφανείς λόγους. Συζητώντας εντός του δυτικού πλαισίου, η Αριστερά διαλύεται, μετασχηματίζεται, το πολιτικό προσωπικό της διαταράσσει τις σχέσεις του με τα στρώματα που κατά κανόνα εκπροσωπεί. Η Αριστερά στην Ευρώπη γίνεται πανεπιστημιακή, χάνει τις ρίζες της στην κοινωνία. Αντιθέτως, η Σοσιαλδημοκρατία προσαρμόζεται γρήγορα και βίαια, διαταράσσονται βίαια και οι σχέσεις μεταξύ αριστερών δυνάμεων. Το 2008 υπήρξε χρονιά κρίσης και ελπίδας: ΣΥΡΙΖΑ, PODEMOS, Ανυπότακτη Γαλλία, πορτογαλική Αριστερά. Ο κύκλος αυτός κλείνει και εξαιτίας των κυβερνητικών λαθών των εγχειρημάτων αυτών, αλλά και γιατί οι πάντες επιστρατεύθηκαν να τα συντρίψουν, καθώς κυβερνούσαν σε πολύ αντίξοο περιβάλλον. Αντιθέτως, Δεξιά και Ακροδεξιά έχουν σκληρή ταυτοτική πολιτική: Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια. Με την κρίση του ΣΥΡΙΖΑ τελειώνει η λογική συστράτευσης για να χάσει η Δεξιά. Η φθορά της κυβέρνησης και η κοινωνική υπονόμευση έρχεται από ακροδεξιά, με βάση ταυτοτικά ζητήματα. Ο Σαμαράς πολιτεύεται πάνω στην αμφισβήτηση του ελληνοτουρκικού διαλόγου, προκύπτουν απώλειες στις ευρωεκλογές λόγω στήριξης του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών εκτός των άλλων (ακρίβεια κλπ). Δεν συμφωνώ ότι οι ταυτότητες δεν παράγουν πολιτική, τουναντίον. Η Αριστερά, όμως, έχει χάσει τη δυνατότητα να παράγει τέτοιες πολιτικές και πρέπει να την επανεφεύρει.

 

Η αποσύνθεση του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς παραγωγή πολιτικής και η τοξικότητα του, απομάκρυναν μεγάλο ποσοστό ψηφοφόρων. Έχει δυνατότητα επανάκτησης αξιοπιστίας; Πόσο έβλαψε η απαξίωση του τις άλλες αριστερές δυνάμεις;

 

 

Β.Π.: Έβλαψε πολύ και όλοι το βιώνουμε. Απαξίωση εισπράττουν λίγο – πολύ και οι φορείς της Αριστεράς που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η τελευταία φάση στον ΣΥΡΙΖΑ, για κάθε δημοκρατικό άνθρωπο, ήταν σοκαριστική, με την επιλογή του ηγετικού πυρήνα να αποκλείσει με πρόδηλα αντιδημοκρατικό τρόπο τον Κασσελάκη, διορθώνοντας το περσινό λάθος. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε πρόσωπο χωρίς εμφανή λαϊκιστικά απωθητικά μεταπολιτικά χαρακτηριστικά, όπως ο Κασσελάκης, ή τόσο τοξικές πλευρές, όπως μια επικράτηση Πολάκη. Έναν ευπρεπή και ήπιων τόνων άνθρωπο, αλλά τι εκπροσωπεί πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ; Διατηρεί κάποια από τα χαρακτηριστικά της ριζοσπαστικής Αριστεράς που δημιούργησε κάποτε ελπίδα; Η απάντηση είναι αρνητική και αποτυπώνεται και στο πρόσωπο που εκλέχτηκε. Ο ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως από το 2019 αλλά και κατά τη διακυβέρνηση του, επέλεξε να επιλύσει το ζήτημα μιας πρωτότυπης αριστερής πολιτικής, μετατοπιζόμενος προς το Κέντρο. Δεν ανήκει στον χώρο υπέρβασης Αριστεράς – Δεξιάς, όπως η Πλεύση Ελευθερίας ή το νέο κίνημα Κασσελάκη, αλλά στην Κεντροαριστερά. Η ριζοσπαστική Αριστερά οφείλει να έχει διάλογο παραμένοντας απολύτως οριοθετημένη, εφόσον έχει άλλο πολιτικό σχέδιο από αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα και το ζήτημα της απαλλαγής από τον Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία δεν οδηγεί σε συστράτευση με ένα ΣΥΡΙΖΑ που μπορεί να μη μας κάνει ακριβώς, αλλά έχει αριστερή πολιτική δυναμική. Με όρους πολιτικών συσχετισμών δεν υπάρχει αυτό το σενάριο.

Ι.Κ.: Η πρακτική του ΣΥΡΙΖΑ, ιδίως από το 2019 και μετά, δεν έβλαψε μόνο την Αριστερά, αλλά και τη δημοκρατία. Η Δεξιά χρησιμοποιεί τις ταυτότητες για να εκφράσει τις μεγάλες λαϊκές μάζες. Δεν είναι τυχαίο ότι ζούμε την επιστροφή του έθνους. Ο πρωθυπουργός πέρσι κατήργησε κάθε προϋπόθεση για την ψήφο των αποδήμων, αποκαλώντας τους ομογενείς, φωνή και ψυχή του έθνους. Αναπαρήγαγε την εθνικιστική ιδεολογία που συναντάμε στη νομολογία του ΣτΕ, που έκρινε αντισυνταγματικό τον νόμο για την απονομή ιθαγένειας στα παιδιά των μεταναστών που ζουν εδώ, έχουν γεννηθεί εδώ και συμμετέχουν στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Αντιθέτως, η Αριστερά έχει ανάγκη την πολιτική εκπροσώπηση και συστράτευση των μελών της και του κοινωνικού συνόλου πάνω σε ένα πολιτικό σχέδιο. Μια πενταετία στην αντιπολίτευση, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε σαφές πολιτικό σχέδιο απέναντι στις εξελίξεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη νεοφιλελεύθερη κυβερνητική πολιτική, την αυταρχική εκτροπή κατά την άσκηση της εξουσίας. Η αντιμετώπιση του νεοφιλελεύθερου δόγματος σημαίνει για την Αριστερά την επιστροφή ενός δημοκρατικά ελεγχόμενου κοινωνικού κράτους. Ο ΣΥΡΙΖΑ υποτίμησε εξαιρετικά την τοπική αυτοδιοίκηση, υποβάθμισε τα συνδικάτα και όλα τα πεδία ενδιάμεσης εκπροσώπησης, όπου αναπτύσσεται η δημοκρατία της εγγύτητας. Κυρίως υποβάθμισε τις οργανώσεις του κόμματος. Κατέληξε μια ηγετική ομάδα που με επικοινωνιακό τρόπο διεκδίκησε την επιστροφή στην εξουσία. Αυτό πυροδότησε το φαινόμενο Κασσελάκη. Ο νέος ηγέτης του είναι ένας ευπρεπής κοινοβουλευτικός. Το πρόβλημα είναι ότι τόσο αυτός, όσο και η ηγετική ομάδα ήταν πρωταγωνιστές της φθοράς του ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμης που διεκδικούσε να εκφράσει τα νέα κοινωνικά αιτήματα και να ενισχύσει τους δημοκρατικούς θεσμούς σε όλα τα πεδία. Το ζήτημα δεν είναι να απομακρυνθεί ο Μητσοτάκης, αλλά διαφορετικό σχέδιο για την ελληνική κοινωνία, εναλλακτικό παραγωγικό μοντέλο, στρατηγική για να γίνει η χώρα μας παράγοντας ειρήνης, το μεγάλο πολιτικό διακύβευμα της περιόδου.

Α.Κ.: Είναι ζωτική η ανάγκη εναλλακτικής πρότασης απέναντι στη Δεξιά και την Ακροδεξιά, την ολιγαρχία, το βαθύ κράτος. Εκεί ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ιστορική ευθύνη, όχι μόνο ως προς τα πρόσωπα, αλλά και τις πολιτικές του. Αν και η παρελθοντολογία δεν βοηθάει τη συζήτηση, νομίζω ότι το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ υπονόμευσε την εναλλακτική προοπτική. Όταν με τις επιλογές σου στέλνεις μήνυμα στον κόσμο που υποφέρει πως μόνη λύση είναι η συνθηκολόγηση και ο συμβιβασμός, τότε ανοίγεις δρόμο στην απογοήτευση. Όσο για το φαινόμενο Κασσελάκη, δείχνει ότι η Αριστερά ενσωμάτωσε τη λογική του λαιφστάιλ, των δημαγωγών ηγετών.

 

Η Αριστερά έχει τρία στοιχήματα: να εμφανιστεί ως αντισυστημική δύναμη και να το εννοεί, να αποκτήσει ερείσματα λαϊκότητας και όχι λαϊκισμού, να λύσει προβλήματα ορατότητας κοινωνικής, πολιτικής, επικοινωνιακής. Μπορεί να ανακάμψει και από ποιο σημείο εκκίνησης;

 

 

Α.Κ.: Για μένα το ζητούμενο είναι το «εδώ και τώρα», το «από δω και μπρος». Μπορεί η Αριστερά να δουλέψει πάνω σε ένα ριζοσπαστικό σχέδιο με καθαρότητα και σαφήνεια; Ένα πρόγραμμα συνεκτικό με 3 πυλώνες: οικονομία, οικολογία –αφορά την ίδια την ανθρώπινη ύπαρξη και δεν τη συζητάμε πολύ– και «βαθύ κράτος» (μηχανισμούς αναπαραγωγής των ανισοτήτων, δημοκρατία, διαφάνεια… ). Κι ακόμα πώς θα αντιπαρατεθεί στις μιντιακές ολιγαρχικές ελίτ; Χρειαζόμαστε ένα σχέδιο που θα συνδιαμορφώνουμε διαρκώς μαζί με τον κόσμο απέναντι στη μιντιοκρατία και την ολιγαρχία του πλούτου. Έτσι θα δούμε, αξιοποιώντας τις εμπειρίες του παρελθόντος, αν διαθέτουμε στρατηγική πέραν των εκλογικών αναμετρήσεων. Όταν η Αριστερά παλεύει για κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και ο ΣΥΡΙΖΑ καταβαραθρώνεται, είναι γελοίο να λέμε ότι στόχος είναι η εξουσία. Προηγείται μια συζήτηση που βάλαμε στο περιθώριο και εμπεριέχει ένα δίλημμα: θα πορευτούμε με γνώμονα τις κυρίαρχες αντιλήψεις, τον κοινό νου ή θα δώσουμε και τη μάχη των ιδεών;

 Β.Π.: Δύσκολο ερώτημα. Μια μέθοδος είναι ο διάλογος ενώ ταυτοχρόνως οι πολιτικές οντότητες δρουν. Ένα από τα επιτεύγματα του τότε ΣΥΡΙΖΑ ήταν ο χώρος διαλόγου, όπου αριστερές δυνάμεις με διαφορετικές καταβολές, απόψεις και πολιτικές πρακτικές βρήκαν τρόπο να συζητήσουν. Ως ανένταχτος της Αριστεράς που είμαι κοντά στη Νέα Αριστερά και στο ΜέΡΑ25 επιθυμώ να μην αποκλείσουν τον διάλογο μεταξύ τους, ένα πρώτο βήμα αρκετά σημαντικό. Δεν συζητάς, βέβαια, γενικώς, αλλά πάνω σε σχέδιο ανασύνθεσης μιας ριζοσπαστικής δύναμης - σφήνας σε ένα πολιτικό και κοινωνικό μετασχηματισμό. Πιθανόν να υπάρξει αμφίπλευρη κριτική, αλλά δεν πρέπει να ακυρώσει τον διάλογο εν κινήσει, δηλαδή μαζί με κοινή δράση. Όπως λένε στη Λατινική Αμερική, οι λέξεις χωρίζουν, οι ενέργειες ενώνουν. Βέβαια δεν μπορούμε να μηδενίσουμε διαφορετικές απόψεις για το 2015 ή άλλες στιγμές κρίσης, γιατί τίθενται ερωτήματα που πρέπει να απαντήσεις, αλλά και αντλείς διδάγματα. Ζούμε σε μια κοινωνία που πρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα. Η άνοδος της Ακροδεξιάς και η ρήξη των σχέσεων της Αριστεράς με τα στρώματα που θέλει να εκπροσωπεί, είναι τέτοια που μας υποχρεώνει να εμβαθύνουμε στην κοινωνική πραγματικότητα, μαθαίνοντας από τη δράση μας σε κλίμακα γειτονιάς, σωματείων, συλλόγων, από τον κόσμο που ενώ τοποθετείται στην Αριστερά απέχει, γιατί δεν βλέπει μια δύναμη που να εννοεί ό,τι λέει και να μπορεί να τα υλοποιήσει ως πολιτικό σχέδιο. Ένα τέτοιο εγχείρημα, με σισύφεια διάσταση αφού ξεκινάμε πάλι από την αρχή, είναι αναγκαίο.

Ι.Κ.: Εγκαταλείποντας την προοπτική ανασύνθεσης και ανασυγκρότησης της Αριστεράς, συντάσσουμε τη ληξιαρχική πράξη θανάτου της δημοκρατίας. Η δύναμη που αντιμάχεται τον καπιταλισμό που παράγει οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτισμικούς αποκλεισμούς, είναι η ριζοσπαστική Αριστερά. Η προσπάθεια είναι εξαιρετικά δύσκολη, γιατί ο δημόσιος χώρος ελέγχεται από οικονομικές, πολιτικές, μιντιακές ολιγαρχίες. Πρέπει να ξεκινήσουμε από τη βάση, να διαμορφώσουμε το σχέδιο μας συζητώντας με ανθρώπους που θέλουν να προστατέψουν τα «μικρά» τους δικαιώματα στη γειτονιά, την πόλη, το χωριό, τον χώρο εργασίας και να πείσουμε ότι τα μεγάλα προβλήματα, που η λύση τους έχει ανατεθεί στους τεχνοκράτες, αφορούν όλους μας. Ο πλανήτης αντιμετωπίζει πρόβλημα επιβίωσης, είπε η Αλεξάνδρα. Πρέπει η ριζοσπαστική Αριστερά να δείξει ότι αυτό αφορά καθένα και καθεμιά μας και να οικειοποιηθεί την ευθύνη των λύσεων. Ο πόλεμος μοιάζει μακρινός, αλλά είναι παρών. Ζούμε τη μετάβαση σε μια οικονομία και έρευνα του πολέμου, οι βασικές δραστηριότητες επικαθορίζονται από αυτόν. Γι’ αυτό, όσο και αν η συζήτηση μεταξύ μικρών αδύναμων ή επισφαλών δυνάμεων της Αριστεράς είναι κρίσιμη και πρέπει να γίνει, είναι σημαντικό να κάνουμε πράξη πρωτοβουλίες που θα φέρουν κοντά τον κόσμο της ριζοσπαστικής Αριστεράς με τους πολλούς που βιώνουν το αδιέξοδο. Περισσότερα μικρά ρυάκια φτιάχνουν ένα μεγάλο ποτάμι.

 

Επαναφορά κουλτούρας διαλόγου. Κατά τη συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ χρειάστηκε χρόνος για να βρεθούν κοινοί τόποι. Σήμερα ο πολιτικός χρόνος είναι πυκνός και οι αντιφάσεις παίρνουν καταστροφικές διαστάσεις. Θα μπορούσαν να υπάρξουν παράλληλες με τον διάλογο πρωτοβουλίες;

Α.Κ.: Η ριζοσπαστική Αριστερά καλείται να αναλάβει πρωτοβουλίες σε όλους τους κοινωνικούς χώρους, να μιλήσει με τις αριστερές δυνάμεις που δεν φοβούνται τη σύγκρουση, στην παιδεία, την υγεία, τα δικαιώματα. Να συζητήσουμε σε βάθος με βάση τα προγράμματα των κομμάτων. Πρέπει να δουλέψουμε πολύ για να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη του κόσμου, πείθοντάς τον πως δεν ζούμε το τέλος της ιστορίας, αλλά ότι υπάρχει εναλλακτική. Δεν βοηθούν οι τακτικισμοί. Με δουλειά, φαντασία και διαρκή αμφισβήτηση να αντιπαρατεθούμε στον ατομοκεντρισμό, με τον οποίο το σύστημα τροφοδοτεί το συλλογικό φαντασιακό, να προβάλλουμε ένα άλλο παράδειγμα. Να συνδυάσουμε το όραμα για το αύριο με ρεαλιστικές εφικτές προτάσεις. Να συναντήσουμε τα κοινωνικά κινήματα και να αφουγκραστούμε περισσότερο (μιλάμε πολύ στην Αριστερά) όχι μόνο αυτό που λέγεται, αλλά και το κρυμμένο νόημα, την οδύνη αλλά και την προσδοκία των ανθρώπων στην καθημερινότητα. Να δώσουμε και τη μάχη των ιδεών. Καθόλου εύκολα όλα τούτα για την Αριστερά της εποχής μας, στην Ελλάδα και στον κόσμο.

Ι.Κ.: Όσο και αν ο πολιτικός ανταγωνισμός δεν εξαντλείται στο κοινοβουλευτικό επίπεδο, η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση έχει σημασία και γίνεται πιο εύκολα αντιληπτή από το κοινωνικό σώμα. Χρειαζόμαστε νέα εργαλεία για να αντιμετωπίσουμε την ασφυκτική πίεση που δέχεται η ριζοσπαστική Αριστερά από το κυρίαρχο σύστημα. Θα μπορούσαν ίσως να γίνουν κοινοβουλευτικές παρεμβάσεις, απότοκες ευρύτερων πολιτικών και κινηματικών ωσμώσεων. Πεδία πρωτοβουλιών θα μπορούσαν να είναι η κοινωνική ασφάλεια, εκεί όπου εντάσσονται όλες οι δομές ενός κοινωνικού κράτους, ώστε μέσω συνεργειών να καταλήξουμε σε μια συνολικά διαφορετική πρόταση από την υπάρχουσα, η παιδεία και οι ελευθερίες. Στην παιδεία η κυβέρνηση εξουθενώνει τη δημόσια εκπαίδευση. Να σχεδιάσουμε το σχολείο ως κοινότητα μάθησης και όχι ως σύστημα μηχανικής αναπαραγωγής τυποποιημένων γνώσεων, να αποκαταστήσουμε την εργασιακή αξιοπρέπεια των εργαζομένων στη δημόσια εκπαίδευση, να προστατεύσουμε τον δημόσιο χαρακτήρα των πανεπιστημίων. Τέλος, ελευθερίες: ελευθερία συνάθροισης ως εργαλείο δημοκρατίας, ελευθερία της έκφρασης (SLAPPS, εκδότες, καναλάρχες), ρύθμιση του χώρου δημόσιας έκφρασης, προστασία ιδιωτικής ζωής. Απαιτούνται προτάσεις προσαρμοσμένες στις νέες συνθήκες, διάλογος και κοινές πρωτοβουλίες.

Β.Π.: Ως πεδία κοινών πρωτοβουλιών βλέπω το περιβάλλον, τη δημοκρατία, την εργασία και τα κοινωνικά δικαιώματα/εργασιακή οικονομία. Το περιβάλλον είναι κρίσιμο και το υποτιμάμε όλοι, ενώ είναι κομβικό ζήτημα. Εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα (ως εργασιακή οικονομία), η βάση ενός πολιτικού σχεδίου. Συμφωνώ σε αυτό με την Αλεξάνδρα. Και δημοκρατία, γιατί περιλαμβάνει όλα όσα η Ιφιγένεια ανέπτυξε. Για παράδειγμα, η ευαισθησία που εκδηλώνεται στο θέμα των Τεμπών είναι θέμα δημοκρατίας. Το να διεκδικείς η δικαιοσύνη της χώρας σου να ερευνά μια τραγωδία όπου πέθαναν 57 άνθρωποι με όρους διαφάνειας, είναι θέμα κομβικό και συσπειρώνει πολύ κόσμο. Αυτά οφείλουμε να θέσουμε στο κέντρο της προσπάθειάς μας.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet