«Τα έργα τέχνης επικυρώνονται από τον χρόνο και όχι από τους ανθρώπους», έλεγε ο Μαρκ Σαγκάλ. Θέλοντας να τονίσει τη διαχρονική αξία των έργων της τέχνης που συνεχίζουν να συγκινούν τους νεότερους. Ακόμα κι αν έχουν περάσει χρόνια πολλά από τότε που αυτά δημιουργήθηκαν και συχνά παραγνωρίστηκαν. Τα έργα του Βαγγέλη Φαεινού (1918-1985), που προβάλλονται στην αναδρομική έκθεση που διοργάνωσε ο Δήμος Αλίμου στη Δημοτική Πινακοθήκη του, υπογραμμίζουν με την παρουσία τους τη φράση αυτή.

 

 

Ο αναγνώστης τους διακρίνει από τις πρώτες νεανικές του διατυπώσεις στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής και του εμφυλίου όχι μόνο τη σχεδιαστική δεινότητα του Φαεινού αλλά και μια ανεξάντλητη τρυφεράδα για τον άνθρωπο, τα ιδιαίτερα γνωρίσματα και τα τσακίσματα των ρούχων που αγγίζει με το μολύβι του. Για να πυκνώσει πάνω στο χαρτί την έκφρασή τους μέσα στη λυγεράδα και την αθωότητα των παιδιών της εκκολαπτόμενης νιότης ή την πληρότητα της αφοσίωσης στο έργο της εθνικής αλληλεγγύης των καταπονημένων ενηλίκων. Αυτή η τρυφεράδα για τον άνθρωπο υπήρξε, νομίζω, καθοριστική στη μόρφωση του καλλιτεχνικού ιδιώματος του Φαεινού, σφράγισε την εικαστική του γλώσσα και την πορεία του.

 

 

Ανεξάρτητα από τις τεχνικές που εφάρμοσε, τις τεχνοτροπίες που προσέγγισε. Τολμώντας να βουτήξει μέσα στα βαθιά νερά των μορφοπλαστικών αναζητήσεων των κινημάτων που διέρρηξαν τις σχέσεις τους με την παράδοση, αναδιοργάνωσαν το λεξιλόγιο και το συντακτικό της τέχνης, την έδεσαν με τις βίαιες πολιτικοκοινωνικές ανατροπές που αναποδογύρισαν τον κόσμο και οδήγησαν στην εκβιομηχάνισή του τρόπου ζωής του.

Διαβάζει στα επηρεασμένα από τον φωβισμό ή τον εξπρεσιονισμό τοπία των δεκαετιών του ’50 και του ’60 και στα «σεζανικά» βουνά του όχι απλά την αυτονόμηση του χρώματος και της φόρμας αλλά, προπάντων, την προσπάθειά του να τα ζωντανέψει είτε με τον βουτηγμένο σε συμπληρωτικά χρώματα χρωστήρα του ή την ορμητική πινελιά του είτε με μια γεωμετρική σχηματοποίηση που δείχνει τα μικρά δεντράκια να αγκαλιάζονται προστατευτικά από τα βουνά που τα περιβάλλουν. Να τους προσδώσει έτσι το συναίσθημα που σε αυτόν προκαλούν. Να δηλώσει την αγάπη του για τη φύση.

 

 

Αναγνωρίζει από τη δεκαετία του ’70 και μετά την κριτική συνείδηση του καλλιτέχνη απέναντι στην «πραγμοποίηση» του ανθρώπου μέσα στο πλαίσιο της εξειδικευμένης καπιταλιστικής βιομηχανικής παραγωγής. Όμως η μηχανική αισθητική του πουριστή Λεζέ, που οικειοποιείται ο Φαεινός, διαφοροποιείται αισθητά από αυτόν. Με τη δύναμη που αναδύουν τα ρεαλιστικά αποδομένα δάχτυλα που κρατούν τους σωλήνες ή τα γόνατα, πλέκονται αποφασιστικά γύρω από το στέρνο, το παιγνιδιάρικο βλέμμα με το οποίο μας κοιτούν οι μεταλλαγμένες σε μηχανές μορφές, η μοναξιά που αποπνέουν οι φτιαγμένες με εξαρτήματα ή με τούβλα εργάτριές του. Ο εμβληματικός κρεμασμένος «μάρτυράς» του ανήκει στη συλλογή της Εθνικής Πινακοθήκης και τον βλέπουμε μόνο στον υποδειγματικό, συνοδευτικό κατάλογο, ο ντυμένος με μια πανοπλία από κολάζ χαρτονομισμάτων αλλά και ο καλυμμένος με εξαρτήματα μηχανών μέχρι το προβληματισμένο πρόσωπο «άγιος» της έκθεσης δείχνουν αμφότερη την ανθρώπινη υπόστασή τους. Μέσα από τη στάση τους, τις ρυτίδες ή τα μακριά, λεπτοκαμωμένα χέρια. Η «κατάδυσή του στο ασυνείδητο» και σε μια ονειρική σύλληψη του κόσμου την ίδια περίοδο δεν αποτελεί γι’ αυτόν μια φυγή στο φανταστικό αλλά μια ανάδειξη του ονείρου ως μέσου αντίστασης. Οι λιωμένες φόρμες του σουρεαλιστή Νταλί μεταπλάθονται σταδιακά σε παραμορφωμένα από την οδύνη, ή τον τρόμο πρόσωπα, οι αλλοτριωμένες μηχανικές φιγούρες βυθίζονται σε σύννεφα, οι κομμένες γυναικείες γάμπες οι τοποθετημένες μέσα σε διάφανες μονόχρωμες, ατμοσφαιρικές επιφάνειες, καταλήγουν σε τριαντάφυλλα και περιβάλλονται με αισθαντικά αποτυπωμένα υφάσματα. Αυτά που κυριαρχούν την τελευταία, πριν τον πρόωρο θάνατό του, αφαιρετική περίοδο της δεκαετίας του ’80 και αναδίνουν μέσα από τις πορφυρές και πορτοκαλιές τονικότητές τους και μέσα από τη ρυθμική πνοή τους έναν βαθύ ερωτισμό.

«Η πραγματικότητα επιδέχεται πολλές ερμηνείες», έλεγε ο ίδιος ο Φαεινός. «Στα τελευταία χρόνια κάτω από τις αντίξοες πιεστικές συνθήκες που προκάλεσαν η γενικότερη εξάπλωση της βίας και του μηχανιστικού πολιτισμού θέλησα κι εγώ να υψώσω έμμεσα ή άμεσα μια φωνή διαμαρτυρίας.» Η σκληρή, αποξενωμένη από τη φύση και τον ίδιο τον άνθρωπο αλλοτριωμένη και κερματισμένη πραγματικότητα που προβάλλει συνδέεται άμεσα με τη σημερινή αλλοτριωμένη πραγματικότητα και την εργαλειοποίηση των πολιτών μέσα στον «τραμπισμό» που διαχέουν τα ανεξέλεγκτα, τεχνολογικά εξελιγμένα «δίκτυα» ανέπαφης χειραγώγησης. Ο Φαεινός πετυχαίνει με το έργο του όχι μόνο να δείξει τη δική του ερμηνεία της πραγματικότητας με επίκεντρο το βιομηχανικό εργαζόμενο αλλά και να μετατρέψει με τις πλαστικές λύσεις που βρίσκει ως μαχόμενος ανθρωπιστής δημιουργός το χρωστήρα του σε μέσο προάσπισης της ανθρωπιάς μας.

 

Βαγγέλης Φαεινός, «Κοινωνική αισθητική εγρήγορση» σε επιμέλεια Μάνου, στη Δημοτική Πινακοθήκη Δήμου Αλίμου (Λεωφόρος Ιωνίας 96, Άλιμος). Διάρκεια έκθεσης: μέχρι τέλη Δεκεμβρίου 2024. Ώρες λειτουργίας: καθημερινά 10.30 - 13.00 και 18.00 - 20.30.

 

Λήδα Καζαντζακη Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet