«Ρισλιέ»

 

 

 

Από την πρώτη σεκάνς ο καναδός σκηνοθέτης Πιερ-Φιλίπ Σεβινί φροντίζει να προϊδεάσει τους θεατές για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Η ταινία «Ρισελιέ» (Richelieu) ξεκινά με μια ομάδα εργατών από τη Γουατεμάλα οι οποίοι φτάνουν μετά από συμφωνία για να εργαστούν σε ένα εργοστάσιο επεξεργασίας σιτηρών στο Κεμπέκ. Στο συμβόλαιο που υπογράφουν, απαγορεύεται να γραφτούν στο συνδικάτο, παρόλα αυτά είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν τη συνδρομή του σ’ αυτό! Εκεί εργάζεται και η Αριάν, μια γυναίκα που προσπαθεί να εξοφλήσει ένα δάνειο στην τράπεζα για να μη χάσει το σπίτι της. Η Αριάν μιλά ισπανικά και γίνεται διερμηνέας και μεσάζοντας μεταξύ των εργατών και της εργοδοσίας. Δεν θα περάσει πολύς καιρός για να αντιληφθεί ότι οι αλλοδαποί εργάτες υφίστανται άγρια εκμετάλλευση και οι συνθήκες εργασίας είναι απάνθρωπες. Η διερμηνέας κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να συμπαρασταθεί στους εργαζόμενους αλλά βρίσκεται διαρκώς υπό την απειλή της δικής της απόλυσης. Όταν ένας εργάτης που έχει αρρωστήσει εξαναγκάζεται να δουλέψει, με αποτέλεσμα η υγεία του να χειροτερέψει, η Αριάν φαίνεται ότι φτάνει στα όριά της.

Ταινία που βλέπεται με κομμένη την ανάσα. Ο Σεβινί μιλάει ανοιχτά για την εργοδοτική αναλγησία και την εκμετάλλευση των εργατών. Όμως ο σκηνοθέτης προχωρά ακόμη πιο βαθιά, πώς δηλαδή μέσα σε ένα καθεστώς άγριας εκμετάλλευσης, η εργοδοτική εξουσία δημιουργεί αντιθέσεις μεταξύ των εργαζόμενων ώστε να τους ελέγχει. Με την κάμερα στο χέρι ο σκηνοθέτης συμμετέχει ενεργά, γίνεται ένα με τους εργάτες. Αληθινή και ειλικρινής ταινία, δεν μασάει τα λόγια της, επιτίθεται κατά μέτωπο στις μεθόδους εκμετάλλευσης. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον πώς ο σκηνοθέτης στηρίζει και αναπτύσσει τον χαρακτήρα της Αριάν.

Το «Ρισελιέ» είναι μια ολοκληρωμένη ταινία με συγκεκριμένες κοινωνικές αναφορές. Τιμήθηκε με το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (Π.Ε.Κ.Κ.) στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας.

 

Ένας παράξενος φίλος

 

«Bird»

 

Η 12χρονη Μπέιλι ζει με τον πατέρα της, τον Μπαγκ, έναν άνδρα γύρω στα 30 σε μια κατάληψη. Εκείνος, αν και αγαπά την κόρη του, δεν έχει πολύ χρόνο να ασχοληθεί μαζί της καθώς ετοιμάζεται να παντρευτεί την Κέιλι, μια όμορφη κοπέλα που έχει μια μικρή κόρη. Στο ίδιο σπίτι, όπου επικρατεί μια κοινοβιακή κατάσταση, ζει και ο ετεροθαλής αδελφός της Μπέιλι, ο Χάντερ, που είναι μέλος μια συμμορίας. Μέσα σε αυτή τη χύμα κατάσταση, το κορίτσι προσπαθεί να κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί για την οικογένειά της. Η οποία οικογένεια περιλαμβάνει και τη μητέρα της, που ζει σε ένα άλλο σπίτι, μαζί με τις δύο μικρότερες αδελφές και τον αδελφό της Μπέιλι και με τον σύντροφό της έναν βίαιο μισογύνη. Πώς θα καταφέρει ένα 12χρονο κορίτσι να ισορροπήσει μέσα σε μια τόσο μπερδεμένη κι αλλοπρόσαλλη κατάσταση;

Το «Bird» της Αντρέα Άρνολντ είναι μια ταινία που τρέχει με χίλια, έχει ένταση και ρυθμό. Η κάμερα ακολουθεί κατά πόδας τη δράση καταγράφοντας χώρους και ανθρώπους. Η Μπέιλι είναι ένα κορίτσι που αναγκάζεται να ενηλικιωθεί πρόωρα αφού ο μεν πατέρας της μοιάζει μάλλον ανώριμος ενώ η μητέρα της αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα. Έτσι η κοπέλα νιώθει ξεκρέμαστη, δεν έχει που να ακουμπήσει αλλά δεν το βάζει κάτω.

Η σκηνοθέτρια δίνει ιδιαίτερη ζωντάνια στην ταινία χρησιμοποιώντας άλλοτε φιλμ 16 μ.μ. κι άλλοτε κινητό τηλέφωνο, προσθέτοντας ένταση με τη χρήση μουσικής, τοποθετώντας τους ήρωές της μέσα σε ένα περιβάλλον γεμάτο γκραφίτι, χρώματα κι… ανακατωσούρα! Είναι μια ταινία όπου πρωταγωνιστούν άνθρωποι του περιθωρίου, που φλερτάρουν μα την παραβατικότητα αλλά δεν μπορείς να τους πεις εγκληματίες. Που έχουν καλά στοιχεία αλλά είναι μπερδεμένοι κι απεγνωσμένοι. Κι αυτή η κατάσταση δημιουργεί εντάσεις και συγκρούσεις, κάποιες στιγμές μπορεί και βία. Θέλω να πιστεύω ότι η Άρνολντ επίτηδες προσεγγίζει το κοινωνικό πρόβλημα με ελαφρότητα. Δεν θέλει να βαρύνει την ταινία, θέλει να δώσει μια νότα αισιοδοξίας, αλλά έτσι μάλλον αποδυναμώνει τη ματιά της.

Αν και σε γενικές γραμμές η ταινία λειτουργεί, το σενάριο δεν είναι πειστικό. Ιδίως εκεί που εμφανίζεται το στοιχείο του φανταστικού, ως θεατής ένιωσα μετέωρος από την αμηχανία της σκηνοθέτριας. Υπέροχες ερμηνείες, μεταξύ άλλων και της πρωτοεμφανιζόμενης Νικία Άνταμς (Μπέιλι) και του Μπάρι Κίγκαν στον ρόλο του Μπαγκ.

 

Ο πόλεμος είναι παντού

 

Η ιστορία είναι γνωστή: Πρόκειται για την τελευταία ραψωδία της Οδύσσειας, από το σημείο που ο Όμηρος περιγράφει την επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Εκεί όπου έχουν μαζευτεί οι μνηστήρες, που περιμένουν από τη βασίλισσα Πηνελόπη να αποφασίσει ποιον θα παντρευτεί, αφού ο βασιλιάς, μετά από 20 χρόνια απουσίας, θεωρείται νεκρός. Εκείνος όμως επέστρεψε αλλά διστάζει να εμφανιστεί επειδή νιώθει ένοχος που εκείνος γύρισε ενώ οι άνδρες του χάθηκαν είτε στον Τρωικό πόλεμο είτε στο ταξίδι της επιστροφής. Και επίσης τον στοιχειώνουν οι άγριες αναμνήσεις από τον πόλεμο.

Αυτό είναι το θέμα της ταινίας του Ουμπέρτο Παζολίνι «Η επιστροφή» (The return). Πώς μπορεί, λοιπόν, ο σκηνοθέτης να ξεφύγει από την πεπατημένη και να προσεγγίσει το ομηρικό έπος από τη δική του πλευρά; Τα καταφέρνει;

Νομίζω ότι ο Παζολίνι «χάθηκε» λιγάκι μέσα στο μεγαλείο του μύθου. Δεν κατάφερε να φανεί αντάξιός του. Ευτυχώς όμως δεν παρασύρθηκε από μεγαλοστομίες και κάπως έσωσε την κατάσταση. Επικεντρώθηκε κυρίως στη σχέση Οδυσσέα, Πηνελόπης και Τηλέμαχου, με τους δισταγμούς του βασιλιά να εμφανιστεί, την επιμονή και την υπομονή της βασίλισσας να περιμένει και την ανυπομονησία του γιου τους να μπει ένα τέλος στην αναμονή.

Νομίζω ότι η Επιστροφή είναι μια αξιοπρεπής προσπάθεια αλλά προσωπικά περίμενα κάτι περισσότερο συναρπαστικό.

 

Στράτος Κερσανίδης strakersan@gmail.com
kersanidis.wordpress.com
Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet