Πέραν των πολλών (και περισσοτέρων θλιβερών) που εκτυλίσσονται τον τελευταίο χρόνο στην Αριστερά (ή κέντρο-Αριστερά για κάποιους/ες που φαντασιώνονται ότι κάτι τέτοιο αντιστοιχεί σε κάτι κοινωνικά πραγματικό), έχει αναδειχθεί μια βασική αλήθεια από όλες ανεξαιρέτως τις επιλογές ηγεσιών. Υπάρχει μια επιβράβευση των ανθρώπων που δεν ταράζουν τα νερά. Των συμπαθών, εκείνων που στα δύσκολα αρνούνται πεισματικά να πάρουν θέση, εκείνων που δια της σιωπής τους υποστήριζαν τους ισχυρότερους στις διάφορες εσωκομματικές διαμάχες. Εκείνων που μιλούν και προβάλλονται πολύ, προσπαθώντας παράλληλα να λένε όσο το δυνατόν λιγότερα.
Όπως φαίνεται, για τα ίδια τα πρόσωπα που ακολουθούν αυτή τη στρατηγική, που θα ονομάσω “μοντέλο Δαμανάκη” για λόγους που θα γίνουν αμέσως προφανείς, η στρατηγική αυτή έχει πολλά οφέλη. Γίνονται πρόεδροι, γραμματείς κομμάτων, μέλη κεντρικών επιτροπών, βουλευτές. Κερδίζουν ένα μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας από αυτό που θα κέρδιζαν αν επέλεγαν τη διατύπωση απόψεων που αποκλίνουν (έστω και λίγο) από την ηγεσία, τους ισχυρούς, την “κοινή γνώμη”, το ολοένα και πιο ρευστό zeitgeist. Εδώ όμως είναι και ακριβώς η πηγή του προβλήματος.
Όταν η Αριστερά οδεύει ολοένα και περισσότερο προς την ιδεολογική συρρίκνωση, η ιδεολογική σύγκρουση με (πρόσκαιρα αν παιχτεί σωστά το παιχνίδι) πλειοψηφικές, κυρίαρχες ιδεολογικές αγκυλώσεις, είναι μονόδρομος. Διαφορετικά η συρρίκνωση θα συνεχιστεί έως ότου η “ιδεολογική περικύκλωση” οδηγήσει στην πλήρη στρατηγική ήττα. Το παραπάνω σχήμα ήταν ακριβώς και ο λόγος που την παραπάνω λογική η οποία κυριαρχεί στα μεγαλύτερα κόμματα της αριστεράς σήμερα την ονόμασα “μοντέλο Δαμανάκη”. Μία πολιτικός που ως πρόεδρος του ΣΥΝ τότε απολάμβανε τεράστια ποσοστά προσωπικών θετικών κρίσεων, έμεινε όμως εκτός βουλής το κόμμα στο οποίο ήταν πρόεδρος. Με λίγα λόγια: Τον τυχοδιωκτισμό πολλοί/ες αγάπησαν, το κόμμα με τυχοδιωκτική ηγεσία ελάχιστοι.
Τί σχέση έχουν αυτά με τον Peter Higgs, θεωρητικό φυσικό, που περιέγραψε τον μηχανισμό που δίνει μάζα στην ύλη και χάρη στις συνεισφορές του οποίου θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει κανείς ότι ξεκίνησε να χτίζεται ο σωματιδιακός επιταχυντής στο CERN;
Η απάντηση βρίσκεται στην ποσότητα έναντι της ποιότητας. Ο Higgs από το 1954 που τελειώνει το διδακτορικό του μέχρι το 1966 που διατυπώνει την διάσημη πλέον στο ευρύ κοινό θεωρία του, έχει μόλις εννιά (!) δημοσιεύσεις, λιγότερη από μία το χρόνο. Εδώ λοιπόν έχουμε το ακριβώς αντίθετο από το προηγούμενο μοντέλο: Μιλώντας λίγο, είπε πολλά. Μάλιστα, ο ίδιος είχε πει ότι ακόμα και τότε ήταν δύσκολη η επιβίωσή του στο ακαδημαϊκό περιβάλλον με έναν τόσο μικρό αριθμό δημοσιεύσεων. Πόσο μάλλον σήμερα που η σύγχρονη εντατικοποίηση απαιτεί τόσο από επιστήμονες όσο και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από πολιτικούς να μιλάνε διαρκώς ώστε να φαίνονται και να λένε όσο το δυνατόν λιγότερα ώστε να μη δυσαρεστήσουν κανέναν. Ίσως από αυτό θα πρέπει να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα ώστε να σταματήσουν επιτέλους οι κομματικές γραφειοκρατίες, αλλά και οι βάσεις ενίοτε να επιβραβεύουν όσους τις οδηγούν ξανά και ξανά σε ασφαλείς ήττες.
*Ευχαριστώ τον Βασίλη Ρόγγα για τον τίτλο που στάθηκε αφορμή να γραφτεί αυτό το κείμενο