Στις 20 Ιανουαρίου 2020 η ολυμπιονίκης στην ιστιοπλοΐα Σοφία Μπεκατώρου κατέθεσε ενώπιον του εισαγγελέα για τη δημόσια καταγγελία που είχε κάνει πριν λίγο καιρό σχετικά με τον βιασμό που υπέστη πριν από 23 χρόνια από αθλητικό παράγοντα. Ήταν το πρώτο βήμα με το οποίο άνοιξαν τα στόματα και δεκάδες γυναίκες άρχισαν να μιλούν. Ήταν η αρχή του ελληνικού #metoo όταν εκατοντάδες γυναίκες πήραν το θάρρος να σπάσουν τη σιωπή, να ξεπεράσουν τις αναστολές και τις κοινωνικές προκαταλήψεις και να καταγγείλουν ότι κι αυτές είχαν πέσει θύματα βιασμού. Ανάμεσά τους ήταν και η Αμαλία, μια νεαρή πρωταθλήτρια ιστιοπλοΐας, η οποία με τη συμπαράσταση της Μπεκατώρου αποφάσισε να καταγγείλει τη σεξουαλική κακοποίηση που είχε υποστεί από τον πρώην προπονητή της σε ηλικία 11 έως 13 ετών!
Την πορεία αυτής της καταγγελίας, από τη στιγμή που η Αμαλία αποφασίζει να επικοινωνήσει με τη Σοφία μέχρι τη διεξαγωγή της δίκης και την απόφαση που οδήγησε στην αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου υπέρ των θυμάτων, καταγράφει βήμα-βήμα η σκηνοθέτρια Βάνια Τέρνερ στο συγκλονιστικό της ντοκιμαντέρ «Tack».
Αλλαγή πορείας, λοιπόν (αυτό σημαίνει ο όρος tack στην ιστιοπλοΐα) για την Αμαλία, τις χιλιάδες κακοποιημένες γυναίκες, τη δικαιοσύνη, την ίδια την κοινωνία.
Η Τέρνερ καταγράφει τα γεγονότα. Μέσα από τις εικόνες της αποκαλύπτεται το τείχος σιωπής και προστασίας για τους βιαστές που υψωνόταν γύρω τους σε ανάλογες περιπτώσεις. Το πόσο δύσκολο ήταν για τις γυναίκες να ξεκινήσουν να μιλούν. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες είναι οι συζητήσεις της Σοφίας με τον πατέρα της, ο οποίος μοιάζει σαν χαμένος, σαν να μην καταλαβαίνει τι έχει συμβεί στην κόρη του. Θύμα κι αυτός της κοινωνικής προκατάληψης. Καταγράφει τις ψυχολογικές διακυμάνσεις της Αμαλίας, την πίεση που δέχεται, την αποστασιοποίηση κάποιων ανθρώπων, τους φόβους. Μάλιστα την κρίσιμη στιγμή της δίκης η Αμαλία λέει ότι τώρα θα αναμετρηθεί «ο λόγος μου ενάντια στον δικό τους», δείχνοντας τη μεγάλη της αγωνία για την έκβαση της περιπέτειας στην οποία αποφάσισε να μπει.
Η διαδικασία αυτή δίνει στην ταινία μια μορφή θρίλερ, καθώς η ένταση και η αγωνία μεγαλώνουν. Η Τέρνερ ακολουθεί, δίνει χώρο στις πρωταγωνίστριες να μιλήσουν, προσπαθεί με την κάμερά της να «φυλακίσει» στιγμές για να αναδείξει τα συναισθήματά τους. Δεν είναι καθόλου διδακτική, ούτε γίνεται μελοδραματική. Είναι όμως άμεση και κατηγορηματική σε σχέση με την πλευρά που βρίσκεται το δίκιο.
Για το συγκλονιστικό αυτό ντοκιμαντέρ μίλησε στην Εποχή η σκηνοθέτρια Βάνια Τέρνερ.
Θεωρείτε ότι το κίνημα metoo και κατ’ επέκταση η οργανωμένη αντίδραση των θυμάτων βοήθησε στην αντιμετώπιση της σεξουαλικής κακοποίησης και του βιασμού;
Η Σοφία, μέσω της τηλεόρασης, μπήκε στα σπίτια όλων μας και μας έφερε αντιμέτωπους με μια πραγματικότητα που όλοι γνωρίζαμε -και πολλές και πολλοί από εμάς βιώναμε- αλλά κανείς δεν τολμούσε να μιλήσει γι’ αυτήν. Παίρνοντας την απόφαση να καταγγείλει έναν άνθρωπο με τόσο μεγάλη εξουσία –ο οποίος, θυμίζω, ήταν υψηλόβαθμος παράγοντας στην Ελληνική Ιστιοπλοϊκή Ομοσπονδία (ΕΙΟ) για πάνω από 30 χρόνια, στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας στη Ραφήνα και εκπρόσωπος της ΕΙΟ στην Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή– έδωσε κουράγιο και ελπίδα σε πολλά θύματα να σπάσουν τη σιωπή τους. Εκείνη γνώριζε ότι η υπόθεσή της είχε παραγραφεί και ότι δε θα μπορούσε ποτέ να δικαιωθεί. Το έκανε για να προστατεύσει άλλους ανθρώπους. Το κοινωνικό αποτύπωμα λοιπόν είναι τεράστιο: ξαφνικά μιλήσαμε στους γονείς μας, στους φίλους μας, στους συγγενείς μας, στους παλιούς μας συμμαθητές.
Η συζήτηση επεκτάθηκε στον δικαστικό μηχανισμό, στην αστυνομία, στην εκπαίδευση και αλλού. Ωστόσο, πολλοί από εμάς οργιστήκαμε και απογοητευτήκαμε βλέποντας ότι η δικαστική εξουσία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν λειτούργησε όπως περιμέναμε και ότι εξευτελισμός και η αποδόμηση των θυμάτων εξακολουθούν να υφίστανται. Το ταμπού γύρω από τον βιασμό και την κακοποίηση δεν μπορεί να εξαλειφθεί από τη μια στιγμή στην άλλη, και γι’ αυτό συχνά έχουμε την αίσθηση ότι κάνουμε ένα βήμα μπρος και δύο πίσω. Χρειαζόμαστε χρόνο. Το θέμα είναι πόσα παιδιά ακόμα θα τραυματιστούν μέχρι να αποφασίσουμε επιτέλους ως κοινωνία να κάνουμε κάτι γι’ αυτό;
Πρόσφατα μετά από μια προβολή σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, με πλησίασε μια γυναίκα γύρω στα 45. Μου είπε ότι πριν από δύο χρόνια είχε παρατηρήσει τον δάσκαλο του γιου της να παίζει μαζί του με έναν τρόπο που της φάνηκε ανάρμοστος. Μάλιστα, σε κάποια στιγμή, ο δάσκαλος τοποθέτησε ένα μπαλάκι μέσα από το παντελόνι του παιδιού, δήθεν «για πλάκα». Η γυναίκα ένιωσε άβολα. Ήξερε ότι αυτό που είδε να συμβαίνει μπροστά της δεν έπρεπε να έχει συμβεί. Το ανέφερε στον άνδρα της, ο οποίος όμως την αποπήρε, λέγοντας ότι είναι υπερβολική, πως γνωρίζει καλά τον δάσκαλο και ότι αποκλείεται να «πείραζε» ποτέ το παιδί τους. Η γυναίκα ποτέ δεν μίλησε γι’ αυτό, γιατί δεν ήταν σίγουρη αν ήταν «υπερβολική», δεν ήξερε αν θα γίνει πιστευτή, σε ποιον να απευθυνθεί, ενώ ταυτόχρονα φοβόταν μήπως ταράξει τη μικρή κοινωνία του χωριού.
Δεν θυμάμαι πόσες τέτοιες, πραγματικές, ιστορίες έχω ακούσει τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Εδώ, λοιπόν, πρέπει να αναλογιστούμε τι μας ενδιαφέρει περισσότερο: Το παιδί ή το τι θα πει ο κόσμος; Κάναμε λοιπόν κάποια βήματα. Θέλει όμως πολύ χρόνο και αγώνα προκειμένου να αλλάξουν οι πεποιθήσεις εκείνες που λένε στα παιδιά ότι «τα θέλουν» και στους ενήλικες ότι θα μπλέξουν αν κάνουν κάτι για να τα προστατέψουν.
Πώς αντιμετωπίσατε και πώς νιώσατε ως γυναίκα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας όταν ήρθατε σε άμεση επαφή με την Αμαλία και με τη Σοφία;
Προσέγγισα και τις δύο γυναίκες με τρυφερότητα, σεβασμό και ειλικρίνεια. Από την αρχή ένιωσα μια βαθιά σύνδεση μαζί τους. Το ντοκιμαντέρ ήταν μια πράξη αγάπης. Περάσαμε πολύ χρόνο μαζί και αυτό μας έδεσε. Βιώσαμε πολύ δύσκολες στιγμές. Στιγμές που μάς έφεραν στα όριά μας. Στιγμές που θα δοκίμαζαν ακόμα και τις πιο παλιές φιλίες. Πάνω από όλα ένιωθα τυχερή, όχι ως γυναίκα, αλλά ως άνθρωπος, που μου επέτρεψαν να γίνω μέλος της οικογένειάς τους για λίγο.
Πιστεύετε ότι τώρα που μιλάμε και έχουν αποκαλυφθεί τόσες πολλές περιπτώσεις βιασμών και έχει αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο, εξακολουθεί να υπάρχει διάθεση συγκάλυψης;
Αρκεί να δούμε, για παράδειγμα, την υπόθεση της γυναικοκτονίας στους Αγίους Αναργύρους. Όπως δήλωσε πρόσφατα η δικηγόρος της οικογένειας, Έλενα Μαζαράκη, οι αστυνομικοί στους οποίους απευθύνθηκε η Κυριακή για βοήθεια το βράδυ που δολοφονήθηκε, παραμένουν σε υπηρεσία, παρά το γεγονός ότι έχουν κατηγορηθεί για κακουργήματα. Για ποιο λόγο, μετά από εννέα μήνες, δεν έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα;
Καλή είναι η αλλαγή της νομοθεσίας αλλά τι νομίζετε ότι μπορούμε να κάνουμε για την κοινωνική διάσταση που φτάνει μέχρι του σημείου να ενοχοποιεί το θύμα (το βλέπουμε και στην ταινία με τις ερωτήσεις που κάνουν οι συνήγοροι υπεράσπισης);
Νομίζω ότι μπορούμε να ξεκινήσουμε από ένα πολύ απλό βήμα: να απαιτήσουμε να διδάσκεται το μάθημα της σεξουαλικής αγωγής από το νηπιαγωγείο. Γιατί η γνώση είναι ένα από τα μεγαλύτερα όπλα που έχουμε ενάντια στην κακοποίηση. Τελευταία έχουν δημιουργηθεί κάποιες ομάδες γονέων που πιστεύουν ότι η σεξουαλική αγωγή θα κάνει τα παιδιά τους γκέι, λεσβίες και τρανς. Αυτό είναι επικίνδυνο και πρέπει να σταματήσει. Ένας κακοποιητής που βλέπει ότι το παιδί-υποψήφιο θύμα έχει γνώση, γνωρίζει τα όριά του, έχει σωστό λεξιλόγιο και μπορεί να εκφραστεί, αλλά και ανοιχτή επικοινωνία για αυτά τα θέματα με τους γονείς του, θα σκεφτεί δύο φορές πριν κάνει κάποια κίνηση, και μάλλον θα επιλέξει ένα παιδί που δεν γνωρίζει, που δεν έχει υποστήριξη και που δεν μιλάει για τα θέματα αυτά με τους γονείς του.
Η ταινία έχει προβληθεί στο εξωτερικό; Αν ναι, πως έγινε δεκτή;
Ναι, έχει προβληθεί σε πολλές χώρες στο εξωτερικό, πιο πρόσφατα στην Ουκρανία και στη Ταϊβάν. Σχεδόν σε κάθε προβολή που κάνουμε κάποιος με πλησιάζει και μοιράζεται την εμπειρία του. Τα θύματα έχουν κοινά βιώματα από όπου κι αν προέρχονται, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τον φόβο της καταγγελίας, τη διαπόμπευση που ακολουθεί αν τολμήσεις να μιλήσεις, την αποτυχία της δικαστικής εξουσίας να προστατεύσει επαρκώς, τη συγκάλυψη και την απομόνωση.
Παρόλα αυτά, έχω δει και κοινότητες ανθρώπων που δημιουργούνται ακριβώς χάρη στα κινήματα αυτά και οι οποίοι αγωνίζονται καθημερινά για αλλαγή με όποιο κόστος. Είναι οι Σοφίες και οι Αμαλίες του κόσμου. Θα κλείσω λοιπόν με μία φράση της Σοφίας: «Ποτέ καμία ταινία δεν έφερε την αλλαγή, αλλά οι άνθρωποι που πίστεψαν σε μια ιδέα».
Η ταινία θα προβληθεί: στην Αθήνα, στον κινηματογράφο Δαναό, το Σάββατο 7/12 στις 5.50μμ, την Κυριακή 8/12 στις 6.50μμ, την Τρίτη και την Τετάρτη 10 και 11/12,στις 7μμ. Την Τρίτη θα ακολουθήσει συζήτηση μετά την προβολή με τη σκηνοθέτρια Βάνια Τέρνερ και την Όλγα Θεμελή, καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Στην Θεσσαλονίκη, στο Λιμάνι (Αποθήκη 1, Αίθουσα «Σταύρος Τορνές»), την Τετάρτη 11/12, στις 6.15μμ, παρουσία της σκηνοθέτριας.