Η κυβέρνηση του Μισέλ Μπαρνιέ ανατράπηκε μετά την υπερψήφισή της πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, καθώς η κυβέρνηση προσέφυγε στον αντισυνταγματικό νόμο 49.3 για την έγκριση του προϋπολογισμού και ιδιαίτερα για τις δαπάνες της κοινωνικής πολιτικής και ασφάλισης. Η πρόταση μομφής ψηφίστηκε από 331 βουλευτές, δηλαδή από τους βουλευτές του Νέου Λαϊκού Μετώπου και σχεδόν όλους τους βουλευτές του Εθνικού Συναγερμού (της άκρας δεξιάς), αφού οι ίδιοι δήλωσαν προηγουμένως ότι δεν θα θέσουν τη δική τους πρόταση σε ψηφοφορία. Στην κίνηση αυτή προχώρησαν παρά το γεγονός ότι στην πρόταση του Νέου Λαϊκού Μετώπου υπήρχε μια εκτενής αναφορά - κριτική για την κοινωνική και οικονομική πολιτική της άκρας δεξιάς. Η υπερψήφιση της πρότασης αποτελεί ιστορικό γεγονός για τη Γαλλία και ταυτόχρονα οδυνηρή ήττα της πολιτικής του προέδρου Μακρόν.
Είναι πράγματι ιστορικό γεγονός διότι στη διάρκεια της 5ης Δημοκρατίας, παρά τις 61 προτάσεις μομφής, για πρώτη φορά ανατρέπεται μια κυβέρνηση. Ο Μισέλ Μπαρνιέ φαίνεται πως θα παραμείνει στην ιστορία ως ο πιο βραχύβιος πρωθυπουργός της χώρας που όμως είχε την πιο στενή και ανοιχτή συνεργασία με την άκρα δεξιά. Τον δρόμο αυτόν της συνεργασίας είχε ανοίξει ο Μακρόν – ιδιαίτερα μετά τις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου, όταν μετά το δυσμενές για την παράταξή του αποτέλεσμα διέλυσε τη Βουλή, προχώρησε σε βουλευτικές εκλογές τις οποίες επίσης έχασε, δεν ακολούθησε την κοινοβουλευτική τάξη και διόρισε πρωθυπουργό τον Μπαρνιέ. Ταυτόχρονα έκλεισε το μάτι στην άκρα δεξιά την οποία κατέστησε «επιτηρητή» της κυβέρνησης, σύμφωνα με έναν εύστοχο χαρακτηρισμό από ΜΜΕ. Ο έκπτωτος πλέον πρωθυπουργός ακολούθησε την πολιτική της συνεργασίας αποδεχόμενος πλήθος προτάσεων του Εθνικού Συναγερμού, όπως αυτή του περιορισμού παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σε ευάλωτα άτομα και κυρίως στους χωρίς «χαρτιά» μετανάστες. Επρόκειτο για μια επιτυχία της Λεπέν για την οποία εξέφρασε δημόσια την ικανοποίησή της σε τηλεοπτικά μέσα. Και αυτά, λίγες ημέρες πριν την ψήφιση της πρότασης μομφής. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι με αυτό τον τρόπο η άκρα δεξιά εμφανίζονταν ως εκπρόσωπος των λαϊκών στρωμάτων απέναντι σε μια αντιλαϊκή πολιτική. Να σημειωθεί ότι η άκρα δεξιά κατηγορήθηκε για τη διπλή της γλώσσα και την πονηρή τακτική της. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι στη διάρκεια της συζήτησης του προϋπολογισμού στη Βουλή τάχτηκε κατά των προτάσεων του Νέου Λαϊκού Μετώπου για τη φορολόγηση των μεγάλων εισοδημάτων, των υπερκερδών των επιχειρήσεων και των μεγάλων κληρονομιών.
Αυτό το αλισβερίσι ανάμεσα στην κυβέρνηση και την άκρα δεξιά συνεχίστηκε μέχρι και την τελευταία ημέρα της ψηφοφορίας. Ο Μισέλ Μπαρνιέ πίστευε ότι η άκρα δεξιά δεν θα θυσίαζε την «κανονικοποίησή» της, όντας στα πρόθυρα της εξουσίας, και ότι θα κρατούσε μια «υπεύθυνη» στάση. Γι’ αυτό κατά τη συζήτηση της πρότασης μομφής αναρωτήθηκε «γιατί ο Εθνικός Συναγερμός να υπερψηφίσει την πρόταση του Νέου Λαϊκού Μετώπου;».
Οι πρώτες συνέπειες
Τελικά, ο Μπαρνιέ ακολουθώντας την πολιτική Μακρόν, οδήγησε τη Γαλλία σε πιο βαθιά πολιτική λιτότητας και οικονομική κρίση. Χαρακτηριστικό από αυτή την άποψη είναι ότι μεγάλες βιομηχανίες, όπως η Michelen και η Mittal, έχουν ανακοινώσει πλάνα απολύσεων εργαζομένων – εκτιμήσεις κάνουν λόγο για πάνω από 300.000 απολύσεις. Παράλληλα, συνεχίζεται η εγκατάλειψη του κοινωνικού κράτους με την υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών, της υγείας, της εκπαίδευσης και των συγκοινωνιών. Ήδη, στην εβδομάδα που πέρασε οι εργαζόμενοι βγήκαν στους δρόμους όλων των μεγάλων πόλεων και διαδήλωσαν εναντίον αυτής της πολιτικής.
Μετά από επτά χρόνια διακυβέρνησης, οι υποσχέσεις του Μακρόν για αλλαγή παντού και για μεταρρύθμιση του κράτους που θα ανταποκρινόταν στις ανάγκες των πολιτών έχουν διαψευστεί οικτρά. Η κρίση που έχει εγκατασταθεί σε όλους τους τομείς είναι πλέον εμφανής. Έχει επηρεάσει ακόμη και το κοινοβούλιο που φαίνεται πως δεν μπορεί να δώσει βιώσιμη κυβερνητική λύση.
Αμήχανο διάγγελμα Μακρόν
Όλα τα παραπάνω επιβεβαίωσε με το πολυαναμενόμενο και αμήχανο διάγγελμά του, την Πέμπτη το βράδυ, ο πρόεδρος Μακρόν ο οποίος παρέπεμψε σε ανακοίνωση του ονόματος του νέου πρωθυπουργού τις επόμενες μέρες. Ωστόσο, απέκλεισε το ενδεχόμενο να παραιτηθεί, όπως του ζητούν ορισμένοι, διαβεβαιώνοντας ότι θα εξαντλήσει τη θητεία του «εργαζόμενος σκληρά για τη χώρα» τους επόμενους τριάντα μήνες. «Καθησύχασε» δε τους πολίτες ότι με νόμο που θα περάσει από τη Βουλή, μέσα στον Δεκέμβριο, θα εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία του κράτους. Επίσης, κατηγόρησε την άκρα δεξιά και την άκρα αριστερά ότι ενώθηκαν σε ένα αντιφιλελεύθερο μέτωπο. Αναγνώρισε το «λάθος» του για τη διάλυση της Βουλής, μετά τις ευρωεκλογές και, βέβαια, εξέφρασε τη λύπη του για την καταψήφιση του Μισέλ Μπαρνιέ, παρά τις μεγάλες υποχωρήσεις του στην ψήφιση του προϋπολογισμού.
Αντιδράσεις της αντιπολίτευσης
Αρχικά η Λεπέν τήρησε σιγήν ιχθύος, αναμένοντας να ακούσει το όνομα του νέου πρωθυπουργού, προκειμένου να προσαρμόσει την τακτική της και να προωθήσει από καλύτερες θέσεις την υποψηφιότητά της για την προεδρία.
Από τις δυνάμεις της Αριστεράς, η πρώτη αντίδραση προήλθε από την προτεινόμενη ως υποψήφια πρωθυπουργό, Λουσί Καστέτ, η οποία δήλωσε ότι «είναι λυπηρό ότι ο πρόεδρος φαίνεται να μην κατάλαβε τίποτα και εξακολουθεί να αγνοεί το Νέο Λαϊκό Μέτωπο». Όμως οι δυνάμεις της Αριστεράς, παρά τις επιμέρους διαφωνίες Μελανσόν και Σοσιαλιστικού Κόμματος, επιμένουν στην ενότητα και τους κοινωνικούς αγώνες μέσα και έξω από τη Βουλή.