Οι ισραηλινές ειδικές δυνάμεις πρόσφατα διεξήγαγαν μια σημαντική επιχείρηση  στην ορεινή περιοχή Καλαμούν(Qalamoun) της Συρίας, στα σύνορα με Λίβανο. Η περιοχή φιλοξενούσε σε διάφορες τοποθεσίες τις μεγαλύτερες αποθήκες οπλικών συστημάτων,  οι οποίες ήταν καλά οχυρωμένες και είχαν κατασκευαστεί κατάλληλα, ώστε να αντέξουν αεροπορικές επιθέσεις. Όταν το ισραηλινά αερομαχητικά, οπλισμένα με διατρητικές βόμβες bunker busters, απέτυχαν στην αποστολή τους να καταστρέψουν το οπλοστάσιο, αμέσως μετά ξεκίνησε στοχευμένη χερσαία επιχείρηση: οι ειδικές δυνάμεις εισέβαλαν και κατέστρεψαν τις αποθήκες και τους πύραυλους στρατηγικής σημασίας που περιείχαν, χωρίς να αντιμετωπίσουν αντίσταση.

Αντίστοιχες επιχειρήσεις πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή Κουνέϊτρα(Quneitra) οι οποίες είχαν ως στόχους οπλικά συστήματα και συστοιχίες πυραύλων, που είχαν προηγουμένως γίνει στόχοι εκτεταμένων αεροπορικών βομβαρδισμών και είχαν παραμείνει άθικτοι. Μέσα σε λίγες μέρες το Ισραήλ πραγματοποίησε εκατοντάδες αεροπορικές επιθέσεις, χρησιμοποιώντας τουλάχιστον 1800 βόμβες προκειμένου να καταστρέψει την μονάδα Γκολάν, εφοδιασμένη με πυραύλους, της Χεζμπολάχ. Προοριζόταν για διεξαγωγή επιχειρήσεων εναντίον του Ισραήλ εντός της εδαφικής επικράτειας της Συρίας, όμως κατέστη ανενεργή υπό την ηγεσία του πρώην προέδρου Μπασάρ Αλ Άσαντ, ο οποίος δεν επέτρεψε τη χρησιμοποίηση της κατά τη διάρκεια του τρίτου πολέμου στο Λίβανο, Αυτή η αδράνεια αποτέλεσε την αφετηρία έναρξης της διάλυσης του «Άξονα της Αντίστασης», ακόμα πιο πριν η συριακή επανάσταση αναδείξει πόσο εύθραυστος είναι.

 

Oι στρατηγικές βλέψεις του Άσαντ

 

Σε αντίθεση με την κυρίαρχη θεώρηση που επικρατεί για τον  Άσαντ ότι βασιζόταν αποκλειστικά στο Ιράν και στη Ρωσία, εκείνος θεωρούσε ότι η προάσπιση της Συρίας αποτελούσε μια κοινή υποχρέωση, η οποία ευθυγραμμίζεται με τα στρατηγικά συμφέροντα της Τεχεράνης και της Μόσχας.  Αυτή  η συμφωνία επέτρεψε και στα δύο έθνη να διασφαλίσουν τους δικούς τους στρατηγικούς σχεδιασμούς  στην περιοχή, αντιμετωπίζοντας την εξάπλωση πυρήνων τζιχαντιστών και εδραιώνοντας την παρουσία τους στη Συρία.

Ωστόσο αυτή η δυναμική άλλαξε δραματικά, καθώς ήταν σε εξέλιξη η απομάκρυνση του Άσαντ από την εξουσία.

Σύμφωνα με έγκυρες πηγές, οι Ιρανοί Φρουροί της Επανάστασης (Iranian Revolutionary Guards -IRGC)  και οι στρατιωτικοί σύμβουλοί τους περιόρισαν την παρουσία τους στη Συρία, όταν ο Άσαντ δεν επέτρεψε  την οποιαδήποτε αντιπαράθεση με το Ισραήλ. Μετά την 7η Οκτωβρίου, που ήταν η μέρα έναρξης της «Επιχείρησης Καταιγίδα της Αλ Άκσα», ο Άσαντ υιοθέτησε μια προσέγγιση  μη εμπλοκής, αρνούμενος να προβεί σε αντίποινα για τις ισραηλινές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον ιρανικών στρατιωτικών υποδομών. Η στρατηγική του εστίαζε στο να αναδείξει στις δυτικές δυνάμεις ότι η Συρία δεν θα εμπλεκόταν στον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ και ότι δεν θα παρείχε άμεση υποστήριξη στη Χαμάς.  Περιόρισε το ρόλο της Συρίας στην υλικοτεχνική υποστήριξη και μείωσε την παραγωγή πυραύλων, διαχωρίζοντας με αυτόν τον τρόπο το καθεστώς του από τις περιφερειακές συγκρούσεις.

 

Ο ρόλος της Χεζμπολάχ στη Συρία

 

Η Οργάνωση  μπήκε στη συριακή σύγκρουση για να διασφαλίσει τις γραμμές ανεφοδιασμού, κρίσιμης σημασίας, όπως επίσης και για ν’ αντιμετωπίσει υπαρξιακές απειλές στις επιχειρήσεις της. Μέσω αυτών των γραμμών τροφοδότησης, που διέρχονται από χερσαίους διαδρόμους μέσω της περιοχής Καλαμούν και των Υψίπεδων του Γκολάν, αποθηκεύτηκαν οπλικά συστήματα και προηγμένοι πύραυλοι στο συριακό έδαφος με την έγκριση του Άσαντ, για πιθανή χρήση τους, σε περίπτωση στρατιωτικής σύρραξης. Ωστόσο μη επιτρέποντας τη χρησιμοποίηση τους σε κρίσιμες στιγμές, υπονόμευσε τη συνοχή του «Άξονα της Αντίστασης».  

Όταν η Χεζμπολάχ ξεκίνησε την επιχείρηση υποστήριξης στη Γάζα, συγκεντρώνοντας ένα σημαντικό μέρος των ισραηλινών δυνάμεων στα σύνορα του Λίβανου, ο Άσαντ απέρριψε, κατηγορηματικά, τη χρήση συριακού εδάφους για τη διεξαγωγή στρατιωτικών επιχειρήσεων.  Αυτή η απόφαση περιόρισε σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό το ρόλο της Συρίας στην περιφερειακή αντίσταση και ώθησε το Ιράν στην επανεκτίμηση της στρατιωτικής του παρουσίας. Εδώ και αρκετά χρόνια η Τεχεράνη είχε ενσωματώσει τις δυνάμεις της στις συριακές ταξιαρχίες, παρέχοντας οικονομική, υλικοτεχνική και στρατιωτική στήριξη. Παρά τις εν λόγω επενδύσεις, η στάση του Άσαντ περιόρισε αποτελεσματικά το εύρος των επιχειρήσεων της Χεζμπολάχ και του Ιράν εναντίον του Ισραήλ στη Συρία.  

 

Τα στρατηγικά οφέλη του Ισραήλ

 

Ο ισραηλινός πρωθυπουργός, Μπ. Νετανιάχου, ο οποίος καλείται να αντιμετωπίσει την έκδοση εντάλματος σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για καταγγελλόμενα εγκλήματα πολέμου, ισχυρίσθηκε ότι η κατάρρευση του συριακού καθεστώτος συνδεόταν άμεσα με τα  καίρια πλήγματα που κατήγαγε κατά της Χαμάς, της Χεζμπολάχ και του Ιράν. Οι ισραηλινοί εκμεταλλευόμενοι την αδράνεια του Άσαντ ξεκίνησαν μια στοχευμένη επιχείρηση εξουδετέρωσης των στρατιωτικών υποδομών της Χεζμπολάχ, που συμπεριλάμβαναν αποθήκες που στέγαζαν προηγμένης τεχνολογίας οπλικά συστήματα και διαδρομές διεξαγωγής λαθρεμπορίου μεταξύ Λίβανου και Συρίας. Αυτές οι αεροπορικές επιθέσεις διατάραξαν τον ανεφοδιασμό της Χεζμπολάχ, ελάττωσαν τις επιχειρησιακές της ικανότητες, ενώ άσκησαν πίεση στις δυνάμεις της.

Αν και η ισραηλινή επιχείρηση αποδυνάμωσε σε σημαντικό βαθμό την υλικοτεχνική υποδομή της Οργάνωσης, δεν διασφάλισε μια ξεκάθαρη νίκη. Με την υποστήριξη ειδικών δυνάμεων οι δυνάμεις της Χεζμπολάχ στο Νότιο Λίβανο διατήρησαν τις θέσεις τους και απέτρεψαν την προώθηση του ισραηλινού στρατού νότια από τον ποταμό Λιτάνι.  

 

H διάσπαση της ενότητας του «Άξονα της Αντίστασης»      

 

H άρνηση του Άσαντ να συμμετέχει στις συντονισμένες προσπάθειες αντίστασης εναντίον του Ισραήλ, επέφερε ρήγμα στον «Άξονα της Αντίστασης». Ενώ κάποτε ήταν ενιαίο μέτωπο, μετεξελίχθηκε σε ένα σύνολο διασπασμένων δυνάμεων, που δρουν, πλέον, ανεξάρτητα, εντός των γεωγραφικών τους ορίων. Αυτή η διάλυση εξασθένισε τη συλλογική δύναμη πυρός που υπήρχε πριν, η οποία συνιστούσε μια σημαντική πρόκληση για τις πολεμικές επιχειρήσεις του Ισραήλ.

Οι αποφάσεις του Άσαντ κυρίως η άρνηση του να συνδιαλλαχθεί με τον τούρκο πρόεδρο, Ρετζίπ Ταγίπ Ερντογάν, αν και υπήρξε ρωσική και ιρανική παρότρυνση, η εσφαλμένη προσδοκία του για τη μεσολάβηση της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων όσον αφορά την άρση των κυρώσεων και η προτεραιοποίηση της επίτευξης σταθερότητας εντός τη χώρας έναντι της περιφερειακής αντίστασης, επέσπευσαν την πτώση του. Αυτοί οι λανθασμένοι υπολογισμοί τον απομόνωσαν από τους συμμάχους του, με συνέπεια κεντρικές συριακές πόλεις να καταρρεύσουν καθώς ο στρατός του αποχωρούσε, έχοντας χάσει το ηθικό του και ήταν απρόθυμος να πολεμήσει.  

 

Ο απόηχος από την πτώση του Άσαντ

 

Αμέσως μετά την αναχώρηση του Άσαντ το Ισραήλ εκμεταλλευόμενο την απουσία αποτροπής διεξήγαγε τουλάχιστον 580 αεροπορικές επιθέσεις. που είχαν ως στόχους στρατηγικής σημασίας στρατιωτικές υποδομές της Χεζμπολάχ και της Συρίας. Ενώ προηγούμενα υπό την ηγεσία του Άσαντ είχαν αποφευχθεί, προκειμένου να μην υπάρξει κλιμάκωση, πλέον αποτέλεσαν τους κύριους στόχους των ισραηλινών επιθέσεων. Η καταστροφή των οπλικών συστημάτων, στρατηγικής σημασίας, της Συρίας ήταν διευρυμένη: τα ισραηλινά αερομαχητικά συστηματικά στόχευσαν τα εργοστάσια, την αμυντική βιομηχανία και τις αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις της χώρας.

H πλήρης ισοπέδωση των αμυντικών και στρατιωτικών υποδομών της Συρίας την άφησαν πλήρως απογυμνωμένη αμυντικά και ανήμπορη να προστατέψει τα σύνορα της με την κατεχόμενη Παλαιστίνη, το Ιράκ και την Τουρκία. Ο ισραηλινός στρατός έχει προωθηθεί εντός της εδαφικής επικράτειας σε τοποθεσίες, που απέχουν μόλις 17 χμ, περίπου, από τη Δαμασκό και πιο συγκεκριμένα σε μια γεωγραφική περιοχή που συνιστά «παρατηρητήριο» ύψιστης γεωπολιτικής σημασίας, απέναντι από τη δυτική Μπέκαα (Bekaa), που εποπτεύει τη δύσβατη γεωγραφία των ορεινών περιοχών του Λίβανου.

 

Η στροφή, στρατηγική σημασίας, της νέας συριακής ηγεσίας

 

Η αντίδραση  της νέας ηγεσίας σε αυτές τις εξελίξεις ήταν σε αισθητό βαθμό υποτονική.  Δεν υπήρξε καμία σημαντική προσπάθεια να αντικρούσει την προώθηση των ισραηλινών εντός του συριακού εδάφους  ή να διαχειριστεί, έστω και σε πρωταρχικό επίπεδο, την καταστροφή των αμυντικών υποδομών.  Αυτή η πρόδηλη αδιαφορία σηματοδοτεί μια σημαντική στροφή της νέας ηγεσίας: δηλώνει ότι δεν επιλέγει ατζέντα σύγκρουσης στην εξωτερική της πολιτική και ότι είναι ανοιχτή για διαβουλεύσεις με τη διεθνή κοινότητα, που συμπεριλαμβάνει και το Ισραήλ.

Σε αντίθεση με το δόγμα του Λίβανου προσανατολισμένου στην αντίσταση η Συρία φαίνεται ότι υιοθετεί μία παλιά θεωρία, σύμφωνα με την οποία η ισχύς έγκειται στην αντιλαμβανόμενη αδυναμία. Η νέα ηγεσία αποφεύγοντας τις συγκρούσεις επιδιώκει τη σταθερότητα, παρουσιάζοντας τη Συρία στους διεθνείς συνομιλητές της ως ένα κράτος που θέτει ως πρώτη προτεραιότητα την ειρήνη, έναντι της αντιπαράθεσης.  

 

Μετάφραση Ναταλί Γλέζου

 

Ελάιτζα Μανιέρ Ο Ελάιτζα Μανιέρ είναι βετεράνος πολεμικός ανταποκριτής, πολιτικός και στρατιωτικός αναλυτής. Περισσότερα Άρθρα
Πρόσφατα άρθρα ( Μέση Ανατολή )
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet