Προς το τέλος αυτής της εβδομάδας και κυρίως την Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου, ο νέος γάλλος πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, συγκάλεσε σύσκεψη με τους πολιτικούς αρχηγούς των κομμάτων του κοινοβουλίου και, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, τους πολιτικούς σχηματισμούς που διαδραμάτισαν ρόλο στη δημόσια ζωή της Γαλλίας κατά την 5η Γαλλική Δημοκρατία, παρουσία και των προέδρων της Βουλής και της Γερουσίας. Στη σύσκεψη αυτή παρευρέθησαν όλα τα κόμματα, πλην της Ανυπότακτης Γαλλίας και της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης της Μαρίν Λεπέν και των συμμάχων της.
Η κίνηση αυτή του νέου πρωθυπουργού είχε ως στόχο να προχωρήσει σε μια πολιτική επαναπροσέγγιση με τους δικούς του όρους, δίχως να λαμβάνει υπόψιν την τωρινή πολιτική κατάσταση, τις παραμέτρους που είχαν αναφέρει διάφορες πολιτικές πλευρές και την ανάγκη για αλλαγή κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό το τελευταίο, άλλωστε, ήταν κάτι που είχε διαφανεί και με την ψήφο του γαλλικού λαού στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2024, όπου ανέδειξε πρώτη πολιτική δύναμη, στη γαλλική Βουλή, την αριστερή συμμαχία.
Πολιτικο-κοινωνικό χάσμα
Ήδη από τις πρώτες μέρες που είναι πρωθυπουργός ο Μπαϊρού, άρχισε να διαφαίνεται η μεγάλη απόσταση που τον χωρίζει όχι μόνο από την αντιπολίτευση, από την οποία ζητάει συναίνεση, αλλά και από τη γαλλική κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η σφοδρή επίθεση που δέχτηκε, καθώς αντί να βρεθεί στο νησί Μαγιότ του Ινδικού Ωκεανού, με χιλιάδες νεκρούς και κατεστραμμένες υποδομές λόγω ενός φονικού κυκλώνα, προτίμησε να πάει στo Pau όπου είναι και δήμαρχος, για να προεδρεύσει του τοπικού δημοτικού συμβουλίου, τονίζοντας τη σημασία να κατέχει κάποιος περισσότερα από ένα δημόσια αξιώματα, όπως είναι η περίπτωσή του.
Στη σύσκεψη της 19ης Δεκεμβρίου, o Μπαϊρού ακολούθησε μια άλλη τακτική προκειμένου να πετύχει τον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, εξαιρουμένων όσων δεν έλαβαν μέρος στη σύσκεψη. Δύο υπήρξαν οι προτάσεις που κατέθεσε: α) Να συμμετάσχουν όλα τα κόμματα της συνάντησης στην νέα κυβέρνηση και β) να συζητήσουν, σε βάθος εννέα μηνών, πιθανές αλλαγές στον νόμο περί αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης που είχε ξεσηκώσει θύελλα αντιδράσεων σε κοινοβουλευτικό και κοινωνικό επίπεδο. Μέχρι τότε, θα εξακολουθεί να ισχύει ο νόμος για συνταξιοδότηση στα 64 έτη και ο οποίος τελικά και θα παραμείνει σε ισχύ εάν δεν καταλήξουν σε συμφωνία. Είναι φανερό πως ακόμη και στις διαπραγματεύσεις, ο νέος πρωθυπουργός του προέδρου Μακρόν θέλει να επιβάλλει τους δικούς του όρους δίχως να υπάρχουν ουσιαστικές αλλαγές.
Τα κόμματα του Νέου Λαïκού Μετώπου που συμμετείχαν στη σύσκεψη εξέφρασαν τη δυσφορία και τον προβληματισμό για την κίνηση αυτή του νέου πρωθυπουργού, που δεν διαφοροποιείται από την ανένδοτη στάση της κυβέρνησης Barnier που κατέπεσε μετά από πρόταση μομφής.
Η στάση του Νέου Λαϊκού Μετώπου
Προκύπτει, επομένως, το ερώτημα γιατί οι εταίροι του Νέου Λαϊκού Μετώπου πήγαν σ' αυτή τη συνάντηση και τι ακριβώς προσδοκούσαν. Οικολόγοι και Σοσιαλιστές θέλησαν, όπως ανέφεραν σε δηλώσεις και συνεντεύξεις εκπροσώπων τους, να μην αφήσουν τη χώρα σε τέλμα, αλλά και να προτείνουν αλλαγές που θα βελτίωναν την καθημερινότητα των Γάλλων. Ιδιαίτερα οι Σοσιαλιστές θέλησαν να επιδείξουν υπεύθυνη στάση και να συζητήσουν, όπως τόνιζε ο γενικός γραμματέας του κόμματος Ολιβιέ Φορ, σε μια βάση αμοιβαίων υποχωρήσεων και με τον όρο να μην τίθεται σε εφαρμογή το άρθρο 49.3 (το άρθρο αυτό δίνει τη δυνατότητα σε νομοσχέδια που καταψηφίζονται από τη Βουλή, να τίθενται σε ισχύ με προεδρικό διάταγμα).
Είναι απορίας άξιο για τους γάλλους Σοσιαλιστές τι είδους συναίνεση θα επεδείκνυαν, καθώς εκλέχτηκαν τον Ιούνιο του 2023 με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο που εξέλεξε το μεγαλύτερο αριθμό βουλευτών στο γαλλικό κοινοβούλιο και ενώ ο γαλλικός λαός το ψήφισε για να στηρίξει ένα πρόγραμμα ρήξης με την πολιτική Μακρόν (μέτρα για την καταπολέμηση της ακρίβειας, στήριξη των νέων και των πιο αδύναμων της κοινωνίας, μείωση των τιμών ενέργειας, αντμετώπιση της ανόοδυ της Ακροδεξιάς). Στη γραμμή εξεύρεσης συμφωνίας με τον νέο πρωθυπουργό συντάχτηκε και ο Ραφαέλ Κλουγκσμάν, που ήταν θετικός σε μια συμφωνία. Παράλληλα, θα μπορούσε να αναρωτηθεί κάποιος και με τη στάση περί υπευθυνότητας των Σοσιαλιστών, προσερχόμενοι στη συνομιλίες, και ενώ έχουν διασωθεί και ενισχυθεί πολιτικά, συμμετέχοντας τον Ιούνιο του 2022 με την αριστερή συμμαχία NUPES και τον Ιούνιο του 2024 με το Λαϊκό Μέτωπο.
Οι δυνάμεις του Νέου Λαϊκού Μετώπου (Σοσιαλιστές, Οικολόγοι, ΚΚΓ) που πήραν μέρος στη σύσκεψη αντιλήφθηκαν ότι ακόμη και με το Μπαϊρού δεν θα αλλάξουν πολλά πράγματα, παρά τη διάθεσή τους να συζητήσουν για τα φλέγοντα θέματα και τη χάραξη μιας άλλης πολιτικής. Μετά τη συνάντηση, εκπρόσωπος των Οικολόγων ανέφερε χαρακτηριστικά ότι δεν πήγαν να συζητήσουν για την είσοδο τους σε μια κυβέρνηση Μπαϊρού και ότι θα παραμείνουν στην αντιπολίτευση, καθώς δεν έλαβαν ικανοποιητικές απαντήσεις σχετικά με τον προϋπολογισμό, τη βελτίωση της αγοραστικής δύναμης των Γάλλων και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η γραμματέας του κόμματος, Μαρίν Τοντελιέ, έστω και καθυστερημένα, αναρωτήθηκε δημοσίως πώς θα μπορούσαν να είναι κυβερνητικοί εταίροι σε μια κυβέρνηση της Δεξιάς, καθώς δεν θα υπάρξουν σημαντικές διαφοροποιήσεις στη διακυβέρνηση, αλλά μόνο αλλαγές προσώπων σε υπουργικές θέσεις. Την ίδια απογοήτευση εξέφρασε ο εκπρόσωπος του ΚΚΓ, ο οποίος ανέφερε την πρόθεση του F. Bayrou να χρησιμοποιήσει το άρθρο 49.3, έστω και περιορισμένα, σε ορισμένες περιπτώσεις που αφορούν τον προϋπολογισμό.
Μόνη σταθερή στην άποψή της για τις κυβερνήσεις του προέδρου Μακρόν, είναι η Ανυπότακτη Γαλλία. Την Κυριακή 15 Δεκεμβρίου, μέσω δελτίου Τύπου της Ματίλντ Πανό, προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας, δήλωνε πως δεν θα μπορούσαν να στηρίξουν συναινετικά μια κυβέρνηση Μπαϊρού, του οποίου γνωρίζουν τις πολιτικές θέσεις εδώ και χρόνια. Ακόμη περισσότερο δεν θα μπορούσαν να συμμετάσχουν σε συζητήσεις με μια κυβέρνηση υπό τον πρόεδρο Μακρόν που εφάρμοσε αντιλαϊκή πολιτική και που θα επιφέρει μια νέα σκληρή λιτότητα.
Με το βλέμμα στις επόμενες εκλογές
Είναι φανερό πως δημιουργήθηκε μια προσωρινή κρίση στο Νέο Λαϊκό μέτωπο με τις κινήσεις διαφοροποίησης ορισμένων εταίρων. Οι διάφορες στάσεις αυτές προήλθαν από την πεποίθηση πως οι νέες εκλογές, βουλευτικές ή προεδρικές, είναι κοντά χρονικά. Κάθε πολιτικός εταίρος επιδιώκει να αποκομίσει πολιτικά κέρδη από την αναταραχή του γαλλικού πολιτικού τοπίου, δίχως να καεί πολιτικά, αλλά και να φανεί ταυτόχρονα αξιόπιστος στα μάτια αριστερών ψηφοφόρων. Παράλληλα, απομένει να δούμε αν θα συνεχιστεί η ένταση και η διαμάχη μεταξύ Σοσιαλιστών και Ανυπότακτης Γαλλίας, καθώς αρκετά στελέχη του σοσιαλιστικού στρατοπέδου αναφέρονται ακόμη και αυτό το διάστημα απαξιωτικά και με αρνητικούς χαρακτηρισμούς για τον Ζαν Λικ Μελανσόν. Το ξεκίνησαν, άλλωστε, ακόμη και μεσούσης της προεκλογικής περιόδου του Ιουνίου του 2023. Και όλα αυτά, με το βλέμμα στραμμένο επίσης, στις επόμενες προεδρικές εκλογές, όπου διαφαίνονται ήδη δύο μπλοκ, αυτό της Αριστεράς και της Ακροδεξιάς, και με το κρίσιμο ερώτημα εάν θα υπάρχει κοινός υποψήφιος της Αριστεράς απέναντι στη Μαρίν Λεπέν.