«Ο θάνατος στην Ισπανία είναι σαν τον φίλο, τον σύντροφο, σαν κάποιον εργάτη που ξέρει κανείς από το χωράφι ή από το εργαστήρι. Σαν έρθει δεν κάνει κανείς ιδιαίτερες φασαρίες. Αγαπά τους φίλους του, μα δεν τους ενοχλεί. Μπορούν να έρχονται και να φεύγουν όποτε τους αρέσει […]. Ο Ντουρρούτι ήταν ένας φίλος. Είχε πολλούς φίλους».

Τα παραπάνω λόγια ανήκουν στο αριστούργημα του Χανς Μάγκνους Εντσενμπέργκερ «Το σύντομο καλοκαίρι της αναρχίας» (εκδ. Οδυσσέας, μτφ. Νίκος Δεληβοριάς»), βρίσκονται μόλις στη δεύτερη σελίδα του μυθιστορήματος και περιγράφουν τις προετοιμασίες για την κηδεία του μεγάλου ισπανού αναρχικού Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι (14 Ιουλίου 1896 - 20 Νοεμβρίου 1936).

«Durruti club» ήταν ο τίτλος της εκπομπής του Αντώνη Φράγκου «Στο Κόκκινο». Μιας εκπομπής που δικαίωνε την ουσία του ραδιοφώνου ως μέσου, ως χώρου καλύτερα, όπου ανταλλάσσονται πληροφορίες και αρετές. Μου φαίνεται λοιπόν πολύ ταιριαστό να αποχαιρετά κανείς τον Αντώνη Φράγκο, τον αγαπημένο μας φίλο και σύντροφο, τον βαθύ άνθρωπο των πιο ωραίων κοινών ονείρων, με τα λόγια που αναβλύζουν από το πέρασμα στην αθανασία του Χοσέ Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι.

Ας μην θορυβήσουμε. Ας αποχαιρετήσουμε τον Αντώνη με τη γαλήνη που ήταν ο ίδιος, με όλες βέβαια τις έσω τρικυμίες. Τη γαλήνη εκείνη που του επέτρεπε σε όλες τις δραστηριότητές του να μεταλλάσσει την πληροφορία σε αρετή, όχι μόνο με τα κείμενά του, όχι μόνο με τις εκπομπές του, όχι μόνο με την ακάματη συμμετοχή του στην πολιτική δράση που ξεπερνούσε (και αφομοίωνε κάνοντας πλουσιότερη τη σκέψη του και τη βαθύτητά του) κάθε απογοήτευση, κάθε ήττα, αλλά και κάτι περισσότερο: μετέτρεπε την πληροφορία σε αρετή καθώς ανήκε στη σπάνια στόφα των ανθρώπων που είναι προικισμένοι με φυσική ευγένεια, παροιμιώδη αξιοπρέπεια και αντοχή στους φυσικούς και κάθε λογής πόνους, υποδειγματική σιωπηλότητα για μια ζωή γεμάτη επιτεύγματα και πάνω από όλα με τη βαθιά σοφία της ανεξικακίας. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο βάθρο της ανθρώπινης κατάστασης από την ανεξικακία και ο Αντώνης Φράγκος ήταν εκεί πάνω πληρώνοντας αγόγγυστα (αλλά καθόλου χωρίς συνείδηση) το αντίτιμο της λύπης. Ήξερε απολύτως τι έπραττε και γιατί το έπραττε.

Άνθρωπος βαθιάς κουλτούρας που δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει και να παλεύει για την ενότητα των ετεροτήτων, για την αδήριτη ανάγκη συσχέτισης κουλτούρας (όχι «πολιτισμού» γενικώς και αορίστως) και πολιτικής δράσης, δεν έπαψε ποτέ να παλεύει ώστε να γίνει κατανοητή η συναίρεση της πολιτικής πρωτοπορίας με την αισθητική, πέρα και έξω από κομματικές παγιδεύσεις και από θεωρητικές παραναγνώσεις. Γι’ αυτό άφησε βαθύ το χνάρι του από όπου και αν πέρασε, όσο κι αν εμποδίστηκε (γιατί κι αυτό υπήρξε και μάλιστα κάποιες φορές σε βαθμό αθλιότητας): Ριζοσπάστης, Αυγή, Κόκκινη καρφίτσα, Εποχή, Ήχος, Δίφωνο, Ποπ και Ροκ, Τζαζ και Τζαζ, Περιοδικό, 902 Αριστερά στα FM, Στο Κόκκινο (από τους πρωτεργάτες).

Ας μην θορυβήσουμε λοιπόν. «Δακρύειν όσον Θέμις», λέει το ελληνιστικό ταφικό επίγραμμα. Ας αφεθούμε σε όσο δάκρυ είναι δίκιο να τρέξει για τον Αντώνη, τον δικό μας Αντώνη. Έτσι κι αλλιώς είναι πολύ.

Μια μεγάλη γλώσσα των ανθρώπων πεθαίνει όταν πεθαίνουν τέτοια κεφάλαια της ζωής μας. Και είχε δίκιο ο εθνικός ποιητής της Πορτογαλίας Λουίς ντε Καμόες (16ος αιώνας) όταν έγραφε: «Μονάχα ένας άνθρωπος λείπει και είναι σα να άδειασε ολόκληρος ο κόσμος». Γι’ αυτό θρηνούμε τον Αντώνη. Γιατί είναι αβάσταχτο ν’ ακούμε μέσα στο άδειο την ηχώ των βημάτων του που αλαργεύουν.

Υπήρξε ένα ποίημα που τώρα επιστρέφεται στις λέξεις του. Αντίο. Ας ανασάνει ανεμπόδιστα η ψυχή του.

 

Κώστας Καναβούρης Περισσότερα Άρθρα
ΓΙΑ ΤΗΝ 
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ, 
ΓΙΑ ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟ
ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ

Copyright © 2025 - All rights reserved

 | 

Developed by © Jetnet