
Μια μάχη υψηλής συμβολικής αλλά μηδαμινής πρακτικής αξίας διεξήχθη την Παρασκευή στη Βουλή με αφορμή την τροπολογία Παππά για τον αριθμό των τηλεοπτικών αδειών. Ο αντίπαλος πόλος στην κυβέρνηση που συγκροτείται μετά την ανάδειξη Μητσοτάκη στην ηγεσία της ΝΔ και στον οποίο έσπευσαν να συμπορευθούν ουκ ολίγοι από το «Ποτάμι» και το βαθύ ΠαΣοΚ (Λοβέρδος, Βενιζέλος) ξεκαθάρισε πως «η διαγωνιστική διαδικασία δεν πρόκειται να γίνει», αφού δεν πρόκειται τα υπόλοιπα κόμματα να συναινέσουν στη Διάσκεψη των προέδρων για τη συγκρότηση του ΕΣΡ. Ουσιαστικά θέλουν να αποσπάσουν μια ακόμη τροπολογία από την κυβέρνηση που να αποδυναμώνει ακόμη περισσότερο την επιδίωξη για ρύθμιση του άναρχου τηλεοπτικού πεδίου μέσω του νόμου που ψηφίστηκε πρόσφατα.
Σαφής πρόθεσηΈνας νόμος που προβλέπει κλειστό αριθμό αδειών που θα παραχωρηθούν με πλειστηριασμό που θα πρέπει να διεξάγει το Εθνικό Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο με νέα και πλήρη σύνθεση που αυτή τη στιγμή δεν υφίσταται. Εδώ η κυβέρνηση έκανε αμέσως μετά τη ψήφιση του νόμου τον πρώτο ελιγμό. Αφού ανακοίνωσε μια όντως διακομματική και μάλλον συντηρητική ως προς τις αντιλήψεις των περισσότερων εκ των προτεινομένων σύνθεση του ΕΣΡ έσπευσε να τη διευρύνει αριθμητικά (από επτά σε εννέα μέλη) όταν, κυρίως η ΝΔ, αρνήθηκε να τη συζητήσει. Όταν και αυτή η προσπάθεια δεν βρήκε ανταπόκριση προχώρησε στην κατάθεση της τροπολογίας που προβλέπει -για την πρώτη αδειοδότηση- τον ορισμό του αριθμού των αδειών από τη Βουλή και όχι τον υπουργό Επικρατείας.
Η πρόθεση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην εφαρμογή του νόμου είναι σαφής. Το ίδιο ξεκάθαρη είναι και η προσπάθεια της αντιπολίτευσης να τη μπλοκάρει προς όφελος των καναλαρχών. Αλλά, όπως επισημάναμε, από την αρχή η αξία αυτής της σύγκρουσης είναι περισσότερο παρά πρακτική. Και αυτό γιατί η μετάθεση της αρμοδιότητας για τον αριθμό των αδειών στη Βουλή δεν λύνει το πρόβλημα που ακούει στο όνομα ΕΣΡ. Αν δεν συγκροτηθεί αυτή η ανεξάρτητη Αρχή καμία διαδικασία δεν πρόκειται να προχωρήσει. Αυτό είναι το όπλο που πρόσφερε στους αντιπάλους της η κυβέρνηση. Όπως είχαμε γράψει παλιότερα στην «Εποχή» η συγκρότηση του ΕΣΡ έπρεπε να είχε προηγηθεί από το νόμο για τις άδειες.
Παγιδευμένη στο σχεδιασμό τηςΠολλοί και εντός της Αριστεράς θεώρησαν πως αυτή η κίνηση έγινε ηθελημένα για να δώσει περιθώριο για συνδιαλλαγή με τους ιδιοκτήτες των Μέσων, το γνωστό σύστημα της διαπλοκής, είτε στην πιο προχωρημένη εκδοχή αυτού του σεναρίου, για να δημιουργήσει τα «δικά της τζάκια». Όμως, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, κανείς νεοφερμένος δεν εκδήλωσε το ανάλογο ενδιαφέρον και ο Ν. Χατζηνικολάου -ένα από τα ονόματα που πρωταγωνιστούσαν σ’ αυτά τα σενάρια- δήλωσε πως δεν θα διεκδικήσει τηλεοπτική άδεια.
Η κυβέρνηση παγιδεύτηκε από τον ίδιο το σχεδιασμό της. Όπως και στην περίπτωση του νόμου για την επαναλειτουργία της ΕΡΤ προτίμησε αντί να εκπονήσει εξαρχής ένα νέο ρηξικέλευθο πλαίσιο με αριστερό αποτύπωμα, να συντάξει ένα νόμο βασισμένο στο παλιό κέλυφος. Στην ΕΡΤ το καλούπι της ΝΕΡΙΤ, στο θέμα των αδειών το σχέδιο Ρουσόπουλου.
Έτσι, όπως το έχει ήδη επισημάνει ο καθηγητής στο τμήμα ΜΜΕ του πανεπιστημίου Αθηνών, Γιώργος Πλειός, αδυνάτισε τα θετικά του νέου νόμου (ρύθμιση του άναρχου τοπίου, τίμημα για τη λειτουργία των καναλιών, ονομαστικοποίηση μετοχών, όροι που αφορούν τον ελάχιστο απαιτούμενο αριθμό εργαζομένων) με τις υπερεξουσίες του υπουργού όσον αφορά το ποσό εκκίνησης της δημοπρασίας και τον αριθμό των αδειών, την απουσία πρόνοιας για συνεταιριστικά σχήματα και για τους διαδικτυακούς σταθμούς, τα «παραθυράκια» στις διατάξεις για την ονομαστικοποίηση που «σπρώχνουν» τους σταθμούς να μετακομίσουν την έδρα τους στο εξωτερικό κ.ά. Αυτές οι ελλείψεις και όχι τα τυχόν σενάρια ή επιδιώξεις (δεν ξέρουμε τι μπορεί να έχουν κάποιοι στο μυαλό τους) είναι που θα εμποδίσουν να δοθεί η πραγματική μάχη με τη διαπλοκή.
Καθοριστική η στάση του ΟΤΕ TVΓιατί όσο και αν σκούζει ο Βορίδης και ο Γεωργιάδης, πίτα υπάρχει για όλους έστω και αν οι άδειες εθνικής εμβέλειας είναι μόνο τέσσερις ή πέντε. Γιατί θα προκηρυχθούν και οι κατά πολύ φθηνότερες άδειες θεματικού περιεχομένου και περιφερειακής εμβέλειας (με μπόνους για τις δεύτερες τη δικτύωση των περιφερειακών σταθμών που τους καθιστά σχεδόν πανεθνικούς).
Ήδη υπάρχουν ενδείξεις ότι οι καναλάρχες έχουν αρχίσει να προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα. Το ενοίκιο συχνοτήτων για την προηγούμενη περίοδο πληρώθηκε, ο ΔΟΛ φρόντισε να καταβάλει τόκους για την εξυπηρέτηση δανείων του (χρησιμοποιώντας το μάλιστα ως πρόφαση για να καθυστερήσει ακόμη περισσότερο την πληρωμή των εργαζομένων), ο Κοντομηνάς έσπευσε να ανακοινώσει πως έχει πληρώσει τα πρόστιμα που του έχει καταλογίσει το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Το μεγάλο πρόβλημα της κυβέρνησης είναι πως έχει δεσμευθεί -ως προαπαιτούμενο της συμφωνίας- να εισπράξει ένα μεγάλο ποσό από τη δημοπρασία που θα καθυστερήσει συμπαρασύροντας και την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, ενώ δεν είναι απόλυτα σαφές αν οι καναλάρχες θα επιμείνουν στην προσφυγή τους στην Κομισιόν εναντίον του νόμου ή θα επικεντρωθούν στο θέμα, της ανταγωνιστικής προς τη Digea, θυγατρικής της ΕΡΤ. Ο νόμος δίνει τη δυνατότητα στην κρατική ραδιοτηλεόραση να παρέχει εμπορικές υπηρεσίες για τη μεταφορά του ψηφιακού σήματος άλλων καναλιών εντός της χώρας. Αυτό για την Κομισιόν μπορεί να θεωρηθεί απαγορευμένη κρατική ενίσχυση.
Σ’ αυτό το θέμα μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας η πρόθεση του ΟΤΕ TV να μην ανεβάσει στην ψηφιακή του πλατφόρμα μη αδειοδοτημένα κανάλια. Δηλαδή να μην επιτρέψει σε κάποιον ελληνικό σταθμό να μεταφέρει την έδρα του στην Κύπρο και να εκπέμπει από εκεί στην Ελλάδα κερδίζοντας από την πολύ χαμηλότερη φορολογία στο νησί. Τα «παραθυράκια» που γράψαμε πιο πάνω.
Χρειάζεται ισχυροποίηση θεσμώνΘα είναι κρίμα αν η κυβέρνηση χαλαρώσει πριν καν το εφαρμόσει το πλαίσιο που μόλις ψήφισε, λόγω της πίεσης που δέχεται σε άλλα μέτωπα. Ας αυξήσει τον αριθμό των αδειών, αλλά ας κάνει αυστηρότερες τις προϋποθέσεις και τους ελέγχους πηγαίνοντας μακρύτερα από τη ρητορική των «νταβατζήδων» του σχεδίου Ρουσόπουλου.
Γι’ αυτό όμως θα χρειαστεί ισχυροποίηση θεσμών όπως το ΕΣΡ. Αυτό σημαίνει πως το νέο όργανο θα είναι πολύ λιγότερο γραφειοκρατικό και καλύτερα στελεχωμένο από ό,τι μέχρι τώρα. Και τουλάχιστον οι αριστεροί σχολιαστές να μην πέφτουν εύκολα στην παγίδα της ηρωοποίησης ή θυματοποίησης παλιών μελών του οργάνου, όπως η Λίνα Αλεξίου. Οι τοποθετήσεις της τόσο στο θέμα του νόμου (δεν είναι συμβατός με την αγορά υποστήριξε σε συνέντευξη Τύπου) όσο και συγκεκριμένες αποφάσεις του ΕΣΡ που φέρουν την υπογραφή της δεν είναι και υπόδειγμα ρύθμισης. Δεν χρειάζεται να γράψουμε περισσότερα και να μπούμε σε άσκοπους καβγάδες.
Του Ορέστη Φ. Αθανασίου