Η πολυαναμενόμενη συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό δεν μπορεί να κρύψει πίσω από τις πολύπλοκες διατυπώσεις και διαδικασίες την κεντρικής ιδέα της, που δεν είναι άλλη από τον περιορισμό στο ελάχιστο, μέχρι μηδενισμού, της πρόσβασης νέων προσφύγων πολέμου στην ευρωπαϊκή ήπειρο.
Αποτέλεσμα της επικράτησης φοβικών συνδρόμων σε μια γερασμένη Ευρώπη, ανατρέπει τη διάθεση υποδοχής μεγάλου αριθμού προσφύγων, που είχαν δείξει αρχικά ορισμένες κεντρικές χώρες υποδεχόμενες συνολικά περί το ένα εκατομμύριο προσφύγων. Υπό την πίεση των γνωστών αρνητών της υποδοχής προσφύγων, αλλά και των πολιτικών αντιδράσεων στο εσωτερικό τους, προτίμησαν τη διάσωση μιας επιφανειακής συνοχής στο κατώτερο δυνατό επίπεδο, με την ψευδαίσθηση ότι μπορεί με τη βοήθεια της Τουρκίας να κλείσουν το πρόβλημα έξω από τα ευρωπαϊκά σύνορα.
Την ανάγκη φιλοτιμία ποιούμενη η ελληνική πλευρά χαρακτήρισε τη συμφωνία ως την καλύτερη δυνατή στις παρούσες συνθήκες επικρίνοντας τον εθελοντικό χαρακτήρα της υποδοχής προσφύγων εκ μέρους των χωρών της ΕΕ και επαναλαμβάνοντας τις δικές της θέσεις για αναλογική ανάληψη ευθύνης για τη μετεγκατάσταση προσφύγων μετά και το κλείσιμο της βαλκανικής διόδου.
Από την πλευρά των φιλοξενούμενων ήδη στην Ελλάδα προσφύγων ακόμη και μια τέτοια συμφωνία ίσως είναι προτιμότερη από την απαλλαγή της ΕΕ από κάθε υποχρέωση απέναντί τους. Ωστόσο, οι ελπίδες τους για εγκατάσταση σε χώρες της προτίμησής τους περιορίζονται σημαντικά.
Από τη στενή, αλλά όχι ασήμαντη σκοπιά των ιδιαίτερων επιδιώξεων Αθήνας και Λευκωσίας αξίζει να σημειωθεί ότι δεν έγινε δεκτή η αξίωση της Τουρκίας να ανοίξουν τα κεφάλαια των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, που είχε παγώσει η κυπριακή πλευρά.