Η εμπειρία της αποστολής στην Ειδομένη, στους καταυλισμούς της Χίου και των Διαβατών και το κέντρο καταγραφής της Χίου ανακίνησε σκέψεις και συναισθήματα, τα οποία κορυφώνονται σε μια παρατήρηση που καθιστά ακόμα πιο επιτακτικό τον προσεκτικό και μακρόπνοο σχεδιασμό και τη συντονισμένη δράση. Ένας σημαντικός αριθμός προσφύγων που μετακινούνται ή βρίσκονται εγκλωβισμένοι στη χώρα μας είναι παιδιά, από βρέφη λίγων ημερών έως και άγουροι έφηβοι. Το γεγονός αυτό, που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που δρουν στο πεδίο, καθιστά την ευθύνη όλων μας, της οργανωμένης πολιτείας αλλά και του καθενός από εμάς, ιδιαίτερα σημαντική και για έναν ακόμα λόγο, πέρα από αυτούς που συχνά επισημαίνονται σε σχετικές παρεμβάσεις.
Οπως επισημαίνει ο παιδίατρος, μέλος των Γιατρών του Κόσμου και εποπτεύων του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διεθνής Ιατρική - Διαχείριση Κρίσεων Υγείας» της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Άγης Τερζίδης, «τα παιδιά είναι περίπου το 30 με 40% του συνολικού πληθυσμού των προσφύγων που βρίσκονται στην Ελλάδα, γεγονός που τον καθιστά ακόμα πιο ευάλωτο. Λόγω ηλικίας και ευπάθειας τα ίδια τα παιδιά αποτελούν μια ευάλωτη ομάδα, που απαιτεί διαφορετική προσέγγιση και αναπροσαρμογή των υπηρεσιών υγείας. Παράλληλα, οι ευθύνες της οργανωμένης πολιτείας για την παροχή ευκαιριών εξέλιξης και ενσωμάτωσης είναι αυξημένες. Καθίσταται πιο επιτακτικός ο σχεδιασμός, αφού το αυξημένο ποσοστό παιδιών καλεί για αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης με διάρκεια».
Ανάμεσα σε αυτά τα παιδιά βρίσκονται και αρκετά ασυνόδευτα ή παιδιά που μετακινούνται ενώ έχουν αποχωριστεί από το στενό οικογενειακό τους κύκλο, μαζί με δεύτερου βαθμού συγγενείς. Το μέλος των Γιατρών του Κόσμου Α. Τερζίδης υπογραμμίζει ότι «η εμπειρία των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων που ασχολούνται επισταμένα με το ζήτημα μιλά για μερικές χιλιάδες παιδιά που έφτασαν στην Ευρώπη και στη συνέχεια αγνοούνται. Η διαδικασία αναγνώρισης ασυνόδευτων παιδιών είναι μια πολύ σοβαρή δουλειά που έχει αρχίσει να γίνεται πιο συντονισμένα το τελευταίο διάστημα. Χρειάζονται πολύ καλά εκπαιδευμένοι και έμπειροι επαγγελματίες για να αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο».
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με ανακοίνωση της UNICEF, πάνω από 86,7 εκατομμύρια παιδιά, κάτω των 7 ετών, έχουν περάσει ολόκληρη τη ζωή τους σε ζώνες συγκρούσεων. «Εκτός από τις άμεσες φυσικές απειλές που αντιμετωπίζουν τα παιδιά σε περιπτώσεις κρίσεων, διατρέχουν επίσης κίνδυνο από τα βαθιά ριζωμένα ψυχικά τραύματα» αναφέρει στην ανακοίνωση η Πία Μπρίτο, επικεφαλής της UNICEF για την Πρώιμη Παιδική Ανάπτυξη.
«Οι συγκρούσεις στερούν από τα παιδιά την ασφάλεια, την οικογένεια και τους φίλους τους, το παιχνίδι και την καθημερινότητα. Ωστόσο, όλα αυτά είναι στοιχεία της παιδικής ηλικίας που προσφέρουν στα παιδιά την καλύτερη δυνατή ευκαιρία να αναπτυχθούν πλήρως και να μαθαίνουν αποτελεσματικά, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να συμβάλουν στις οικονομίες και τις κοινωνίες τους, αλλά και στην οικοδόμηση ισχυρών και ασφαλών κοινοτήτων, όταν ενηλικιωθούν» εξηγεί η κα Μπρίτο. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο ώστε να παρέχουμε στα παιδιά και εκείνους που τα φροντίζουν κρίσιμες προμήθειες και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του εκπαιδευτικού υλικού, της ψυχοκοινωνικής στήριξης και ασφαλείς χώρους, φιλικούς προς τα παιδιά, που μπορούν να βοηθήσουν στην αποκατάσταση της αίσθησης της παιδικής ηλικίας εν μέσω μιας σύγκρουσης».
Η επιλογή είναι δική μας«Ο τρόπος διαχείρισης αυτής της κρίσης» επισημαίνει ο παιδίατρος Α. Τερζίδης, «και ιδιαίτερα των παιδιών, είναι μια επιλογή που θα την βρούμε μπροστά μας. Οι άνθρωποι αυτοί είναι εδώ και επιμένουν, παρότι νιώθουν ότι δεν ειναι ευπρόσδεκτοι στην Ευρώπη - φρούριο, γιατί δεν έχουν άλλη επιλογή. Αυτό που αφήνουν πίσω είναι πολύ χειρότερο και το έχουν διαγράψει. Σε αυτό συνηγορεί και το γεγονός ότι είναι πρώτη φορά που παρατηρούμε σε προσφυγική ροή μαζικά να μετακινούνται και ανάπηρα παιδιά, παιδιά με νοητική καθυστέρηση, καθώς και ηλικιωμένοι άνθρωποι. Έχουν αποφασίσει ότι αυτό που αφήνουν πίσω τους είναι πολύ χειρότερο από οτιδήποτε άλλο βιώσουν. Οι πολίτες πρέπει να πάρουμε θέση και να δώσουμε λύση».
Αυτά τα παιδιά, τα προσφυγόπουλα του πολέμου, αποτυπώνουν ανεξίτηλα μέσα τους το δικό μας παράδειγμα. Μαθαίνουν από όλους μας, κάθε μέρα, με τον πιο έντονο τρόπο τι σημαίνει άνθρωπος. Η παρουσία ή η απουσία μας, η δράση ή η αδράνεια μας, η θέση ή η άρνηση μας είναι για αυτά τα παιδιά παρακαταθήκη ανθρωπιάς ή απανθρωπιάς. Αν, λοιπόν, πιστεύουμε σε έναν καλύτερο κόσμο, από όποια ιδεολογία κι αν τον προσεγγίζουμε, δεν μπορεί παρά να τον διεκδικούμε ανθρώπινο. Αν τώρα δεν πάρουμε θέση στην πράξη για το ποιοι θέλουμε να είναι οι αυριανοί πολίτες του κόσμου και της χώρας μας, μαζί με τους οποίους θα συν-ζούμε, θα συν-εργαζόμαστε, θα συν-αποφασίζουμε, χάνουμε μια σπουδαία ευκαιρία να σπείρουμε το σπόρο της ανθρωπιάς.
Κείμενο - φωτογραφίες: Ζωή Γεωργούλα