Του Θάνου ΧατζόπουλουΣτη μητέρα όλων των μαχών εξελίσσεται για την κυβέρνηση των κόκκινων δανείων, καθώς είναι το ζήτημα που καταγράφονται οι μεγαλύτερες αποκλίσεις στον κύκλο των επαφών των αρμόδιων υπουργών με το κουαρτέτο που έκλεισε την περασμένη Κυριακή. Οι συζητήσεις αναμένεται να επαναληφθούν μετά την 4 Απριλίου, αλλά ο «έντιμος συμβιβασμός» που επιθυμεί η κυβέρνηση για να κλείσει η αξιολόγηση δεν φαίνεται εφικτός αν οι δανειστές δεν βάλουν νερό στο κρασί τους. Κάτι που προσκρούει στον σκληρό πυρήνα της απαίτησης του κουαρτέτου: τη δημιουργία μιας δευτερογενούς αγοράς για τα επιχειρηματικά δάνεια τα οποία ζητούν να απελευθερωθούν από κάθε προστασία έστω και αν είναι συνδεδεμένα με την πρώτη κατοικία.
Απαίτηση την οποία στηρίζουν από την πλευρά τους και οι τράπεζες που θέλουν να απαλλαγούν με τον ένα ή άλλο τρόπο από τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα, που ανέρχονται στο 43,6% του συνόλου των ανοιγμάτων σύμφωνα με εκτιμήσεις του υποδιοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Θ. Μητράκο.
Το ποσοστό αυτό θεωρείται, σύμφωνα με αυτές τις εκτιμήσεις, πως επηρεάζει αρνητικά τη δυνατότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος να παρέχει νέες πιστώσεις για κεφάλαια κίνησης και επενδύσεις προς όφελος της πραγματικής οικονομίας. Μάλιστα, έχει τεθεί ως στόχος να μειώνεται κατά 10% ετησίως το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων τις τράπεζες μέχρι το 2018 για να μη χρειαστούν νέα ανακεφαλαιοποίηση.
Όπως Ισπανία και ΙρλανδίαΟυσιαστικά, οι δανειστές, και όχι μόνο το ΔΝΤ, θέλουν να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα το μοντέλο της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, όπου οι τράπεζες συνεργάζονται με εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΕΔΑΜΕΔ στην αργκό του χρηματοπιστωτικού συστήματος) ή μεταβιβάζουν σε αυτές τις απαιτήσεις από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε πολύ χαμηλότερες τιμές από την πραγματική τους αξία (και αποκαλούνται αντίστοιχα ΕΜΑΜΕΔ).
Μάλιστα για να γίνει πιο ελκυστικό, δηλαδή πιο κερδοφόρο, το προϊόν για τις εταιρείες αυτές η μεταβίβαση θα περιλαμβάνει και «πράσινα» δάνεια εφόσον ο δανειολήπτης έχει και άλλα δάνεια που δεν εξυπηρετούνται.
Μιλώντας στη βουλή γι’ αυτό το ζήτημα ο υπουργός Οικονομίας Γ. Σταθάκης αναγνώρισε πως η ίδρυση τέτοιων εταιρειών προβλέπεται από το νόμο 4354/2015 ο οποίος επιτρέπει τη μεταβίβαση απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια τα οποία έχουν δοθεί σε επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζόμενους και τζίρο άνω των 50 εκατ. ευρώ και εκτίμησε πως αυτή «θα πάρει αρκετό χρόνο έως ότου διαμορφωθεί στη λεπτομέρειά του το θεσμικό πλαίσιο βάσει του οποίου θα μπορούν να ιδρύονται αυτές οι εταιρείες».
Οι τράπεζες προχωρούνΌμως οι Τράπεζες, με τις ευλογίες των δανειστών έχουν ήδη προχωρήσει χωρίς να περιμένουν την αποσαφήνιση του θεσμικού πλαισίου, ούτε καν την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
Η Eurobank προχωρά σε συμφωνία για τη μεταβίβαση χαρτοφυλακίου επιχειρηματικών δανείων, ύψους 600 εκατ. ευρώ, ενώ η Alpha Bank σχημάτισε κοινοπραξία με την Aktua Soluciones Financieras που θα αναλάβει τη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων δανείων ιδιωτών (στεγαστικά και καταναλωτικά). Οι κινήσεις της Eurobank και της Alpha είναι η κορυφή του τεράστιου κύματος τέτοιων εταιρειών που αναμένεται να φθάσει στα ελληνικά παράλια. Άλλες οκτώ με δέκα εταιρείες (θυγατρικές κολοσσών του κλάδου) ήδη κάνει επαφές με την Τράπεζα της Ελλάδος για τους όρους και προϋποθέσεις της αδειοδότησης, (η σχετική πράξη δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα).
Ενδιαφέρον έχει αρχίσει να εκδηλώνεται και από ξένες τράπεζες. Σε σχετικά δημοσιεύματα γίνεται λόγος για την Barclays και η BNP Paribas. Και ως συνήθως η εισβολή αυτών των εταιρειών συνοδεύεται από μια κουστωδία εμπλεκομένων: συμβουλευτικές εταιρείες που αναλαμβάνουν την εξέταση των προοπτικών κάθε επιχείρησης που χρωστάει, δικηγορικές εταιρείες που συντάξουν τα συμβόλαια αλλά και call centers που θα κυνηγούν τηλεφωνικά τους δανειολήπτες. Ένας ολόκληρος κλάδος δημιουργείται πάνω στα ερείπια και οι «επενδυτικές ύαινες», όπως έχουν ονομαστεί, προσδοκούν μέσο ετήσιο ποσοστό κέρδους της τάξης του 20% καταβροχθίζοντας οικονομικά πτώματα.
Αντιπροτάσεις της ελληνικής πλευράςΤα λεφτά είναι πολλά και αυτό εξηγεί και την σφοδρότητα της σύγκρουσης σε αυτό το θέμα. Η κυβέρνηση βάσιμα ισχυρίζεται πως τα πράσινα δάνεια έχουν εξαιρεθεί ρητά από το μνημόνιο του καλοκαιριού αλλά το αυτί του κουαρτέτου δεν ιδρώνει.
Η κυβερνητική πρόταση, προβλέπει την προστασία για μια τριετία από την πώληση σε funds των κόκκινων στεγαστικών δανείων πρώτης κατοικίας, αλλά και των δανείων που έχουν υποθήκη ή προσημείωση την πρώτη κατοικία, δηλαδή καταναλωτικά και κόκκινα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Παράλληλα, για όσα δάνεια δεν έχουν υποθήκη την πρώτη κατοικία, η κυβέρνηση προτείνει εξαίρεση από την πώληση σε funds επιχειρηματικών δανείων ύψους έως 500.000 ευρώ, δανείων ελεύθερων επαγγελματιών ύψους μέχρι 250.000 ευρώ και καταναλωτικών δανείων έως 20.000 ευρώ.
Η πρόταση αυτή δεν συζητήθηκε καν, καθώς οι δανειστές θεωρούν πως έτσι προστατεύεται το 42%-45% των κόκκινων δανείων, αφαιρώντας έτσι από τις «ύαινες» ένα σημαντικό κομμάτι της «τροφής τους».
Και εδώ είναι το κρίσιμο δίλημμα που έχει να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση στο δεύτερο γύρο της διαπραγμάτευσης. Αν επιμείνει, και σωστά, στην προστασία της πρώτης κατοικίας εξαιρώντας από τη δυνατότητα μεταβίβασης όσα δάνεια συνδέονται με αυτήν όπως ισχύει και τώρα (μέχρι τις 15 Απριλίου) μπορεί να πετύχει μια συμφωνία αυτή να παραταθεί για δύο αντί τριών ετών όπως ήταν η αρχική της πρόταση. Αλλά είναι σίγουρο πως σε αντάλλαγμα οι δανειστές (επαναλαμβάνουμε, όχι μόνο το ΔΝΤ) δεν θα δεχθούν να εξαιρεθούν τα επιχειρηματικά δάνεια έως 500.000 ευρώ, τα δάνεια ελεύθερων επαγγελματιών έως 250.000 ευρώ και τα καταναλωτικά μέχρι 20.000 ευρώ. Θα πρόκειται για μια ετεροβαρή συμφωνία γιατί στην ουσία ούτε οι τράπεζες, ούτε και οι «ύαινες» ενδιαφέρονται για τα μικρά ακίνητα των ιδιωτών από τα οποία δεν θεωρούν πως μπορούν βραχυπρόθεσμα να αποσπάσουν υψηλές αποδόσεις. Οι εταιρείες διαχείρισης ορέγονται τις επιχειρήσεις που είτε μέσω της ρευστοποίησης των περιουσιακών τους στοιχείων είτε μέσω αλλαγών στο μάνατζμεντ, περικοπών και απολύσεων μπορούν να αποφέρουν κέρδη. Έτσι όμως δεν θα προκύψει ανάπτυξη αλλά μεγαλύτερη κοινωνική ερήμωση.
Σκύλλα και ΧάρυβδηΠροφανώς αυτό υπονοούσε ο συντάκτης της ανακοίνωσης του υπουργείου Οικονομικών την περασμένη εβδομάδα όταν τόνιζαν πως οι προτάσεις του ΔΝΤ βοηθούν τους πλούσιους αλλά και ο γενικός γραμματέας Δημοσιονομικής Πολιτικής που κατηγόρησε τους διαπραγματευτές του Ταμείου για «συμπεριφορά Σάιλοκ». Αλλά η ουσία της δήλωσης Κουτεντάκη δεν είναι τα καρφιά προς το ΔΝΤ αλλά η έμμεση ομολογία πως αυτή η συμπεριφορά εδράζεται σε μια σκληρή για την ελληνική κυβέρνηση πραγματικότητα: πως τα ταμειακά διαθέσιμα του δημοσίου (έστω και με το «μαξιλαράκι» των αποθεματικών των Ταμείων που δεν έχουν κατατεθεί στην ΤτΕ όπως προέβλεπε η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου) δεν διαρκούν πάνω από τρεις – τέσσερις μήνες τη στιγμή που πρέπει να καταβληθούν 4 δισ. ευρώ σε τόκους και χρεολύσια έως το καλοκαίρι.
Κοντολογίς, αν γλυτώσει η πρώτη κατοικία πολλών δανειοληπτών από τη Σκύλλα της μεταβίβασης της οφειλής σε fund, συνολικά η διαπραγμάτευση για την αξιολόγηση δύσκολα δεν θα καταλήξει στη Χάρυβδη σκληρών μέτρων. Η κυβέρνηση θα μπορεί βάσιμα να ισχυριστεί πως απέφυγε ακόμη χειρότερα μέτρα αλλά δεν θα έχει κάνει βήματα απεγκλωβισμού από τη μέγγενη των δανειστών. Εξάλλου ο Σόιμπλε φρόντισε να προσγειώσει όσους προσδοκούσαν μια κάθαρση του ελληνικού δράματος μέσω της ελάφρυνσης του χρέους.
Το μέλλον σίγουρα θα διαρκέσει πολύ.
•