Ηδη από τη στιγμή που έγινε γνωστή η συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας για το προσφυγικό, ήταν φανερό ότι οι τρομολάγνοι έμποροι του μαζικού φόβου είχαν κάθε λόγο να τρίβουν τα χέρια τους. Το κλείσιμο της βαλκανικής διόδου και η απουσία πρόβλεψης για άλλη, νόμιμη δίοδο, καθώς και το περίπλοκο σύστημα παράκαμψης με διάφορα προσχήματα της συνθήκης για τους πρόσφυγες, διαμόρφωσαν εύφορο έδαφος για την επιχείρηση μετατροπής των ταλαιπωρημένων προσφύγων σε μια επικίνδυνη, δήθεν, μάζα που απειλεί την ασφάλειά μας.
Ενισχύθηκε μ’ αυτό τον τρόπο η ρητορική του εγκλωβισμού, στην οποία συχνά υποκύπτουν και εκπρόσωποι της αριστεράς. Η ρητορική αυτή, ενώ υποτίθεται ότι εκφράζει δικαιολογημένη ανησυχία για τη δυνατότητα περίθαλψης υπερβολικά μεγάλου αριθμού προσφύγων στη χώρα μας, αντικειμενικά χρωματίζει αυτούς που την επιλέγουν με μια ξενοφοβική απόχρωση: οι «εγκλωβισμένοι» πρόσφυγες είναι εύκολο να μετατραπούν επικοινωνιακά από φιλήσυχους γονείς με τα παιδιά τους σε ανθρώπους επικίνδυνους για την τάξη και την ασφάλεια, καθώς η συγκεκριμένη ρητορική τούς περιγράφει σαν όντα κλεισμένα σ’ ένα κλουβί, με όλες τις πολιτικές, ηθικές και πρακτικές συμπαραδηλώσεις μιας τέτοιας περιγραφής.
Οι πρόσφυγες εμπεριέχουν την τρομοκρατία;Η κατάσταση έχει ήδη χειροτερέψει με την πρόσφατη φονική επίθεση τζιχαντιστών στις Βρυξέλλες. Οι διαστρεβλωτές της κοινής γνώμης έπιασαν δουλειά, με σκοπό να ανατρέψουν το κοινό αίσθημα αλληλεγγύης προς τους πρόσφυγες, το οποίο επικρατεί, και να το μετατρέψουν σε φόβο απέναντι στον ξένο, στον «άλλο», στον μουσουλμάνο συγκεκριμένα.
Οι συνδέσεις και οι εξισώσεις των προσφυγικών ροών με την τρομοκρατία των τζιχαντιστών δίνουν και παίρνουν. Και δεν μιλάμε για κάποιες φυλλάδες ή λαθρόβια τσοντοκάναλα. Η γραμμή ακολουθείται ακόμη και από τις σελίδες της ναυαρχίδας του δεξιού συντηρητισμού, της «Καθημερινής».
«Η αναπόφευκτη σύνδεση» προϊδεάζει για το περιεχόμενο ο τίτλος σε κείμενο δυσκοίλιου σχολιαστή της «δεύτερης σελίδας» της. «Η σύνδεση του μεταναστευτικού με την τρομοκρατία είναι αναπόφευκτη, διότι απλούστατα οι μετανάστες είναι μουσουλμάνοι». Αξίζει να σημειωθεί ότι την ίδια… ατράνταχτη επιχειρηματολογία είχε χρησιμοποιήσει και ο Γ. Πρετεντέρης μια μέρα πριν, στην εκπομπή του «Ανατροπή» (ή μήπως Εντροπή…). Μη μας παρεξηγήσετε, δικαιολογούνται, δεν εννοούμε ότι οι όλοι οι μουσουλμάνοι είναι τζιχαντιστές. Εννοούμε ότι για να γίνεις τζιχαντιστής, πρέπει να είσαι ήδη μουσουλμάνος. Σαν να λέμε, να έχεις την προδιάθεση. Κάνουν ότι δεν βλέπουν δύο πασιφανή πράγματα. Πρώτον, ότι οι ίδιοι, από τα μέσα που διαθέτουν, έχουν διατυμπανίσει σε ανύποπτο χρόνο το φαινόμενο να γίνονται μάχιμοι, αιματηροί οπαδοί του Ισλαμικού Κράτους νέοι της Δύσης, που μόνο με τις ιδέες του ισλάμ δεν είχαν ανατραφεί. Δεύτερον, ότι πληθυσμοί μουσουλμανικοί έχουν συχνά βρεθεί και βρίσκονται και σήμερα στη θέση του θύματος κατά τη διάρκεια αιματηρών επιθέσεων τζιχαντιστών. Συνεπώς, δεν είναι στο DNA του μουσουλμάνου η τρομοκρατία, μια που μπορεί κάλλιστα να βρεθεί στη «σωστή» μεριά, παρότι είναι μουσουλμάνος -δηλαδή κατ’ αρχήν ύποπτος τρομοκρατίας, κατά την άποψή τους.
Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζουν απτόητοι τη διαβρωτική προπαγάνδα τους. Ισχυρίζονται ότι οι τρομοκράτες «χρησιμοποιούν τις προσφυγικές ροές, για να διαπερνούν τα ευρωπαϊκά σύνορα», ενώ είναι πασίγνωστο ότι τόσο στα δύο χτυπήματα του Παρισιού, όσο και στο χτύπημα των Βρυξελλών οι δράστες αναγνωρίστηκαν ως μόνιμοι κάτοικοι της χώρας που δέχτηκε τις επιθέσεις και δεν είχαν κανένα λόγο να βρουν προσχήματα προκειμένου να «διαπεράσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα».
«Η τρομοκρατία γίνεται παράγων του μεταναστευτικού», ολοκληρώνει την περισπούδαστη ανάλυσή του ο κ. Κασιμάτης της «Κ». Και συνεχίζει, για να μην αφήσει την παραμικρή αμφιβολία για την προκατειλημμένη στοχοπροσήλωσή του: «Πρωταρχική υποχρέωσή μιας κυβέρνησης είναι να προστατεύει τη ζωή των πολιτών της χώρας από εξωτερικούς κινδύνους». Με άλλα λόγια, δεν γεννιούνται στο εσωτερικό των κοινωνιών οι κίνδυνοι αποδόμησής τους, μέσα από τις δικές τους αντιθέσεις και συγκρούσεις, αλλά έρχονται απ’ έξω. Επομένως, κανείς, κατά τη γνώμη του, δεν μπορεί να επηρεάσει προς άλλη κατεύθυνση την εξέλιξη των πραγμάτων. Όσο καλά κι αν φερθείς στους πρόσφυγες, δεν πρόκειται να γλιτώσεις. Συνεπώς, δεν είναι απαραίτητη η μη μου άπτου συμπεριφορά απέναντί τους. Κάλιο γαϊδουρόδενε, παρά γαϊδουρογύρευε.
Η ιδεολογία
της Ευρώπης - φρούριο
Όποιος διαφωνεί ή έχει κάποιες αντιρρήσεις γι’ αυτή την επιχειρηματολογία, είναι μέλος του «χορού των χαζών», «επαγγελματίας του ανθρωπισμού» και άλλα παρόμοια εύηχα. Μία είναι η απόλυτη αλήθεια για όλους αυτούς: η ρητορική των ανοιχτών συνόρων οδηγεί στις βόμβες σε αεροδρόμια και μετρό. Η πρωθυπουργός της Πολωνίας, εμπνεόμενη από τη λογική αυτή, μόλις προχθες ανακοίνωσε ότι δεν πρόκειται η χώρα της να δεχτεί ούτε έναν πρόσφυγα, ακριβώς γι’ αυτόν το λόγο. Επισφραγίζοντας έτσι με το κύρος μιας κυβέρνησης χώρας-μέλους την απαράδεκτη εξίσωση: πρόσφυγες ίσον τζιχαντιστές.
Από την εξέλιξη αυτή μπορεί να αντιληφθεί κάποιος και τους βαθύτερους λόγους της καλλιέργειας και εφαρμογής της συγκεκριμένης αντίληψης. Το ζητούμενο είναι να κλειστούμε στο ευρωπαϊκό καβούκι μας, να κρατήσουμε μακριά από εμάς τους πρόσφυγες. Η Ευρώπη «αν δεν γίνει φρούριο, τότε τι πρέπει να κάνει;» αναρωτιέται ο δυσκοίλιος σχολιαστής, αποκαλύπτοντας τον πρακτικό στόχο αυτής της επιχείρησης: μακριά από εμάς οι πρόσφυγες κι ας πάνε όπου να ‘ναι. Παράπλευρος στόχος και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων: να καταγγελθεί ως φίλη των μεταναστών, συνεπώς και των τρομοκρατών, και γι’ αυτό επικίνδυνη για την ασφάλεια των πολιτών και της χώρας. Ου μην αλλά και πάσης της Ευρώπης…
Όσα επιχειρήματα κι αν του αντιτάξουμε, μάλλον δεν πρόκειται να πειστεί από μια συριζαία γραφίδα. Γι’ αυτό θα του συστήσουμε να διαβάζει τουλάχιστον την εφημερίδα στην οποία ο ίδιος γράφει: «Η προσφυγική κρίση έδειξε ότι η θεώρησή μας δεν μπορεί να περιοριστεί στην οικονομία (…) Απέναντι στην επικρατούσα φοβική, οχυρωματική κατάσταση πρέπει να οικοδομηθεί η ιδεολογία των ανοιχτών κοινωνιών και οριζόντων, η οποία θα συνδέσει διάφορες ευαισθησίες: όσων αντιμετωπίζουν το άνοιγμα από την οικονομική πλευρά και όποιων εμπνέονται από την ανθρωπιστική».
(Γ. Πρεβελάκης, «Κ» 6 Μαρτίου 2016).
Χ. Γεωργούλας