
Το ραντεβού της Πέμπτης στην Ουάσιγκτον είναι, ασφαλώς, ο σημαντικότερος σταθμός πριν το άτυπο Γιούρογκρουπ της 22ας Απριλίου. Δεν θα παρθούν τελικές αποφάσεις, αλλά τα όσα ειπωθούν εκεί και συμφωνηθούν, σίγουρα θα χρωματίσουν αποφασιστικά τις εξελίξεις, εν τέλει, και τις αποφάσεις για το ελληνικό ζήτημα, ακόμα και το πότε οι διαπραγματεύσεις θα περαιωθούν.
Σ’ αυτή τη συνάντηση, που θα πάρουν μέρος εκπρόσωποι του ΔΝΤ, των ευρωπαϊκών θεσμών και της ελληνικής κυβέρνησης, θα δοκιμασθεί και η αντοχή της συμφωνίας, που έγινε υπό το φως των αποκαλύψεων των Wikileaks, μεταξύ των κ. Λαγκάρντ και Μέρκελ, για το πώς θα αντιμετωπισθεί η ελληνική περίπτωση. Είχαν ένα ακόμα λόγο να μην κρύβουν, πλέον, ότι διαφωνούν, αλλά επίσης παραδέχονταν ότι είναι υποχρεωμένες να βρουν κοινή λύση.
Προς εξεύρεση κοινής γραμμήςΑσφαλώς, συμφώνησαν και το πόσο θα πιέσουν, από κοινού, την ελληνική κυβέρνηση, έως ότου φτάσουν στην τελική πρόταση και συμφωνία. Υπάρχουν ενδείξεις και πληροφορίες ότι και η Κομισιόν αυξάνει το βαθμό πίεσης και αυτό που προκύπτει συνολικά, είναι ότι, ενώ πρέπει να διαμορφωθούν οι κοινές προτάσεις έως την Τρίτη, έως και χθες Σάββατο πάρα πολλά πράγματα ήταν επικίνδυνα –και σκόπιμα– ανοιχτά.
Η άρνηση της ελληνικής πλευράς να αποδεχθεί επαχθείς θέσεις που έπεφταν στο τραπέζι, ήταν και ένα από τα θέματα που συζήτησαν οι εκπρόσωποι των θεσμών στη συνεδρίαση των Βρυξελλών στην επίσκεψη αστραπή που πραγματοποιήσαν. Προφανώς, συζήτησαν και τις δικές τους διαφωνίες, προσπαθώντας να βρουν μια κοινή θέση έναντι των ελληνικών στο κρίσιμο διάστημα από χθες Σάββατο έως την Τρίτη. Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι, όπως δήλωσε η εκπρόσωπος της Κομισιόν κ. Ανίκα Μπράιντχαρτ, «η συνάντηση αυτή είχε προγραμματιστεί εδώ και καιρό» και ότι «θα επιστρέψουν εντός της ημέρας». Εντούτοις, ο αντικυβερνητικός ηλεκτρονικός Τύπος οργίαζε ότι η δια ζώσης συνάντηση και συζήτηση στο Euroworking Group έγινε διότι οι θεσμοί φοβούνται τις υποκλοπές!
Παιχνίδια μέχρι τελευταία στιγμήΌπως προκύπτει από τις τελευταίες εξελίξεις όλες οι πλευρές συμφωνούν ότι η αξιολόγηση πρέπει να κλείσει άμεσα για μια σειρά λόγους, που έχουν σχέση με τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΕΕ αυτή την περίοδο (στη συνέντευξη του Γιάννη Αγγέλη υπάρχει πλήρης παρουσίαση των αιτιών). Αυτός ο οδηγός, ωστόσο, δεν αποτρέπει να παίζονται παιχνίδια έως την τελευταία στιγμή. Έτσι, μια δήλωση Ευρωπαίου αξιωματούχου αυξάνει την πίεση προς την ελληνική πλευρά. Μιλώντας, υπό τον όρο της ανωνυμίας μάλιστα, τόνισε ότι «εξακολουθούμε να λέμε ότι είναι εφικτό να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση τον Απρίλιο, αλλά οι πιθανότητες είναι πολύ, πολύ μικρές. Το βλέπω να ολοκληρώνεται έως τον Ιούλιο». Και για να μην υπάρχει αμφιβολία για το σχέδιο είχαν προηγηθεί λίγο νωρίτερα δηλώσεις του προέδρου του Γιούρογκρουπ, Jeroen Dijsselbloem, ο οποίος σημείωνε ότι «δεν υπάρχει προθεσμία για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Η Ελλάδα έχει να λάβει δύσκολες αποφάσεις».
Ο Dijsselbloem, μάλιστα, τόνισε ότι οι απεργίες στην Ελλάδα δεν αποτελούν σοβαρό λόγο για τον ίδιο, για να πιστέψει ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα δεν πηγαίνουν καλά. «Οι απεργίες δεν είναι καλές, αλλά οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν για να μπουν τα πράγματα σε τάξη», σχολίασε. Πρόσθεσε, δε, ότι «το ΔΝΤ φοβάται για μία ακόμη ελληνική κρίση». Και χρησιμοποιώντας με προφανές το κινδυνολογικό στοιχείο την ελληνική τραγωδία, επεσήμανε ξανά ότι είναι «δικό του καθήκον να μην καταλήξουμε σε μία ακόμη ελληνική τραγωδία». Μπορούμε να είμαστε ήσυχοι…
Πνεύμα Τόμσεν, πανταχού παρόνΤι προκύπτει, λοιπόν; Ότι το πνεύμα της γραμμής Τόμσεν, δηλαδή ότι πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να στριμωχτεί ως τον Ιούλιο, για να εξαναγκαστεί να αποδεχθεί κάποιες από τις σκληρές προτάσεις, είναι ενεργό και πανταχού παρόν. Και απ’ ότι φαίνεται είναι η συλλογική απάντηση των θεσμών στην αντίσταση της ελληνικής κυβέρνησης σε επαχθείς προτάσεις. Είναι μέσα στο νόημα του συμβιβασμού μεταξύ Λαγκάρντ-Μέρκελ, που, εκτός του ότι τις υποχρέωσε να αποφασίσουν το τέλος της αξιολόγησης, μετατόπισε συγχρόνως τις θέσεις του ευρωπαϊκού σκέλους των θεσμών προς τις θέσεις του ΔΝΤ.
Ο διάλογος Μέρκελ - Λαγκάρντ, φυσικά, περιλάμβανε και το πρόβλημα του χρέους της Ελλάδας, πράγμα που συνδέεται και με τα μέτρα της εκκολαπτόμενης συμφωνίας. Εδώ, επίσης βρισκόμαστε μπροστά σε έναν ακόμη συμβιβασμό. Η κ. Λαγκάρντ για πρώτη φορά σε συνέντευξή της δεν επέμεινε στο κούρεμα.
Μιλώντας στο συνέδριο Women in the World στη Νέα Υόρκη, η Λαγκάρντ επανέλαβε τη θέση της για το ελληνικό χρέος και τις μεταρρυθμίσεις και υπερασπίστηκε τη στάση του ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις.
Κάλεσε την Ελλάδα να κάνει μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στο ασφαλιστικό, αλλά και τους Ευρωπαίους να προσφέρουν ελάφρυνση του χρέους, η οποία θα μπορούσε να προέλθει από παράταση της ωρίμανσης των δανείων και μείωση των επιτοκίων.
Αυτό που πήρε, ως φαίνεται, από τη σκλήρυνση της ευρωπαϊκής πλευράς στη διαπραγμάτευση, είναι μια πιο αποφασιστική στάση έναντι της ελληνικής πλευράς. Στόχος της είναι, όπως αναφέρουν παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, να έχει ολοκληρωθεί η επεξεργασία του κειμένου των θεσμών το αργότερο έως την προσεχή Τρίτη και έως το Πάσχα να έχει ολοκληρωθεί και η συμφωνία. Αλλά ταυτόχρονα δίνουν και το περίγραμμα των θέσεών τους. Όπως δήλωσε σε συνέντευξή της στην τηλεόραση του Σταρ η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Ράνια Σβίγκου, «η κυβέρνηση έχει δεσμευθεί ότι η αξιολόγηση δεν μπορεί να κλείσει με μέτρα τα οποία ακυρώνουν τις δυνατότητες της οικονομίας και με τα οποία η κοινωνία, που έχει πληγεί τα τελευταία χρόνια, θα επωμισθεί δυσανάλογα βάρη. Είναι γεγονός ότι υπάρχουν δύσκολα μέτρα, όπως αυτά της έμμεσης φορολόγησης».
Γιατί, ακριβώς, έγινε η εκδήλωση στο Ζάππειο;Έχουμε γνώση όλοι, νομίζω, των πτυχών της επαχθούς συμφωνίας, απόρροιας ενός πραξικοπήματος, που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση πέρυσι τον Ιούλιο. Επομένως, όταν επανερχόμαστε σε μια πτυχή της, παραδείγματος χάριν μιας ιδιωτικοποίησης που προβλέπει, το κάνουμε, κυρίως, επειδή ανακύπτουν παράπλευρες εκκρεμότητες μεγάλης σημασίας. Αυτό συνέβη συχνά με την πώληση του λιμανιού του Πειραιά στην Cosco, διότι συνδεόταν άρρηκτα με ζητήματα εργασιακά, αναπτυξιακά και περιβαλλοντικά. Δεν είναι πολύς καιρός που ο αρμόδιος υπουργός Θ. Δρίτσας είχε δηλώσει, χωρίς να αρνείται τη συμφωνημένη από την κυβέρνηση πώληση, ότι η σύμβαση δεν ήταν ώριμη προς υπογραφή, παραθέτοντας, μάλιστα, τα σημεία που έπρεπε να θεραπευθούν. Δεν ξέρει κανείς και καμία αν έγινε, εν τω μεταξύ, αυτό, δηλαδή αν η σύμβαση υπεγράφη ώριμη. Η εκκαθάριση, λίγες μέρες πριν, μελών του ΔΣ από το ΤΑΙΠΕΔ, παρά την εκπεφρασμένη αντίδραση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, μας αφήνει μια απορία, εν τούτοις.
Η επιλογή, τώρα, να γίνει η υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης στο Μαξίμου, παρουσία του πρωθυπουργού, και όχι σε μια αίθουσα του ΟΛΠ, παρουσία ισόβαθμων υπηρεσιακών στελεχών ή των αρμόδιων υπουργών, μας φέρνει μπροστά στο πρόβλημα ακόμη μια φορά. Και επίσης, τι είναι εκείνο για το οποίο θα έπρεπε να ανοίξουν οι αίθουσες του Ζαππείου; Ούτε αποσπούν τη σκέψη μας από το ζήτημα κυριαρχίας που ανακύπτει για τις μικρές χώρες, επομένως και για τη χώρα μας, αναφορές, όπως αυτή του πρωθυπουργού, ότι η υπογραφή συνιστά μια κίνηση που θα καταστήσει το δρόμο του Μεταξιού συντομότερο, ότι θα αποτελέσει αφετηρία για την προσέλκυση και άλλων επενδύσεων. Και λίγο το αμβλύνει η αναφορά, επίσης του πρωθυπουργού, ότι μέλημα της κυβέρνησης είναι η διασφάλιση των εργασιακών σχέσεων και της προστασίας του περιβάλλοντος. Η αντίδραση και ο σχολιασμός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν, φυσικά, η αναμενόμενη. «Καλωσορίζουμε την καθυστερημένη προσχώρηση στην πραγματικότητα», δήλωσε ο κ. Κουμουτσάκος, επιχειρώντας για άλλη μια φορά να βάλει ένα ακόμη λιθαράκι στο σχέδιο αποχρωματισμού των καταψηφισμένων, από το λαό, πεπραγμένων της συγκυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Παύλος Κλαυδιανός