
Η νομική-θεσμική και τεχνική μορφή που θα πάρει η συμφωνία μεταξύ Λαγκάρντ-Σόιμπλε για πρόσθετα έκτακτα μέτρα εις βάρος της Ελλάδας, ουσιαστικά, απασχόλησε τη συνεδρίαση του Γιούρογκρουπ της περασμένης Πέμπτης, αντί οποιαδήποτε ουσιαστική συζήτηση πάνω στα πραγματικά δεδομένα. Έτσι, χωρίς ιδιαίτερες, και πάντως όχι αποτελεσματικές, αντιστάσεις από τους πιθανούς συμμάχους της ελληνικής πλευράς, αποφασίστηκε η επιβολή δυσβάσταχτων προληπτικών μέτρων. Χωρίς να αναφερθούν λεπτομερώς στη συνεδρίαση ωστόσο, αυτά είναι γνωστά από διαρροές και στην κυριολεξία πρόκειται για όσα μέτρα πρότεινε το ΔΝΤ από την αρχή της κρίσης ως τώρα και καμία κυβέρνηση δεν έκανε δεκτά.
Πρόκειται για ευθεία πολιτική στόχευση που επιχειρεί όχι μόνο να μονιμοποιήσει τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές στην Ελλάδα, αλλά συγχρόνως να διακόψει την έστω και βραδεία διαδικασία συγκερασμού δυνατοτήτων για έξοδο, έστω και με πισωγύρισμα, από τα μνημόνια και τους καταναγκασμούς. Είναι προφανές ότι ένα πακέτο σκληρών μέτρων δημιουργεί πολιτικό πρόβλημα στην ελληνική κυβέρνηση, δοκιμάζοντας τους δεσμούς της με τα κοινωνικά στρώματα που τη στηρίζουν. Αποσταθεροποιεί, όμως, και την οικονομία, καθώς, ντε φάκτο, δίνουν την εικόνα ότι δεν έχει μπει σε σταθερή πορεία εξόδου από την κρίση.
Οι αποφάσεις του Γιούρογκρουπ, κυνικές γιατί ενώ οι όροι πληρούνται επιμένουν σε πρόσθετα μέτρα είναι θεμελιωμένες επιπλέον πάνω σε έναν εκβιασμό που καρδιά του είναι η στέρηση της ρευστότητας από την οικονομία και τη λειτουργία του κράτους.
Η κυβέρνηση, με το μαχαίρι στο λαιμό, επιχειρεί να συγκροτήσει την άμυνά της, προβάλλοντας αφενός επιχειρήματα από την καλύτερη πορεία της οικονομίας και των στοιχείων και αφετέρου νομική αδυναμία να θεσμοθετηθούν μέτρα για το μέλλον εν ήδη ρήτρας. Στις διαβουλεύσεις, που άρχισαν ήδη από σήμερα, αναμένεται να γίνει προσπάθεια να βρεθούν λύσεις, ούτως ώστε ένα έκτακτο Γιούρογκρουπ να συνεδριάσει ξανά τη Μ. Πέμπτη.
•