«Η ΑΠΟΙΚΙΑ»Μικροί και μεγάλοι δικτάτορες Του Στράτου ΚερσανίδηΤο 1961 ο γερμανός ιεροκήρυκας, Πολ Σάιφερ, ίδρυσε 350 χιλιόμετρα νότια του Σαντιάγο στη Χιλή την «Αποικία Αξιοπρέπεια». Ένα πρότυπο γερμανικό χωριό το οποίο με τη βιτρίνα της φιλανθρωπικής οργάνωσης προς όφελος των αγροτών λειτούργησε επί της ουσίας ως φυλακή για τους πιστούς οπαδούς του Σάιφερ, οι οποίοι ζούσαν εκεί, κάτω από αυστηρούς κι απάνθρωπους κανόνες. Επί 40 χρόνια ελάχιστοι κατάφεραν να αποδράσουν ενώ η γερμανική πρεσβεία συνεργαζόταν με τον Σάιφερ.
Όταν το 1973 ο Αουγκούστο Πινοτσέτ ανέτρεψε τον πρόεδρο Σαλβαδόρ Αγιέντε, ο Σάιφερ συνεργάστηκε με το δικτατορικό καθεστώς της Χιλής και χρησιμοποιήθηκε ως τόπος βασανιστηρίων και εγκλεισμού των πολιτικών κρατουμένων. Παράλληλα, ο Πολ Σάιφερ λειτουργούσε και ως μεσάζων έμπορος όπλων ανάμεσα στη Γερμανία και τη δικτατορική κυβέρνηση της Χιλής. Ο ρόλος της Αποικίας αποκαλύφθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1970 αλλά μόνον το 1990, όταν ο Πινοτσέτ παραιτήθηκε, κινήθηκε δικαστική διαδικασία για τη δίωξη του σαδιστή ιεροκήρυκα. Διέφυγε στην Αργεντινή, συνελήφθη το 2004, δικάστηκε από τη χιλιανή δικαιοσύνη, καταδικάστηκε σε 33 χρόνια και πέθανε στη φυλακή το 2010.
Ο γερμανός σκηνοθέτης, Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ, στην ταινία του «Αποικία» (Colonia), αφηγείται μια ιστορία η οποία είναι βασισμένη σε αληθινά γεγονότα. Το 1973, και ενώ ο Πινοτσέτ καταλαμβάνει την εξουσία, ο νεαρός Ντάνιελ, υποστηρικτής του Αγιέντε, συλλαμβάνεται, μεταφέρεται σε μια υπόγεια βάση και βασανίζεται. Η κοπέλα του η Λένα, μπροστά στα μάτια της οποίας συνελήφθη, τον αναζητά. Η έρευνά της την οδηγεί στην Αποικία Αξιοπρέπεια, κι αποφασίζει να ενταχθεί στη σέχτα του ιεροκήρυκα Σάιφερ, με σκοπό να βρει τον αγαπημένο της και να τον βοηθήσει να αποδράσει. Για να τα καταφέρουν οι δύο νέοι πρέπει να ξεπεράσουν πολλά εμπόδια, αφού βρίσκονται μέσα σε ένα ιδιότυπο στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Ιστορία, πολιτική, κινηματογράφος. Ο Γκάλενμπεργκερ ερευνά τα ιστορικά δεδομένα, παίρνει σαφή θέση εναντίον της δικτατορίας του Πινοτσέτ, αποκαλύπτει το ρόλο της γερμανικής κυβέρνησης και δημιουργεί ένα συναρπαστικό θρίλερ που κόβει την ανάσα. Η ταινία ξεκινά ως καθαρό πολιτικό φιλμ αλλά σύντομα μετατρέπεται σε θρίλερ. Βέβαια, η πολιτική διάσταση το ακολουθεί συνεχώς αλλά σαφώς αποδυναμωμένη αφού αυτό που κυριαρχεί είναι η ένταση και η αγωνία.
Ο σκηνοθέτης επιτυγχάνει ένα θαυμάσιο συνδυασμό πραγματικότητας και μυθοπλασίας, καταγγέλλοντας την πολιτική της χώρας του, της Γερμανίας και αποκαλύπτοντας το ρόλο που υποκρύπτεται πίσω από διάφορες θρησκευτικές σέχτες.
Μεστή σκηνοθεσία και ένα σενάριο προσεγμένο που αποφεύγει τις ακρότητες και τις υπερβολές. Χωρίς κατάχρηση του ρεαλισμού, ο οποίος κινείται σε ισορροπημένα επίπεδα, ο σκηνοθέτης κρατάει το θεατή χωρίς να τον τρομοκρατεί στις σκληρές σκηνές και τον καθοδηγεί στους ρυθμούς της κλιμακούμενης έντασης, η οποία εκπνέει κυριολεκτικά στα τελευταία δευτερόλεπτα.
Ο Ντάνιελ Μπρολ και η Έμα Γουότσον είναι απολύτως πειστικοί στους πρωταγωνιστικούς ρόλους αλλά θαυμάσια είναι και η ερμηνεία του Μίκαελ Νίκβιστ στο ρόλο του Σάιφερ.
Μια πολύ καλή ταινία η οποία έχει άποψη, δίνει πληροφορίες και ψυχαγωγεί.
strakersan@gmail.com kersanidis.wordpress.com «Η ΜΟΔΙΣΤΡΑ»Αποκαθιστώντας τη δικαιοσύνηΟ χρόνος μπορεί να είναι γιατρός, όπως λέει η σοφή λαϊκή ρήση αλλά η απονομή της δικαιοσύνης είναι ένα μαράζι που τρώει εκείνους που έχουν αδικηθεί, όσα χρόνια κι αν έχουν περάσει.
Η Μερτλ «Τίλι» Ντάνατζ μετά από χρόνια απουσίας επιστρέφει στο χωριό της, ένα σκονισμένο τόπο σε κάποια επαρχία της Αυστραλίας. Είχε αναγκαστεί να φύγει παιδί ακόμη, επειδή κατηγορήθηκε πως σκότωσε έναν συνομήλικο της. Ταξιδεμένη, κοσμοπολίτισσα και επιτυχημένη σχεδιάστρια μόδας πλέον, η Τίλι επιστρέφει για να αναζητήσει την αλήθεια, να αποδείξει την αθωότητά της και να εκδικηθεί όσους την αδίκησαν. Σιγά-σιγά αρχίζει να ξετυλίγει το σχέδιό της χρησιμοποιώντας ως όπλο αυτό που γνωρίζει πολύ καλά να κάνει. Την τέχνη της ραπτικής. Και ενώ μεταμορφώνει τις γυναίκες από χωριάτισσες σε μοντέλα, πλησιάζει όλο και πιο κοντά στην ολοκλήρωση του σχεδίου της.
Στην ταινία «Η μοδίστρα» (The dressmaker), η Τζόσλιν Μουρχάουζ επικεντρώνεται στο χαρακτήρα της Τίλι, η οποία, κάνοντας εντυπωσιακή εμφάνιση, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το άθλιο χωριό της αυστραλιανής ενδοχώρας. Η συνάντησή της με τη μισότρελη μητέρα της, η οποία ζει σε ένα άθλιο σπίτι γεμάτο σκουπίδια και ποντίκια, αρχίζει να δημιουργεί τα πρώτα ερωτηματικά. Ποια είναι αυτή η μοιραία γυναίκα η οποία ήρθε ξαφνικά για να αναστατώσει τη μακάρια ακινησία του χωριού;
Η σκηνοθέτιδα αναλαμβάνει να αφήσει το κουβάρι να ξετυλιχτεί και σιγά-σιγά να αρχίσει να αποκαλύπτεται το παρελθόν.
Με αρκετά δραματικά στοιχεία, η ταινία περισσότερο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μαύρη κωμωδία αφού διαθέτει όλα τα στοιχεία τα οποία συνηγορούν υπέρ αυτής. Διαθέτει ένα υποδόριο σαρκαστικό χιούμορ και χαρακτήρες οι οποίοι αγγίζουν τα όρια της καρικατούρας, θυμίζουν χαρακτήρες καρτούν.
Υπάρχει, φυσικά, και το στοιχείο ενός μυστηρίου το οποίου πλανάται καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας και φυσικά, το αλά γουέστερν φινάλε που δίνει την τελική και θεαματική, λύση.
Όλες οι παθογένειες της επαρχίας, η μυστικοπάθεια, η υποκρισία, η απόκρυψη, η ηθικολογία, ο αποκλεισμός βρίσκονται παρατεταγμένα και παρελαύνουν στην ταινία. Η σκηνοθέτιδα χρησιμοποιεί έντονα χρώματα, ενδιαφέρουσες και μη συμβατικές γωνίες λήψης, διάφορους φακούς και φίλτρα. Το αποτέλεσμα είναι μια ταινία άκρως διασκεδαστική η οποία συνοδεύεται από ένα οπτικό αποτέλεσμα υψηλής αισθητικής απόλαυσης πλήρως εναρμονισμένης με το λεπτό χιούμορ.
Η ταινία είναι μια πολύ ευχάριστη έκπληξη η οποία έρχεται από τη μακρινή Αυστραλία.
Στρα. Κερ. ΟΙ ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ «Η ελιά» (El olivo) της Ισιάρ Μπολέιν: Στην ταινία πρωταγωνιστεί μια ελιά 2.000 ετών. Αυτήν αναζητά η 20χρονη Άλμα, την ελιά που ανήκε στην οικογένειά της αλλά έχει ξεριζωθεί και πουληθεί πριν από 12 χρόνια. Όπως πουλιούνται πολλά στη σύγχρονη Ισπανία της οικονομικής κρίσης αλλά και της κρίσης των αξιών. Όταν ο παππούς της Άλμα, ο οποίος έχει σταματήσει να μιλά, σταματά πλέον και να τρώει, η εγγονή του πιστεύει πως μόνον εάν βρει το αγαπημένο του δέντρο και το φέρει πίσω ο παππούς της θα συνέλθει. Έτσι ξεκινά ένα ταξίδι αναζήτησης αφού έχει καταφέρει να πείσει και όλη της την οικογένεια να την βοηθήσει. Το σενάριο είναι του Πολ Λάβερτι, συνεργάτη του Κεν Λόουτς.
«Έρωτας στα τυφλά» (Un peu, beaucoup, aveuglement!) του Κλοβίς Κορνιγιάκ: Ο Μασάν για να δουλέψει χρειάζεται απόλυτη ησυχία. Διαφορετικά δεν μπορεί να συγκεντρωθεί και να δημιουργήσει τους γρίφους για τους οποίους πληρώνεται. Η Μασίν ετοιμάζεται για ένα σημαντικό διαγωνισμό πιάνου και χρειάζεται να κάνει πολύωρες πρόβες. Δεν θα υπήρχε κανένα πρόβλημα εάν αυτοί οι δύο άνθρωποι δεν κατοικούσαν σε διπλανά διαμερίσματα τα οποία χωρίζει ένας λεπτός τοίχος. Για να μη γίνουν μαλλιά κουβάρια μοιράζουν τις ώρες. Και χωρίς να το περιμένουν η ζωή τους αλλάζει.
«Τα χελωνονιντζάκια 2» (Teenage mutant ninja turtles 2) του Ντέιβ Γκριν: Η περιπέτεια συνεχίζεται με τον Σενσέι Σρέντερ να πραγματοποιεί μια θεαματική απόδραση από τις φυλακές. Μεταφέρεται σε άλλη διάσταση και με τη βοήθεια του διαβόητου εξωγήινου Κράνγκ απειλούν τον κόσμο. Τα χελωνονιντζάκια δεν μπορούν να μείνουν αδιάφορα. Μαζί με την Έιπριλ, το Βερν Φένγουικ και το νέο τους φίλο, Κέινσι Τζόουνς, αποφασίζουν να σώσουν την πόλη.
Σινεφίλ