Μια περιοχή όπως η Βόρεια Αφρική, που παρουσίαζε και συνεχίζει να παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις διεθνείς σχέσεις, καθώς διαθέτει πλούσια αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, και βρίσκεται σε αλληλεξάρτηση με τη Μέση Ανατολή, την υποσαχάρια Αφρική και την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν μπορούμε να πούμε ότι, παρά τις συχνές αναλύσεις και αναφορές στον Τύπο, ότι έχει μελετηθεί συστηματικά και ότι διαθέτουμε μια επαρκή επιστημονική γνώση γι΄ αυτή. Το βιβλίο της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, Βιβής Κεφαλά, με τίτλο «Βόρεια Αφρική» και τον επεξηγηματικό υπότιτλο «Εσωτερική πολιτική – περιφερειακές και διεθνείς σχέσεις», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Παπαζήση, καλύπτει αυτό το κενό, ενώ έρχεται σε στιγμή που τα προβλήματα αυτής της περιοχής είναι τραγικά ανοικτά και ενεργά.
Η «Εποχή» δημοσιεύει σήμερα εκτενή αποσπάσματα από την εισαγωγή της συγγραφέως, την οποία δεν χρειάζεται να σας παρουσιάσουμε, καθώς είναι από τις παλαιότερες και σταθερότερες συνεργάτιδές μας, εκτός από καλή μας φίλη. Με τις αναλύσεις της στην εφημερίδα μας, δημιούργησε πραγματικά μια σχολή για να προσεγγίσουμε με επάρκεια τα ζητήματα της Μέσης Ανατολής, τα οποία, καθώς είναι σύνθετα περιπεπλεγμένα, πιο συχνά προσεγγίζονται από την τρέχουσα δημοσιογραφία με απαράμιλλη απλούστευση.
Οι χώρες του Μάγκρεμπ«Το υποσύστημα της Βόρειας Αφρικής παρουσιάζει, διαχρονικά, ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο από πολιτικής και στρατηγικής απόψεως όσο και από οικονομικής, πράγμα που αποδεικνύεται ιστορικά από το γεγονός ότι όλες οι κατά καιρούς Μεγάλες Δυνάμεις επεδίωξαν, με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία, να αποκτήσουν τον έλεγχό του.
Όπως προκύπτει, η Βόρεια Αφρική αποτελεί ένα κομβικό σημείο στην υδρόγειο, το οποίο προσελκύει το ενδιαφέρον, αλλά και προκαλεί την ανησυχία των δυτικών χωρών, κυρίως των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για την οποία το Μάγκρεμπ, λόγω άμεσης γειτνίασης, αποτελεί έναν αναγκαίο εταίρο, ώστε να αντιμετωπίσει τις πολλαπλές ασύμμετρες απειλές που προέρχονται από τα υποσυστήματα της Βόρειας Αφρικής και της υποσαχάριας Αφρικής και οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλειά της.
Το ενδιαφέρον για τη Βόρεια Αφρική, όμως, δεν εξαντλείται στα όσα μόλις αναφέρθηκαν, τα οποία εξάλλου, ισχύουν κατ’ αναλογία και για άλλες σημαντικές περιοχές του πλανήτη. Αντίθετα, το ενδιαφέρον για το Μάγκρεμπ αυξάνεται, καθώς είναι το υποσύστημα από το οποίο ξεκίνησαν οι αραβικές εξεγέρσεις, που προκάλεσαν πολλαπλές αντιδράσεις και απέδειξαν ότι τα περί «αραβικής εξαίρεσης» είναι ανυπόστατα. Πρόκειται για εξεγέρσεις, που απλώθηκαν σχεδόν σε ολόκληρο τον αραβικό κόσμο, ανέτρεψαν παγιωμένα καθεστώτα και απέκτησαν μία δυναμική, η οποία τείνει να αναδιαμορφώσει την περιοχή της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής.
Ωστόσο, για τη σημαντική αυτή περιοχή στην ελληνική βιβλιογραφία παρουσιάζεται ένα μεγάλο κενό, δεδομένου ότι υπάρχουν μόνο κάποιες αποσπασματικές αναφορές σε βιβλία για την Αφρική, τα οποία, όμως, είναι και αυτά πολύ λίγα, καθώς και μία ή δύο μελέτες, που δημοσιεύθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του ’80, και οι οποίες εστιάζουν σε οικονομικά θέματα. Στόχος του ανά χείρας βιβλίου, επομένως, είναι να συμβάλει, κατά το δυνατό, στην κάλυψη αυτού του κενού, αλλά και να κινήσει το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού –είτε πρόκειται για τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας είτε όχι– για το υποσύστημα της Βόρειας Αφρικής.
Αντικείμενο του βιβλίου «Βόρεια Αφρική. Εσωτερική πολιτική, περιφερειακές και διεθνείς σχέσεις», είναι η διερεύνηση των χαρακτηριστικών, της πορείας που ακολούθησαν, καθώς και των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι χώρες του Μάγκρεμπ, μία περιοχή η οποία βρίσκεται τόσο κοντά στην ευρωπαϊκή ήπειρο, έχει επηρεαστεί βαθειά από την ευρωπαϊκή πολιτική και την ευρωπαϊκή κουλτούρα, παραμένει, όμως, τόσο διαφορετική από αυτήν. Η ανάλυση αυτών των παραγόντων προσφέρει το αναγκαίο πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί, στη συνέχεια, να τοποθετηθεί και να γίνει κατανοητή η πολιτική των κρατών της Βόρειας Αφρικής. Πρόκειται για μία αναγκαία συνθήκη, η οποία επιτρέπει μία ικανοποιητική εξήγηση των σχέσεων που αναπτύσσονται ανάμεσα στις χώρες της περιοχής, του περιφερειακού γίγνεσθαι στο σύνολό του, της αλληλεπίδρασης του Μάγκρεμπ με τα γειτονικά του υποσυστήματα, της θέσης που κατέχει η Βόρεια Αφρική στο διεθνές σύστημα, καθώς και των σχέσεων που δημιουργούνται μεταξύ των διεθνών, περιφερειακών και τοπικών δρώντων.
Η πάλη για την κατάκτηση της εθνικής ανεξαρτησία, δεν διεξήχθη σε όλες τις περιπτώσεις με τον ίδιο τρόπο. Το γεγονός αυτό έχει καθοριστικές συνέπειες όσον αφορά την πορεία που θα ακολουθήσουν τα νέα κράτη, που θα δημιουργηθούν μετά την ανεξαρτησία, τόσο σε επίπεδο εσωτερικής πολιτικής όσο και στην άσκηση και τον σχεδιασμό της εξωτερικής τους πολιτικής. Το γεγονός, επομένως, μίας σχετικά ειρηνικής πορείας προς την ανεξαρτησία –ή αντιθέτως, ο βίαιος χαρακτήρας της πάλης για την κατάκτησή της– προσδιορίζει, εν πολλοίς, το πολιτικό σύστημα που θα εγκαθιδρυθεί σε κάθε νέο ανεξάρτητο κράτος, πράγμα που θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό τις σχέσεις του με τους γείτονές του. Είναι προφανές ότι αυτές οι διαφορές θα σηματοδοτήσουν και διαφορετικές πορείες στον χρόνο, πράγμα που θα επηρεάσει όχι μόνο τις σχέσεις τους με τις πρώην μητροπόλεις, αλλά και τις σχέσεις τους με τις δύο υπερδυνάμεις, καθώς και την πορεία των περιφερειακών συγκρούσεων και συνεργασιών. Πρόκειται, και πάλι, για μία αλληλουχία που εμπλέκει το τοπικό με το διεθνές και το περιφερειακό επίπεδο.
Αν και ιδιαίτερα σημαντική, η επίδραση των εξωγενών παραγόντων δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση για να αναλυθεί και να εξηγηθεί η πολιτική διαμόρφωση των χωρών της Βόρειας Αφρικής μετά την κατάκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας. Αντίθετα, πολύ σημαντικό ρόλο διαδραμάτισαν και ενδογενείς παράγοντες, δηλαδή παράγοντες ηθικής, ιδεολογικής και πολιτικής τάξης, οι οποίοι μπόρεσαν να ενεργοποιηθούν και να διαμορφώσουν τα αιτήματα και τα διλήμματα των λαών της περιοχής, αλλά και να επηρεάσουν τις πολιτικές διεργασίες και τις αποφάσεις των πολιτικών τους ελίτ».