«Περισσότεροι από εμάς είναι καλύτερα για όλους»Η φράση αυτή αποτέλεσε το βασικό σύνθημα των εργαζομένων των απεργιακών κινητοποιήσεων που λαμβάνουν μέρος το τελευταίο χρόνο στη Γερμανία, στο χώρο της υγείας και πιο συγκεκριμένα στα νοσοκομεία της χώρας. Στο Charité, ένα από τα μεγαλύτερα πανεπιστημιακά νοσοκομεία της Ευρώπης που βρίσκεται στο Βερολίνο, οι εργαζόμενοι ξεκίνησαν απεργία τον Ιούνιο του 2015, πριν ένα χρόνο δηλαδή, διεκδικώντας προσλήψεις ειδικευμένου νοσηλευτικού προσωπικού. Ήταν η πρώτη απεργία σε γερμανικό νοσοκομείο με βασικό αίτημα την αντιμετώπιση της έλλειψης προσωπικού, καθώς το τελευταίο διάστημα τα γερμανικά νοσοκομεία έχουν χάσει χιλιάδες θέσεις εργασίας. Δεδομένης της τεράστιας εντατικοποίησης, οι εργαζόμενοι στην υγεία απαιτούν τόσο προσλήψεις όσο και να ρυθμιστεί νομικά η αναλογία ασθενών – υγειονομικών.Η Nadja Rakowitz, επικεφαλής του Γραφείου της «Ένωσης Δημοκρατικών Γιατρών» (VDÄÄ-Verein Demokratischer Ärtzinnen und Ärzte), παρουσιάζει συνοπτικά τη σημασία αυτών των απεργιακών κινητοποιήσεων. Τη συνέντευξη πήρε η Έλενα Χατζημιχάλη Ποια ακριβώς ήταν τα αιτήματα των εργαζόμενων και γιατί αφορούσε κυρίως το νοσηλευτικό προσωπικό;Τον Ιούνιο του 2015 οι εργαζόμενοι στο νοσοκομείο Charité στο Βερολίνο, το μεγαλύτερο νοσοκομείο στην Ευρώπη, με 13.000 εργαζόμενους και περίπου 3.000 κλίνες, προχώρησαν σε απεργία για δύο εβδομάδες. Βασικό αίτημα τους δεν ήταν μεγαλύτεροι μισθοί, αλλά περισσότερο προσωπικό. Και ήταν επιτυχής. Για πρώτη φορά στη Γερμανία αποφασίστηκε σε μια συλλογική διαπραγμάτευση κατώτατο ποσοστό σε αριθμό προσωπικού σε ένα νοσοκομείο. Για το Charité αυτό σημαίνει περισσότερες από 200 νέες θέσεις εργασίας στην περίθαλψη, σημαίνει δέσμευση ότι ένας νοσηλευτής σε νυχτερινή βάρδια δεν θα χρειάζεται να εργάζεται μόνος του. Προβλέπεται ακόμα και διαδικασία για περιπτώσεις παράβασης των κανόνων αυτών. Εργαζόμενοι σε νοσοκομεία σε όλη τη Γερμανία παρακολούθησαν με ιδιαίτερη αγωνία την απεργία στο Βερολίνο και σε πολλές πόλεις προσπαθούν τώρα να αγωνιστούν με τον ίδιο τρόπο, όπως στο νοσοκομείο Charité.
Η ασθένεια σαν κέρδος Γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη έλλειψη προσωπικού;Στα τέλη της δεκαετίας του 1990, άρχισε εκτεταμένα στη Γερμανία η εμπορευματοποίηση, και σε μεγάλο βαθμό η ιδιωτικοποίηση, των μέχρι τότε δημόσιων νοσοκομείων και των νοσοκομείων της εκκλησίας. Επιτράπηκε, καταρχήν, η δυνατότητα στα νοσοκομεία να κάνουν κέρδη σε μια κατεύθυνση να μετατραπούν σε κερδοφόρες επιχειρήσεις. Αυτό οδήγησε στη μείωση προσωπικού, στην απελευθέρωση των θεσμικών προδιαγραφών για τον αριθμό του προσωπικού, και ταυτόχρονα μπήκαν τα νοσοκομεία σε ανταγωνιστικό (πλαίσιο) μεταξύ τους περιβάλλον. Το 2004 εισήχθησαν τα Κλειστά Ενοποιημένα Νοσήλια - ΚΕΝ (DRG), τα νοσήλια κατ' αποκοπή, ως εργαλείο χρηματοδότησης των ιατρικών πράξεων και των ίδιων των νοσοκομείων: Ένα νοσοκομείο λαμβάνει για παράδειγμα χρήματα μόνο για τους ασθενείς, όχι για τις κενές κλίνες. Κάθε ασθενής ανάλογα με την ασθένεια του και τη σοβαρότητα της νόσου καταχωρείται με ένα συγκεκριμένο κωδικό ΚΕΝ.
Για παράδειγμα, όταν κρεβάτια σε γυναικολογική κλινική είναι κενά, το νοσοκομείο δεν παίρνει για τα τρέχοντα έξοδα καθόλου χρήματα. Από ένα φυσιολογικό τοκετό το νοσοκομείο λαμβάνει λιγότερα χρήματα από ό,τι σε έναν πρόωρο τοκετό. Για πρόωρα βρέφη κάτω των 1.500gr παίρνει ιδιαίτερα πολλά χρήματα. Ως εκ τούτου, οι πρόωρες γεννήσεις είναι τόσο προσοδοφόρες και ο αριθμός τους αυξάνεται.
Επίσης προσοδοφόρες είναι και οι καρδιολογικές επεμβάσεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στα γερμανικά νοσοκομεία ανά 100.000 πληθυσμού πραγματοποιούνται 624 καρδιακές επεμβάσεις ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι μόνο 177. Τα νοσοκομεία είναι υπό τέτοια οικονομική πίεση που δεν προσφέρουν μόνο ιατρικά βασικές υπηρεσίες, μόνο και μόνο επειδή πρέπει να αυξήσουν τον αριθμό των περιστατικών. Ενώ ο αριθμός των ιατρικών περιστατικών αυξήθηκε από 17 εκατομμύρια σε περίπου 20 εκατομμύρια, μειώθηκαν οι θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης στον τομέα της νοσηλείας από 350.000 σε 310.000, δηλαδή μείωση 40.000 θέσεων. Οι εργαζόμενοι υποχρεούνται να φροντίζουν περισσότερους ασθενείς σε λιγότερο χρόνο, με λιγότερο προσωπικό. Τα συνδικάτα έχουν υπολογίσει ότι στη Γερμανία ένας νοσηλευτής έχει υπό την ευθύνη του περισσότερους από 10 ασθενείς ενώ στη Νορβηγία η αντιστοιχία είναι 1 προς 3,8. Στο Charité, όπως και σε όλα τα άλλα νοσοκομεία, υπάρχει τη νύχτα κατά κανόνα ένας νοσηλευτής/τρια, μόνος του με 25 ασθενείς που έχουν προσφάτως χειρουργηθεί. Το 2015 μέχρι την έναρξη της απεργίας είχαν καταγραφεί στο Charité 800 καταγγελίες έκθεσης σε κίνδυνο, καταγγελίες εργαζομένων ότι οι συνθήκες στις οποίες εργάζονται, θέτουν σε κίνδυνο τους ίδιους ή/και τους ασθενείς.
Το 2011 και εξαιτίας του ότι δεν μπορούσαν οι εργαζόμενοι να διεκδικήσουν απεργία με αίτημα τις προσλήψεων προσωπικού εφάρμοσαν κατά τη διάρκεια των συλλογικών διαπραγματεύσεων μια νέα απεργιακή τακτική: Οργάνωσαν την απεργία τους, έτσι ώστε δεν έκαναν δεκτούς νέους ασθενείς και δεν καταλήφθηκαν τα κενά κρεβάτια. Μετά από πέντε ημέρες απεργίας 1.500 από περίπου 3.000 κλίνες στο Charité ήταν «κλειστές». 90% των χειρουργικών επεμβάσεων αναβλήθηκαν. Το Charité υπέστη σημαντικές οικονομικές απώλειες και υπογράφηκε τελικά μία πολύ καλή για τους εργαζομένους συλλογική σύμβαση.
Με αυτή την εμπειρία στο ενεργητικό τους, οι εργαζόμενοι τόλμησαν να προχωρήσουν σε απεργία διεκδικώντας αύξηση του προσωπικού, κάτι που, όπως και έδειξε έρευνα του συνδικάτου στους εργαζόμενους, αποτελούσε τη σημαντικότερη απαίτηση τους. Μετά από ένα μπρος-πίσω και μετά από δικαστική εξέταση για το αν μπορεί να κατατίθεται σε μια διαπραγμάτευση συλλογικής σύμβασης ως αίτημα η αύξηση του προσωπικού ή η κατοχύρωση ελάχιστου αριθμού εργαζομένων, ξεκίνησαν οι εργαζόμενοι στο Charité, με την υποστήριξη του συνδικάτου ver.di (στο οποίο ανήκουν και οι εργαζόμενοι στο Charité), τις συλλογικές διαπραγματεύσεις τους. Η προσπάθεια αυτή στηρίχθηκε ακόμα και από μια πρωτοβουλία που ονομάστηκε «Συμμαχία των Βερολινέζων για αύξηση του προσωπικού στο νοσοκομείο», μέσω δημοσιεύσεων στον Τύπο, αλλά και με την οργάνωση δράσεων και εκδηλώσεων συνέβαλε στο να κερδηθεί η στήριξη των κατοίκων του Βερολίνου στους απεργούς. Ακόμη και οι ασθενείς εκδήλωναν τη στήριξή τους στους απεργούς του νοσοκομείου.
Εκδημοκρατισμός της διαδικασίας Σε κείμενο σας αναφέρετε ότι η απεργία είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο την πρόσληψη νοσηλευτών στο νοσοκομείο, αλλά και περισσότερο εκδημοκρατισμό στη διαδικασία των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Τι εννοείτε;Κανονικά στη Γερμανία οι συλλογικές συμβάσεις είναι αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των εκπροσώπων των εργοδοτών και της Επιτροπής Διαπραγματεύσεων των Εργαζομένων (εκπρόσωποι συνδικάτων και εκλεγμένοι εργαζόμενοι). Εάν υπάρχει συμφωνία, αυτή κατατίθεται στους απεργούς, οι οποίοι μπορούν να την αποδεχθούν ή να την απορρίψουν. Η προβλεπόμενη αυτή διαδικασία δεν ήταν για τους εργαζόμενους του Charité πλέον αρκετή και ήθελαν να παρίστανται στις διαπραγματεύσεις. Γι' αυτό αποφασίστηκε ότι από το κάθε τμήμα ή πτέρυγα του νοσοκομείου θα όριζε ένα πρόσωπο ως «Σύμβουλο στη διαπραγμάτευση», ώστε να συμμετέχει σε αυτήν. Κάθε βράδυ, καθ' όλη τη διάρκεια της απεργίας, οι σύμβουλοι-εκπρόσωποι των κλινικών (συχνά μέχρι 100 άτομα) συγκεντρώνονταν ώστε να ενημερώνονται για τις διαπραγματεύσεις και να μεταφέρουν στην επιτροπή διαπραγματεύσεων τις απόψεις των εργαζόμενοι επί των προτάσεων. Οι σύμβουλοι αυτοί αποτέλεσαν, επομένως, τα συνδετικά μέλη μεταξύ της βάσης των εργαζομένων και της Επιτροπής Διαπραγμάτευσης των Εργαζομένων του Συνδικάτου. Αυτή η πρακτική εισάγει μια πιο δημοκρατική διαδικασία στο έργο των συνδικάτων, καθώς οι εργαζόμενοι στη βάση, είχαν τη δυνατότητα να παρέμβουν και να επηρεάσουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η διαδικασία αυτή είχε επιπλέον ως αποτέλεσμα την ενεργοποίηση των εργαζομένων, των συνδικαλιστών του σωματείου, αλλά και την αύξηση του αριθμού των εργαζομένων στο σωματείο ως νέα μέλη.
Ακόμα πιο σημαντικό ήταν το ότι αυτή η διαδικασία των διαπραγματεύσεων με την αυξημένη και αντιπροσωπευτική συμμετοχή των εργαζομένων από τη βάση αποτέλεσε παράδειγμα. Το σύνθημα που ακούστηκε κατά τη διάρκεια αυτής της απεργίας: «περισσότεροι από εμάς είναι καλύτερα για όλους» και αναφερόταν στην αναγκαιότητα προσλήψεων νοσηλευτικού, κυρίως, προσωπικού, συνέβαλε στην έναρξη κινητοποιήσεων σε διάφορες πόλεις της Γερμανίας με αυτό το αίτημα. Σε όλα αυτά τα νοσοκομεία που συμμετέχουν, λειτουργεί πλέον ο θεσμός του συμβούλου στη διαπραγμάτευση από κάθε κλινική και αυτή τη στιγμή υπολογίζονται περίπου στους 1.000. Βιώνουμε ένα είδος αυτοδυνάμωσης των εργαζομένων στα νοσοκομεία, που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε ότι ήταν εφικτό. Σε επίπεδο πολιτικών παρεμβάσεων στην υγεία αυτό μπορεί να ερμηνευτεί ως η έναρξη ενός αγώνα, μιας κινητοποίησης ενάντια στην εμπορευματοποίηση των υπηρεσιών των νοσοκομείων και του συστήματος υγείας. Οι εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλά ότι για τις κακές συνθήκες εργασίας και για τη μεγάλη έλλειψη προσωπικού στα γερμανικά νοσοκομεία δεν φταίει η ελλιπής χρηματοδότηση, αλλά η συνολικότερη αντίληψη για τη μετατροπή των νοσοκομείων σε εργοστάσια, σε κερδοφόρες επιχειρήσεις, οι οποίες πρέπει να αποφέρουν κέρδη.